Τα απαλλακτικά βουλεύματα υπέρ των πολιτικών πρωταγωνιστών δίωξης εναντίων πολιτικών προσώπων κυβερνήσεων Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ & ΣΥΡΙΖΑ, για το σκάνδαλο της Νοβάρτις, επιβεβαιώνουν την παλαιά γνωστή λαϊκή ρήση που έλεγε «Κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει».
Είχαν δηλώσει ότι το σκάνδαλο της Νοβάρτις ήταν το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα πολιτικο-οικονομικό σκάνδαλο στην Ελλάδα, όμως δυστυχώς όπως εξελίχθηκε η διαδικασία διαλεύκανσης του, φαίνεται ότι θα μείνει ατιμώρητο .
Ο λόγος που προκαλεί συζητήσεις και σχόλια στην κοινή γνώμη είναι η αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στην πρόταση της εισαγγελέως για παραπομπήστην δίκη που εκκρεμεί στο Ειδικό Δικαστήριο και στο βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου που υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν μεθοδεύσεις ούτε σκευωρία κατά την εκκίνηση διαδικασιών της αναφερόμενης υπόθεσης. Δηλαδή απαλλαγή κατηγόρων και κατηγορουμένων, ούτε σκάνδαλο ούτε σκευωρία.
Σε κάθε περίπτωση αν είναι σκάνδαλο ή σκευωρία, αρμόδια υπηρεσία για να το κρίνει είναι μόνο η Ελληνική Δικαιοσύνη.
Εύλογα όμως δημιουργείται το ερώτημα γιατί οι διώξεις για το σκάνδαλο της Νοβάρτις περιορίστηκαν μόνο στα πολιτικά πρόσωπα. Γιατί δεν έγινε καμία προσφυγή κατά της φαρμακευτικής εταιρίας όπως έκαναν άλλες κυβερνήσεις σε άλλες χώρες, όπου αποδείχθηκε ότι η εταιρία καλλιεργούσε ιδιαίτερες χέσεις με το ιατρικό προσωπικό για ευνοϊκή μεταχείριση στην προώθηση των φαρμακευτικών της προϊόντων. Εκεί θα έπρεπε να στραφεί το προανακριτικό ενδιαφέρον εφόσον υπήρχαν τα στοιχεία για την Ελλάδα και αυτό ίσως θα ήταν το πραγματικό οικονομικό σκάνδαλο που αγνόησε τότε κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Η απαλλαγή των δέκα πολιτικών προσώπων φέρνει στην επικαιρότητα την διαχρονική προσπάθεια, από τα κόμματα της εκμετάλλευσης, πραγματικών, αμφιλεγόμενων ή και ανύπαρκτων σκανδάλων, προκειμένου να οδηγήσουν σε διασυρμό τους πολιτικούς τους αντιπάλους, με σκοπό να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη στις επερχόμενες εκλογές.
Σκάνδαλα και σκανδαλολογία υπήρξαν διάχυτα τα τελευταία 40 χρόνια στην Ελλάδα, τα οποία προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τα κομματικά επιτελεία, όμως όπως έχει αποδειχτεί ιστορικά το φαινόμενο αφήνει ασυγκίνητους τους Έλληνες ψηφοφόρους.
Ο Ανδρέας το 1989 δεν έχασε τις εκλογές από το σκάνδαλο του Κοσκωτά, αντίθετα επέστρεψε νικητής κερδίζοντας τις εκλογές το 1993. Ούτε ο Σημίτης έχασε το 2004 από διάφορα σκάνδαλα που υπήρχαν όπως για τις μίζες των εξοπλιστικών ή το σκάνδαλο χρηματιστηρίου. Την παντοδυναμία του ΠΑΣΟΚ δεν την στέρησε κανένα οικονομικό πολιτικό σκάνδαλο και η «έκλειψη» του πράσινου ήλιου έγινε από τα μνημόνια και την οικονομική κρίση στην Ελλάδα.
Το ίδιο συνέβη και το 2009, δεν έπεσε η κυβέρνηση Καραμανλή από το Βατοπέδι, έπεσε από την έλλειψη οικονομικής ρευστότητας και τη αδυναμία εξυπηρέτησης δανειακών υποχρεώσεων του δημοσίου, σε συνδυασμό με τη δήλωση «λεφτά υπάρχουν» του Γεωργίου Παπανδρέου.
Ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε στις εθνικές κάλπες και στις εκλογές για οικονομικές σκανδαλώδεις υποθέσεις των στελεχών του. Έχασε για την οικονομική αναντιστοιχία της πολιτικής του μεταξύ των αντιπολιτευτικών υποσχέσεων των λόγων και των έργων που παρουσίασε ως κυβέρνηση της χώρας.
Το ίδιο ισχύει για όλα τα εκλογικά αποτελέσματα όλα τα προηγούμενα χρόνια της μεταπολίτευσης, ποτέ ένα κόμμα δεν έχασε λόγω σκανδάλων ή υποθέσεων σχετιζόμενων από φαινόμενα σκανδαλολογίας.
Όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα συνέστησαν κατά καιρούς προανακριτικές επιτροπές και πολλοί πρώην υπουργοί ή άλλα πολιτικά πρόσωπα οδηγήθηκαν ενώπιον των Ειδικών Δικαστηρίων, όμως ελάχιστοι πιστεύουμε ήταν οι πολίτες που ψήφισαν στις εκλογές με κριτήριο τη δικαστική εξέλιξη υποθέσεων πολιτικών σκανδάλων.
Οι πολίτες στην Ελλάδα ψηφίζουν με βάση το συμφέρον στην τσέπη τους, την βελτίωση της οικονομικής κατάστασης, από την καλύτερη διαχείριση των προβλημάτων της χώρας και αφήνουν την πολιτική σκανδαλολογία για τα Μ.Μ.Ε., τους φανατικούς και τα κομματικά επιτελεία.