Το μοντέλο «καλύτερα στους ιδιώτες παρά στην αναβάθμιση του δημοσίου» ακόμα και στον ευαίσθητο τομέα της ασφάλειας των αεροδρομίων, προχωρεί η ΝΔ, παρά τις έντονες αντιδράσεις.
Η κυβέρνηση υπακούοντας στην απαίτηση των ντόπιων και ξένων ιδιωτικών συμφερόντων των διαχειριστών αεροδρομίων που επιχειρούν να δρουν ανεξέλεγκτα, υποβάθμισε σε μεγάλο βαθμό την ασφάλεια των αερομεταφορών, μέσω της κατάργησης των Αεροπορικών Αρχών των Αερολιμένων (ΑΠΑ).
Μέχρι την ψήφιση του νέου νόμου, υπήρχε νομοθεσία που προέβλεπε την ύπαρξη Κρατικής Αεροπορικής Αρχής στα ελληνικά αεροδρόμια ώστε να ελεγχθεί η ιδιωτική πρωτοβουλία που πλέον έχει αναλάβει όλες τις δραστηριότητες στους αερολιμένες.
Το μόνο που είχε απομείνει ως κρατικό ελεγκτικό όργανο στο αεροδρόμιο, ήταν ο αερολιμενικός έλεγχος που ασκούσε τον έλεγχο για διασφάλιση της τήρησης των κανόνων ασφαλείας, και την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση των επιβατών.
Έργο που δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από ιδιώτη λόγω της φύσης του. Η ασφάλεια είναι εθνική και συνάμα ακριβή υπόθεση και η εμπλοκή των ιδιωτών επί της ουσίας δεν συνάδει με την αύξηση του κέρδους που επιδιώκουν να έχουν οι ιδιωτικές εταιρείες.
Με απλά λόγια η αύξηση του κέρδους είναι πρακτικά αδύνατο να ταυτιστεί με τη βελτιστοποίηση ασφάλειας που κοστίζει και που είναι το ζητούμενο για το κράτος και τον πολίτη και την ουσιαστική ευρωστία των αερομεταφορών.
Ένα σοβαρό και οργανωμένο Κράτος οφείλει απέναντι στους πολίτες, να επιδιώκει τη συνεχή αναβάθμιση και ενίσχυση του ρυθμιστικού – εποπτικού μηχανισμού της χώρας για να εξυπηρετηθεί το εθνικό συμφέρον και να λειτουργεί η ιδιωτική πρωτοβουλία σε ένα ασφαλές περιβάλλον.
Το νέο νομοσχέδιο «κατάφερε» να δημιουργήσει μια περιορισμένη Υπηρεσία των 172 εργαζομένων αντί των ήδη κατανεμημένων 289 θέσεων, για τον έλεγχο και την εποπτεία όλων των αερομεταφορών, χωρίς τις θεσμοθετημένες, με νόμο, τοπικές Κρατικές Αεροπορικές Αρχές τους και κατ’ επέκταση, χωρίς τα αρμόδια εκπαιδευμένα όργανα που σήμερα υπηρετούν για τον έλεγχο για τον οποίο δημιουργήθηκε η Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας. Μάλιστα, στα ερωτήματα που ετέθησαν για τον περιορισμένο αριθμό των εργαζομένων και για το πώς θα πραγματοποιείται το προβλεπόμενο αερολιμενικό έργο στο αεροδρόμιο, ο Υπουργός απάντησε πως θα γίνετε ηλεκτρονικά μέσω ραντάρ, προκαλώντας το γέλιο στους ειδικούς επιστήμονες εργαζόμενους του χώρου, που αφενός γνωρίζουν πολύ καλά ότι αυτό είναι αδύνατο, αφετέρου έχουν την πολυετή εμπειρία της αρνητικής αντιμετώπισης των θεμάτων εκσυγχρονισμού του εξοπλισμού τους από τις κυβερνήσεις της ΝΔ, όπου οι εργαζόμενοι ζητούσαν κατάλληλο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και εφαρμογές και η αντίδραση ήταν ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ. Αρκεί να σημειωθεί ότι ακόμα και η πλατφόρμα για τον έλεγχο των διαφόρων επιβαλλόμενων τελών στους αερολιμένες της ΥΠΑ, φτιάχτηκε από τους ίδιους τους εργαζόμενους και είναι η ίδια, εδώ και σχεδόν 30 χρόνια, χωρίς δυνατότητα διασύνδεσης με τους οφειλέτες, κάτι που έχει ζητηθεί εδώ και δεκαετίες από τους εργαζόμενους.
