Κάποτε συμμετείχα με προθυμία στο “θάψιμο” της ελληνικής τηλεόρασης που ως γνωστόν είναι χειρότερη από όλες παγκοσμίως, είναι γενικά τρισάθλια, και έχει πιάσει πάτο.
Εδώ και καιρό ομολογώ ότι όλα τα παραπάνω, με κουράζουν, διότι εκκινούν συνήθως από μια αίσθηση ηθικής ανωτερότητας του εκάστοτε κατήγορου, η οποία εδώ που τα λέμε δεν εδράζεται πουθενά. Όσοι πραγματικά δεν βλέπουν ελληνική τηλεόραση (και είναι πολλοί πια), πιθανότατα δεν νιώθουν καλύτεροι των υπολοίπων. Απλώς με τόσες streaming επιλογές, μάλλον την βαριούνται. Και σίγουρα , η πλειονότητά τους, δεν μπαίνει στην διαδικασία να την κράξει. Εκείνοι που κράζουν, κατά κανόνα βλέπουν ακριβώς για αυτόν τον λόγο: για να μας πουν μετά πόσο χάλια είναι, και μέσω ενός προφανούς ετεροπροσδιορισμού, να μας δείξουν πόσο καλλιεργημένοι και υπεράνω είναι και οι ίδιοι.
Εντάξει, κανένα πρόβλημα, έχει και αυτό την πλάκα του. Ειδικά το ευφάνταστο κράξιμο στα social για κάποιο τηλεοπτικό προϊόν, είναι συχνά πιο διασκεδαστικό από την αφορμή του.
Πλην όμως, ορισμένα ζητήματα δεν είναι ούτε διασκεδαστικά, ούτε χωράνε ακριβώς στην συζήτηση για την τηλεοπτική μας παρακμή – εμπίπτουν σε κάτι ευρύτερο: την κοινωνική μας παρακμή.
Η υπόθεση με τα νεκρά μωρά στην Αμαλιάδα είναι εξαιρετικά σοβαρή. Η τηλεοπτική της αντιμετώπιση, αντιθέτως ,είναι όχι απλώς ασόβαρη, αλλά και απολύτως επικίνδυνη. Η κακοποίηση, το ολοφάνερο ψυχικό τραύμα, οι ενδεχόμενες δολοφονίες μωρών, δεν μπορούν να αποτελούν θέματα casual συζήτησης με όρους μεσημεριανού θεάματος!
Το ποινικό σκέλος της ιστορίας συνιστά το ένα μέρος της , προφανώς πολύ σημαντικό και κανονικά δεν θα έπρεπε ούτε κατά διάνοια να επιτρέπεται το πλήρες ξεχείλωμά του σε τηλεπαράθυρα χυδαίας και απροκάλυπτης ασχετοσύνης.
Το σκέλος που ακουμπά στην ψυχική υγεία και ο πλήρης τηλεοπτικός ευτελισμός του είναι κάτι άλλο, θλιβερό και ταυτόχρονα ενδεικτικό της βαθιάς άγνοιας που εξακολουθούμε να έχουμε ως χώρα γύρω από αυτά τα θέματα. Και της βαθιάς απροθυμίας/αδιαφορίας να τα δούμε επιτέλους όσο σοβαρά τους αξίζει.
Δεν καμώνομαι τον εντελώς έκπληκτο, προς Θεού, στην μικρή οθόνη έχουμε δει τέρατα και τέρατα όλα αυτά τα χρόνια. Ωστόσο, ετούτη η άγρια χαρά παρουσιαστών, δημοσιογράφων και πανελιστών, ενώ εξελίσσεται μπροστά στα μάτια τους ένα κουβάρι ψυχικών διαταραχών, δίχως οι ίδιοι να έχουν την παραμικρή αμφιβολία για το αν κάνουν το σωστό, την παραμικρή τύψη ή ενοχή, δίχως ίχνος αυτοσυγκράτησης και εντέλει τσίπας, έχει κάτι αληθινά τρομακτικό στον πυρήνα της.
Θυμίζω ότι εν προκειμένω υπάρχουν και μερικά πτώματα μωρών, τα οποία κανονικά θα επέβαλλαν την μέγιστη προσοχή και τον μέγιστο σεβασμό από όλους τους εμπλεκομένους.
Αν μέσα στην συγκεκριμένη, ανατριχιαστική συνθήκη, εν έτη 2024 μάλιστα, η ελληνική τηλεόραση επιλέγει να λειτουργεί σαν την πλατεία του χωριού που ξεφτιλίζει δημόσια τον τρελό του, φοβάμαι ότι σε κάποιο επίπεδο και η ελληνική κοινωνία προτιμά ακριβώς την ίδια προσέγγιση.
Και τούτο είναι πιο ανησυχητικό ακόμα και από το θολό βλέμμα ενός κοριτσιού που όλοι υποψιάζονται για κάτι φριχτό μα συνεχίζει να περιφέρει από κανάλι σε κανάλι τις πληγές του, χωρίς ουδείς να ντρέπεται για μια κατάντια που σπάει το γυαλί και μας ακουμπά όλους.