της Φαίης Σφακιωτάκη
Οι κτηνοτρόφοι της Κρήτης διαμαρτύρονται για τις χαμηλές τιμές πώλησης γάλακτος που έχουν διαμορφωθεί φέτος στην αγορά. Οι τυροκόμοι κάνουν λόγο για μηδαμινό κέρδος στα προϊόντα που παράγουν. Και οι καταναλωτές στρέφουν σταδιακά την «πλάτη» στα ντόπια τυροκομικά προϊόντα, λόγω κόστους. Είδος πολυτελείας τελικά το κρητικό τυρί, λόγω κόστους παραγωγής ή προϊόν αισχροκέρδειας για ένα κρίκο της εφοδιαστικής αλυσίδας; Ο Πρόεδρος του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Μυλοποτάμου, Γρύλλος Παπαδάκης, δήλωσε στην Τηλεόραση CRETA πως οι πολύ χαμηλές τιμές πώλησης του γάλακτος εντοπίζονται μόνο στην Κρήτη, όπου ταυτόχρονα το κόστος παραγωγής είναι αυξημένο.
«Είναι κρίμα να ξέρουμε ότι παράγουμε ένα χρυσό πλούτο, να τον παίρνουν τσάμπα και να το εκμεταλλεύονται άλλοι. Πέρυσι πληρώθηκε στην Κρήτη το γάλα 1,40. Φέτος, η τιμή είναι μειωμένη από 0,20 ευρώ έως 0,45 ευρώ. Πρέπει να μπει πλαφόν στην τιμή στην Κρήτη, μεταξύ 1,35 – 1,40 ευρώ, διότι έχουμε υψηλό κόστος παραγωγής. Δεν μπορεί στην Κρήτη να μένουν οι τιμές εξευτελιστικές και στην υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα το γάλα να πληρώνεται 1,50-1,60 ευρώ και χωρίς το βαρύτατο κόστος που υπάρχει στην Κρήτη. Όταν στο νησί μας ένας κτηνοτρόφος ταΐζει 365 μέρες το χρόνο, στην υπόλοιπη ηπειρωτική χώρα ταΐζουν από 90 έως και 100 μέρες.»
Ο Κτηνίατρος και Πρώην Πρόεδρος του Παραρτήματος Κρήτης του ΓΕΩΤΕΕ Αλέξανδρος Στεφανάκης εξηγεί γιατί υπάρχει αυτή η απόκλιση τιμής μεταξύ Κρήτης και ηπειρωτικής Ελλάδας.
«Κάθισα κι έκανα μια κοστολόγηση κι έβαλα τους βασικούς συντελεστές παραγωγής, με δύο σενάρια. Το ένα είναι για έναν κτηνοτρόφο που έχει το βοσκότοπό του και καλλιεργεί και κτηνοτροφικά φυτά. Σ’αυτήν την περίπτωση, αν πάρει 100 κιλά γάλα από την ντόπια προβατίνα, το κόστος παραγωγής είναι 1,25 ευρώ το λίτρο. Αν καταφέρει να πάρει περισσότερα από 150 κιλά γάλα, κατεβαίνει το κόστος σε 1,15 ευρώ. Αν από την άλλη πλευρά ένας κτηνοτρόφος αγοράζει τα πάντα και καταφέρει να πάρει 250 κιλά γάλα από την προβατίνα, τότε το κόστος είναι 1,35 ευρώ. Αυτά είναι τα πραγματικά κόστη, χωρίς να υπάρχει κέρδος. Αυτό που μας χαμηλώνει την τιμή είναι η επάρκεια που έχουμε σε σχέση με τη δυνατότητα μεταποίησης. Τα υφιστάμενα τυροκομεία της Κρήτης δεν έχουν τη δυναμικότητα να επεξεργαστούν το γάλα που παράγει η Κρήτη. Εκεί είναι το πρόβλημα.»
Η Κρήτη διαθέτει περί τα 100 τυροκομεία. Φέτος έκλεισαν δύο. «Τα τυροκομικά προϊόντα πωλούνται χαμηλότερα απ’όσο θα έπρεπε» σημειώνει ο Πρόεδρος Τυροκόμων Νομού Χανίων, Σπύρος Μπαλαντίνος. «Για να παράξουμε ένα κιλό γραβιέρα, χρειαζόμαστε 7 κιλά γάλα. Οπότε, με το 1,20 που είναι η σημερινή τιμή του γάλακτος, σκεφτείτε ότι μόνο η πρώτη ύλη, χωρίς κανένα άλλο έξοδο μέσα, χωρίς τον ΦΠΑ, είναι 8,40 ευρώ. Αν βγείτε στην αγορά θα βρείτε γραβιέρα με 12-13 ευρώ. Σ’αυτά τα 13 ευρώ δεν μπορώ να πω ότι περιλαμβάνεται κερδοφορία. Σίγουρα το τυροκομείο που την πουλάει έχει ζημιά. Και σίγουρα αυτές οι τιμές είναι αποτέλεσμα της πίεσης στις αποθήκες. Δηλαδή, όταν ένα τυροκομείο έχει ένα πολύ υψηλό απόθεμα, πρέπει κάπως να το ξεφορτωθεί για να μπουν οι νέες παραγωγές μέσα. Οπότε αναγκαστικά το πουλάει σε χαμηλότερες τιμές. Μπορεί ένα τυροκομείο αναλόγως και τα αποθεματικά του να το αντέξει μια χρονιά, δεύτερη δεν μπορεί να το αντέξει με τίποτα. Και σίγουρα φέτος είναι μια δεύτερη κακή χρονιά.»
Το 2022 η ζήτηση τυροκομικών προϊόντων στην Ελλάδα μειώθηκε κατά 11%, σε σχέση με το 2021. «Τα κρητικά τυροκομεία σήμερα έχουν απόθεμα κυρίως σε κρητική γραβιέρα, γιατί είναι το βασικό προϊόν που αποθηκεύεται. Τα υπόλοιπα είναι φρέσκα τα περισσότερα. Τα αποθέματα οφείλονται κυρίως στη χαμηλότερη ζήτηση από πλευράς του καταναλωτή» πρόσθεσε ο κ. Μπαλαντίνος.