Όπως συμβαίνει στο σκάκι έτσι και στην πολιτική, καίρια σημασία έχουν οι κινήσεις και οι θέσεις. Αυτές αποδεικνύουν αν κάποιος κατέχει τους κανόνες του παιχνιδιού και διαθέτει στρατηγική σκέψη.
Το ζήτημα της σωστής τοποθέτησης είναι αναμφίβολα σημαντικό, καθώς συνδέεται ευθέως με τον επιδιωκόμενο στόχο. Παρακολουθώντας την εγχώρια σκηνή, εύκολα θα διαπιστώσουμε ποιοι πρωταγωνιστές το πράττουν εύστοχα και ποιοι όχι. Κατά πόσο οι ενέργειες και οι πρωτοβουλίες τους προσαρμόζονται στα δεδομένα της συγκυρίας. Ποιος είναι ο βαθμός επικαιρότητας και αρμονίας τους με αυτήν. Μπορούν να παρακολουθήσουν, να αντιληφθούν και, κυρίως, να επηρεάσουν τις εξελίξεις διευρύνοντας την αξία τους; Ή παραμένουν ανακόλουθοι με τις προσδοκίες και επιθυμίες της εποχής;
Η διαρκής προσαρμογή καθίσταται αναγκαίος και απαραίτητος όρος για την επίτευξη των στρατηγικών επιδιώξεων. Κάτι ήξερε ο Κάρολος Μάρξ όταν έλεγε ότι ο καπιταλισμός είναι το πιο επαναστατικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα γιατί έχει την ικανότητα να εναρμονίζεται στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Διαχρονικά στην Ελλάδα υπήρξαν ηγέτες που βρίσκονταν σε αντιστοιχία με τις ανάγκες της μιας ή της άλλης περιόδου. Το γεγονός αυτό δεν οφείλεται μόνο στη ορθή ανάγνωση του περιβάλλοντος, αλλά και στο ότι διέθεταν το απαιτούμενο βάθος. Σε συνδυασμό, βέβαια, και με τις αποσκευές που έφερε ο καθένας, με τις ιδέες και τις αντιλήψεις τις οποίες πρέσβευε.
Διαθέτοντας τα παραπάνω πλεονεκτήματα, τοποθετούνταν σωστά στην πολιτική σκακιέρα, ανταποκρινόμενοι στις διεργασίες και στις μεταβολές που συντελούνταν. Ο λόγος τους ήταν επίκαιρος και δημιουργικός. Όχι μανιχαϊστικός, καταγγελτικός, ή διχαστικός. Δεν παρέπεμπε στο παρελθόν. Και πολύ περισσότερο δεν ήταν δοξαστικός.
Ωστόσο, υπήρξαν και πολλά αρνητικά παραδείγματα πρωταγωνιστών. Επιπλέον, ακόμη και σήμερα, έπειτα από τη δεκαετή οικονομική κρίση που σάρωσε σχεδόν τα πάντα, παρακολουθούμε, δυστυχώς, τους εκπροσώπους της πολιτικής τάξης, στην πλειονότητά τους, να επαναλαμβάνουν στις δημόσιες παρεμβάσεις τους τα γνωστά κλισέ και στερεότυπα.
Άλλοτε λαϊκίζουν, πλειοδοτώντας σε ανεδαφικά και πελατειακά αιτήματα. Και άλλοτε υιοθετούν αναχρονιστικές θέσεις και ανορθολογικές προσεγγίσεις, εκτοξεύοντας διάφορες κορώνες. Φτάνουν δε στο σημείο να υποδαυλίζουν και τα εθνικιστικά αντανακλαστικά ορισμένων. Κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι, προκειμένου να γίνουν αρεστοί στο εκλογικό σώμα, συχνά διολισθαίνουν σε έναν παρωχημένο λόγο και σε διάφορα αχρείαστα φληναφήματα. Για παράδειγμα, στο κόμμα της συμπολίτευσης λίγοι είναι εκείνοι που υιοθετούν τη μεταρρυθμιστική επαγγελία, την οποία πρεσβεύει ο αρχηγός τους.
Φωτεινό παράδειγμα, αντιθέτως, αποτελεί η κυρία Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Η διαφορά της από τον προκάτοχό της είναι αισθητή και διακριτή. Η νέα Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει τα χαρακτηριστικά της συντήρησης και του παλαιοκομματισμού. Ούτε προέρχεται από το φθαρμένο πολιτικό κατεστημένο. Τουναντίον, ενσαρκώνει την ευρωπαϊκή Ελλάδα της εξωστρέφειας.
Συνδέει τον κοσμοπολιτισμό με τον πατριωτισμό, απορρίπτοντας αντιπαλότητες και μισαλλοδοξίες. Αφήνοντας στην άκρη ανώφελα ιδεολογήματα, αποστρέφεται τις εθνικιστικές εξάρσεις. Ακολουθώντας τον δρόμο του ορθολογισμού, εκφέρει έναν νηφάλιο, ήπιο και δημιουργικό πολιτικό λόγο, χωρίς βερμπαλισμούς και μεγαλεπήβολες διακηρύξεις. Και προπαντός, δίχως σκιαμαχίες και ψυχώσεις.
Με τις δημόσιες παρεμβάσεις της, έδειξε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, ότι υπηρετεί ουσιαστικά το πολιτειακό αξίωμα. Διαθέτει βάθος, ποιότητα και πολιτική κουλτούρα. Το σημαντικότερο, βρίσκεται σε αντιδιαστολή με το αποξηραμένο κομματικό και ιδεολογικό περιβάλλον. Με άλλα λόγια, εκφράζει ένα διαφορετικό πολιτισμικό πρότυπο.