Κάθε μέρα που περνά όλο και περισσότερος κόσμος, από διαφορετικά στρώματα της κοινωνίας, κατανοεί και εμπεδώνει πως η Δημόσια Εκπαίδευση δέχεται απανωτά χτυπήματα από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.
Τελευταίο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εξίσωση των πτυχίων αρχιτεκτόνων μηχανικών και οικονομολόγων των Πανεπιστημίων με εκείνα των Κολεγίων, που ψηφίστηκε στο νομοσχέδιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση με αιφνιδιαστική τροπολογία. Αυτό προφανώς έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και του Πανελλήνιου Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, καθώς αφενός υποβαθμίζονται οι σπουδές, το επιστημονικό κύρος και τα επαγγελματικά δικαιώματα και αφετέρου για ακόμη μια φορά η Υπουργός Παιδείας εξυπηρετεί τους ιδιοκτήτες των κολλεγίων.
Και δεν είναι η πρώτη φορά που το πράττει η κα. Κεραμέως, καθότι τον περασμένο Φλεβάρη είχε προχωρήσει στην εξίσωση των πτυχίων των Παιδαγωγικών Τμημάτων των Πανεπιστημίων με εκείνα των κολλεγίων. Τελικά η επίκληση της σημερινής κυβέρνησης στην αριστεία σήμαινε εν τέλει για την Εκπαίδευση δύο βασικά πράγματα: Ιδιωτικοποίηση του βασικού της πυρήνα και διαρκής εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων.
Στα παραπάνω προστίθεται κι ένα τρίτο, αλλά ταυτόχρονα πολύ σημαντικό. Η αδιαφάνεια σε βασικά θεσμικά ζητήματα και πολιτικών επιλογών στο Υπουργείο Παιδείας. Εδώ και μήνες, για παράδειγμα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης και οι εκπαιδευτικοί φορείς έχουν ζητήσει επανειλημμένα από την Υπουργό να κοινοποιήσει τη σύμβαση με την ιδιωτική εταιρεία Cisco, που έχει αναλάβει το τεχνικό κομμάτι της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης, δίχως όμως αποτέλεσμα και συνάμα με αστείες δικαιολογίες. Τι φοβάται από τη δημοσίευση μιας σύμβασης, που ούτως ή άλλως είναι υποχρεωμένη να γνωστοποιήσει στην ελληνική κοινωνία;
Η κα. Κεραμέως ασκεί άριστα τα καθήκοντά της, όχι όμως ως Υπουργός Παιδείας, αλλά ως πιστή εκπρόσωπος την Ιδιωτικών Κολλεγίων και των Σχολαρχών. Οι περισσότερες νομοθετικές παρεμβάσεις, εν μέσω πανδημίας, εκείνους αφορούν, συρρικνώνοντας συνάμα τη Δημόσια Εκπαίδευση.