Και δεν φτάνει ο εμπαιγμός από τον Υπουργό. Στην ίδια κατεύθυνση εμπαιγμού του ελληνικού κοινοβουλίου, ασφαλώς, ήταν και ο έλληνας εκπρόσωπος της γερμανικής Fraport, o οποίος, στην ερώτηση του εισηγητή της ΝΔ για τα θέματα ασφάλειας, δήλωσε ότι δεν είναι απαραίτητος ο κρατικός έλεγχος της ασφάλειας στα αεροδρόμια, αφού έλεγχος της ασφάλειας δεν υπάρχει ούτε κατά την πτήση αεροσκάφους, όπου θεώρησε ότι θα ήταν πιο απαραίτητη. Δηλαδή τι μας είπε η Fraport; Ότι ο έλεγχος της Τροχαίας πρέπει να γίνεται σε όχημα εν κινήσει, με τροχονόμο παρών, δίπλα στον οδηγό στο αυτοκίνητο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να ελεγχθούν το δίπλωμα οδήγησης, ο εξοπλισμός ασφαλείας του αυτοκινήτου, η πιθανή κατάσταση μέθης του οδηγού κ.λ.π. Αυτά τα ευτράπελα δήλωσε η Fraport ενώπιον του ελληνικού κοινοβουλίου, σαν να διαχειριζόταν αδαείς Έλληνες πολίτες, χωρίς ωστόσο να εξηγήσει, γιατί στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης όπου δραστηριοποιείται στη Γερμανία η Fraport, λειτουργεί Κρατική Αεροπορική Αρχή της Γερμανικής ΑΠΑ. Πιθανόν να θεωρεί η Fraport, πολύ πιο σοβαρό το ζήτημα της ασφάλειας των Γερμανών πολιτών έναντι των Ελλήνων…
Για την υπεράσπιση του δημοσίου συμφέροντος και την ασφάλεια των αερομεταφορών, όταν όλα τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης αντέδρασαν, ο αρμόδιος Υπουργός ζητούσε απλά, να μην τίθεται θέμα ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας, διότι όλα αυτά τα ζητήματα έχουν μελετηθεί.
Μετά από επίμονα και επαναλαμβανόμενα αιτήματα όλης της αντιπολίτευσης να εξετάσει τις σχετικές μελέτες, ο Υπουργός, λίγα λεπτά πριν την ψηφοφορία του νομοσχεδίου κατέθεσε την μελέτη στην οποία στηρίχτηκε, για να στελεχώσει την (νέα) ΑΠΑ με την απίστευτη ακρίβεια των 172 εργαζομένων! Η μελέτη αυτή, δεν ήταν τίποτα άλλο από έναν Πίνακα, που συνοδευόταν από ένα πρόχειρο κείμενο χωρίς βιβλιογραφικές αναφορές στις πηγές. Σε αυτόν παρουσιάζονταν στοιχεία από έξι κράτη (Κροατία, Πορτογαλία, Μάλτα, Βέλγιο, Αυστρία, Ιρλανδία), ως προς τις Αρχές Πολιτικής Αεροπορίας τους, που κατά την εκτίμηση του Υπουργείου, που όμως δεν αιτιολογήθηκε ποτέ, θεωρήθηκαν αντίστοιχες περιπτώσεις με την Ελλάδα. Στον Πίνακα υπήρχαν στοιχεία προσωπικού για μόνο δύο χώρες από τις έξι, την Πορτογαλία, όπου, σύμφωνα με τα στοιχεία του ίδιου του Υπουργείου, υπηρετούν 250 εργαζόμενοι και την Ιρλανδία, όπου υπηρετούν 685 εργαζόμενοι. Αυτό από μόνο του, καταδεικνύει ότι, οι επιλογές της κυβέρνησης για την ασφάλεια της Πολιτικής Αεροπορίας είναι τουλάχιστον επικίνδυνες και εκπορεύονται από ιδιωτικά συμφέροντα, ξένα προς το δημόσιο συμφέρον και την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας.
Ίσως για το λόγο αυτό, οι μόνοι ικανοποιημένοι από το νομοσχέδιο ήταν η γερμανική Fraport και ο ΣΕΤΕ, που εκπροσωπεί συμφέροντα ιδιωτών του αεροπορικού χώρου που πρέπει να ελέγχονται από την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας.
Αλήθεια πως το Υπουργείο συγκρίνει το ελεγκτικό έργο των τριάντα (30) αεροδρομίων της νησιωτικής Ελλάδος με το ένα (1) αεροδρόμιο της Μάλτας ή το πολύ με ηπειρωτικές χώρες που διαθέτουν λιγότερα αεροδρόμια από το 1/3 της πατρίδας μας; Και πως δικαιολογεί το Υπουργείο το γεγονός ότι με τα ίδια του τα στοιχεία που κατέθεσε ο αρμόδιος Υπουργός, η Ιρλανδία των οκτώ (8) αεροδρομίων έχει προσωπικό 685 ατόμων και για την νησιωτική Ελλάδα των τριάντα (30) αεροδρομίων αρκεί προσωπικό των 172 εργαζομένων εγκατεστημένων στην Αθήνα; Μήπως, επειδή, τελικά δεν τους ενδιαφέρει να γίνεται πραγματικό ελεγκτικό έργο αφού πρέπει, στη δύσμοιρη χώρα μας, να εισακούγονται μόνο τα ξενόφερτα επιχειρηματικά συμφέροντα σε βάρος των πολιτών και των εργαζομένων;
Είναι ολοφάνερο πλέον πως οι επιλογές αυτές, συμφέρουν μόνο τους ολίγους, που υπηρετούν το παζλ των συμφερόντων της ιδιωτικοποίησης και δεν ενδιαφέρονται για την πραγματική ασφάλεια που βλέπουν υποτιθέμενους κινδύνους αλλού κι όχι εκεί που πραγματικά υπάρχουν.