Η μελλοντική γονιμότητα ανησυχεί και προβληματίζει πολλές νέες γυναίκες με καρκίνο του μαστού. Μελέτες έχουν υπολογίσει ότι περίπου το 1/3 των νεαρών γυναικών επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά τη στιγμή της διάγνωσης του καρκίνου του μαστού και οι μισές ανησυχούν σε κάποιο βαθμό για τη στειρότητα μετά τη θεραπεία.
Το ποσοστό επίπτωσης του καρκίνου του μαστού είναι το υψηλότερο μεταξύ γυναικών ασθενών. Η ανάπτυξη αντικαρκινικών παραγόντων οδήγησε σε βελτιωμένα αποτελέσματα θεραπείας, τα οποία με τη σειρά τους αύξησαν το προσδόκιμο ζωής των επιζώντων από καρκίνο. Έτσι, η ποιότητα ζωής των γυναικών από καρκίνο μετά από ογκολογική θεραπεία έχει κερδίσει εξέχουσα θέση στη διαχείριση ασθενών με καρκίνο του μαστού.
Ο Δρ Νικόλαος Μαχαιριώτης, MD, MSc, PhD, Μαιευτήρας – Χειρουργός Γυναικολόγος, με εξειδίκευση στην Ενδομητρίωση και την Ελάχιστα Επεμβατική Χειρουργική με αφορμή τον Οκτώβριο, μήνα για την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση για τον καρκίνο του μαστού εξηγεί ότι «Ο καρκίνος του μαστού γίνεται όλο και πιο συχνός σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Οι ασθενείς που έλαβαν θεραπείες διατήρησης της γονιμότητας πριν από τη θεραπεία του καρκίνου ανέφεραν ότι αυτές οι θεραπείες είχαν ευεργετικό αντίκτυπο στην ποιότητα της ζωής τους μετά τη θεραπεία του καρκίνου». Επιπλέον, μια έρευνα σχετικά με τις στάσεις και τις εμπειρίες των επιζώντων από καρκίνο, αποκάλυψε ότι το 76% των νεαρών γυναικών καρκινοπαθών χωρίς παιδιά επιθυμούν να συλλάβουν και το 35% εκείνων με παιδιά επιθυμούν να αποκτήσουν άλλο παιδί στο μέλλον.
Πώς επηρεάζει τη γονιμότητα ο καρκίνος του μαστού
Οι θεραπείες για τον καρκίνο του μαστού μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη γονιμότητα με διάφορους τρόπους, μεταξύ άλλων μέσω των άμεσων γοναδοτοξικών επιδράσεων της χημειοθεραπείας καθώς και μέσω καθυστερήσεων στην τεκνοποίηση, λόγω επικουρικής ενδοκρινικής θεραπείας.
Η γοναδοτοξική θεραπεία κατά τη διάρκεια της θεραπείας του καρκίνου, ανάλογα με τον τύπο, τη δόση και τη συχνότητα των αντικαρκινικών παραγόντων, μπορεί να προκαλέσει μείωση της αναπαραγωγικής λειτουργίας και πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια. Είναι σημαντικό να ενημερώνονται οι καρκινοπαθείς γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας σχετικά με τις παρενέργειες των φαρμάκων και τις διαθέσιμες επιλογές που έχουν για κρυοσυντήρηση ωαρίων ή εμβρύων με πρωτόκολλα προσαρμοσμένα στον τύπο της κακοήθειας τους.
Ο Δρ Μαχαιριώτης επισημαίνει ότι «Η διατήρηση της γονιμότητας στους καρκινοπαθείς πρέπει να αποτελεί μέρος της υποχρεωτικής θεραπείας, παρά θέμα επιλογής. Η Αμερικανική Εταιρεία Κλινικής Ογκολογίας συνιστά την έγκαιρη παραπομπή των ασθενών σε κλινική γονιμότητας πριν από την έναρξη της θεραπείας για τον καρκίνο. Καθώς ο αριθμός των νεαρών ασθενών με καρκίνο του μαστού αυξάνεται χρόνο με το χρόνο, είναι σημαντικό για τους επαγγελματίες υγείας που φροντίζουν ασθενείς με καρκίνο του μαστού να γνωρίζουν καλά το θέμα».
Οι γυναίκες που μένουν έγκυες μετά από θεραπεία καρκίνου του μαστού έχουν 40% μειωμένο κίνδυνο θνησιμότητας σε σύγκριση με εκείνες που δεν το κάνουν. Αυτό σημαίνει ότι η εγκυμοσύνη δεν επηρεάζει αρνητικά την πρόγνωση του καρκίνου του μαστού. Επιπλέον, η εγκυμοσύνη μετά τον καρκίνο του μαστού δεν σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου».
Συμπερασματικά
Η διατήρηση της γονιμότητας πριν από τη θεραπεία του καρκίνου θα πρέπει να ενθαρρύνεται έντονα, λαμβάνοντας υπόψη τον ταχύτατα αναπτυσσόμενο ρυθμό ογκολογικών θεραπειών, τα ποσοστά επιβίωσης που βελτιώνονται συνεχώς και την αυξημένη ζήτηση για καλύτερη ποιότητα ζωής μετά τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Η παροχή επαρκών πληροφοριών στους ασθενείς για τη διατήρηση της γονιμότητας την κατάλληλη στιγμή από εξειδικευμένη διεπιστημονική ομάδα, είναι ζωτικής σημασίας. «Μια έγκαιρη παραπομπή σε έναν ειδικό ιατρό είναι το κλειδί για την επιτυχία», καταλήγει ο Δρ Μαχαιριώτης.