Τα πασίγνωστα φάρμακα για τη διαχείριση του διαβήτη και του σωματικού βάρους όπως η σεμαγλουτίδη και λιραγλουτίδη μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο για καρκίνο παχέος εντέρου. Τόσο ο σακχαρώδης διαβήτης όσο και η παχυσαρκία αποτελούν αναγνωρισμένους παράγοντες κινδύνου για την κακοήθεια. Τα προστατευτικά οφέλη, ωστόσο, επιβεβαιώθηκαν και σε άτομα χωρίς προβλήματα βάρους.
Οι ερευνητές ανέτρεξαν σε μια βάση δεδομένων υγείας για πάνω από 1 εκατομμύριο ασθενείς στις ΗΠΑ και επικεντρώθηκαν σε άτομα με διαγνωσμένο διαβήτη τύπου 2 (ΣΔ2) με όσο το δυνατόν περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά (π.χ. φύλο, φυλή, ηλικία, κοινωνικοοικονομική κατάσταση) που λάμβαναν διάφορες θεραπείες για τη μεταβολική νόσο όπως ινσουλίνη, μετφορμίνη και φάρμακα όπως η σεμαγλουτίδη, αγωνιστές δηλαδή των υποδοχέων του παρόμοιου με τη γλυκαγόνη πεπτιδίου-1 (GLP-1), μιμητές δηλαδή της ανορεξιογόνου ορμόνης που παράγεται από το έντερο (L κύτταρα) ως απόκριση στη λήψη τροφής.
Αποτελεσματικότερα από άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα
Η σύγκριση ινσουλίνης και σκευασμάτων GLP-1 έδειξε σε δύο ισάριθμες ομάδες 22.572 ατόμων με ΣΔ2 έδειξε:
- 167 περιστατικά καρκίνου παχέος εντέρου στην ομάδα ινσουλίνης
- 94 περιστατικά κακοήθειας την ομάδα GLP-1, μείωση δηλαδή 44%
Αντίστοιχα, μια δεύτερη σύγκριση μετφορμίνης και φαρμάκων GLP-1 σε δύο ομάδες των 18.518 διαβητικών ατόμων, έδειξε:
- 153 περιστατικά καρκίνου στην ομάδα μετφορμίνη
- 96 στην ομάδα GLP-1, μια μείωση 37% που όμως έπεσε στο 25% μετά τη συνεκτίμηση παραγόντων όπως ο χρόνος παρακολούθησης των ασθενών.
Όταν οι ομάδες περιορίστηκαν σε παχύσαρκα ή υπέρβαρα άτομα με ΣΔ2, η υπεροχή των σκευασμάτων αναδείχθηκε ακόμα περισσότερο, καθώς σχετίστηκαν με 50% λιγότερα περιστατικά καρκίνου συγκριτικά με την ινσουλίνη και 58% λιγότερα σε σύγκριση με τη μετφορμίνη.
«Τα αποτελέσματά μας καταδεικνύουν σαφώς ότι τα GLP-1 είναι σημαντικά πιο αποτελεσματικά από τα δημοφιλή αντιδιαβητικά φάρμακα όπως η μετφορμίνη ή η ινσουλίνη στην πρόληψη της του καρκίνου παχέος εντέρου» δήλωσε ο Nathan Berger, ιατρικός ερευνητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Case Western Reserve.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, μολονότι τα ως άνω ευρήματα -τα πρώτα που αποδίδουν τέτοιες προστατευτικές ιδιότητες στα εν λόγω φάρμακα- δεν επαρκούν για να αποδείξουν ότι ειδικά τα GLP-1 μπορούν να αποτελέσουν προληπτική αγωγή για την κακοήθεια, επισημαίνουν την αξία διενέργειας περισσότερων ερευνών και κλινικών δοκιμών.