Με καθαρά παροχολογητική διάθεση και χωρίς καμία πρόθεση για δυναμικές Αλλαγές στον Αγροτικό Τομέα και τα προβλήματα που τον ταλανίζουν, επισκέφθηκε τις προηγούμενες ημέρες ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων την ΠΕ Ηρακλείου.
Είναι γεγονός ότι το θέμα της υποβαθμισμένης ποιότητας ελαιολάδου λόγω δάκου και γλοιοσπόριου στις ελαιοκαλλιέργειες, έχει ήδη προκαλέσει δυσμενέστατες συνέπειες στην αγροτική οικονομία της Κρήτης, καθώς οι αυξημένες οξύτητες του παραγόμενου ελαιολάδου το καθιστούν στην ουσία άνευ δυνατότητας πώλησης στις αγορές.
Εδώ και έξι μήνες, όμως, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ «πέρι άλλων τυρβάζει», την ώρα που θα έπρεπε ήδη να έχει προβεί σε αλλαγές, με άμεσες νομοθετικές πρωτοβουλίες για την άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων κυρίως στη δακοκτονία, αλλά και στην όσο το δυνατόν ταχύτατη ανταπόκριση υπηρεσιών και φορέων για τη μεγιστοποίηση της δουλειάς που απαιτείται για ολοκλήρωση του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ) 2014-2020, που η προηγούμενη κυβέρνηση το άφησε ημιτελές.
Τι μας είπε ο κ.Υπουργός κατά την επίσκεψή του στο Ηράκλειο; Σύμφωνα με ανακοίνωσή του «ανέπτυξε το σχέδιό του για άμεση λύση στα προβλήματα που έχουν ανακύψει, διαμέσου τριών αποζημιωτικών κατευθύνσεων».
– «…όσες καλλιέργειες έχουν ζημιωθεί από καιρικά φαινόμενα θα αποζημιωθούν από τον ΕΛΓΑ με την προβλεπόμενη διαδικασία», δηλαδή ανακοίνωσε το…αυτονόητο!!
– «…προανήγγειλε εν μέρει αποζημιώσεις ήσσονος σημασίας (de minimis) για τα θερμοκήπια και τις καλλιέργειες, η ζημιά των οποίων δεν εμπίπτει στο αποζημιωτικό πλαίσιο του ΕΛΓΑ», δηλαδή μια διαδικασία που είναι αμφιβόλου αποτελεσματικότητας καθώς για την πρωτογενή παραγωγή και εμπορία γεωργικών προϊόντων, ενεργοποιείται υπό ορισμένους όρους, ενώ και η ταχύτητα εφαρμογής έγκειται στους ευρωπαϊκούς χρόνους υλοποίησης. Επομένως σε ποια άμεσα μέτρα αναφέρεται ο κ.Υπουργός;
– «…σύσταση ειδικής επιστημονικής επιτροπής… η οποία ανέλαβε να διερευνήσει εάν η αύξηση του πληθυσμού του δάκου υπήρξε απόρροια της κλιματικής αλλαγής, προκειμένου να αξιοποιηθεί ειδικό άρθρο του ευρωπαϊκού κανονισμού που αφορά στην επίλυση ειδικών ζητημάτων», δηλαδή πάλι να ζητηθεί κατ’ εξαίρεση και εκ των υστέρων χρηματοδότηση από την ΕΕ, λες και δεν θα μπορούσε το έργο μιας αξιόλογης επιστημονικής επιτροπής να είναι η πρόληψη ενάντια στο έντομο μέσω της αποτελεσματικής παρακολούθησης των πληθυσμών του.
Ή δεν θα μπορούσε αυτή η Επιτροπή να διερευνήσει τη δυνατότητα δημιουργίας θηλυκών στείρων εντόμων δάκου, με παρέμβαση στα γονίδια (κάτι που είχε γίνει παλαιότερα από το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το ΙΤΕ) και επαναθεώρηση των περιβαλλοντικών περιορισμών που πιθανόν να είχαν τεθεί τότε, ώστε να ανοιχτεί ο δρόμος για πλήρως βιολογική καταπολέμηση του εντόμου, όπως έγινε, για παράδειγμα, με μεγάλη επιτυχία με τη μείωση των πληθυσμών της μύγας της Μεσογείου σε τεράστιες εκτάσεις στην Καλιφόρνια;
Ή δεν θα μπορούσε αυτή η Επιτροπή να προτείνει την, έστω πειραματικά, σύνδεση νέων τεχνολογιών για την αντιμετώπιση του εντόμου, που είναι μια αναγκαιότητα στις μέρες μας;
Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να υλοποιήσουμε μια εξ’ αποστάσεως παρακολούθηση των πληθυσμών του εντόμου, με ειδικές IoT (Internet of Things) παγίδες (αυτόνομες, με μικροκάμερα παρακολουθησης και άλλες τεχνολογίες), οι οποίες θα ελέγχονται σε πραγματικό χρόνο, ώστε να καθορίζεται ανάλογα η συχνότητα και το πρόγραμμα των ψεκασμών.
Έτσι, θα απαιτούνταν λιγότεροι ανθρώπινοι πόροι και οι παρεμβάσεις θα ήταν άμεσες, καθώς όλα τα δεδομένα που θα συγκεντρώνονται θα είναι προσβάσιμα από όλους τους εμπλεκόμενους (Περιφέρεια, Δήμοι, παραγωγοί, επιστήμονες, πολίτες).
Δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, επικεντρώνεται στην αιτιολόγηση του αιτίου της προσβολής (κλιματική αλλαγή, που είναι αμφιβόλου εγκυρότητας-αυτό θα το καθορίσουν τα επιστημονικά δεδομένα που θα τεθούν στο τραπέζι) από δάκο και όχι στους τρόπους πρόληψης και αντιμετώπισης, καθιστώντας την κυβερνητική πολιτική στον τομέα αυτό αναποτελεσματική επί της ουσίας του προβλήματος.
Τέλος, η απραξία της κυβερνητικής πολιτικής στον Αγροτικό Τομέα, επιβεβαιώνεται και από τη χαμηλή απορροφητικότητα (40%) του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020, η οποία θα επικυρωθεί σύντομα κατά την 8η Συνεδρίαση της Επιτροπής Παρακολούθησης, την ώρα μάλιστα που το Πρόγραμμα ολοκληρώνεται τη χρονιά που έρχεται. Αυτό, αν μη τι άλλο, αποκαλύπτει την αδυναμία της ελληνικής πολιτείας, διαχρονικά, να καταφέρει να απορροφήσει χρήματα από ευρωπαϊκά κονδύλια προς όφελος του Αγροτικού Τομέα, κάτι που θα έπρεπε μια υπεύθυνη πολιτική ηγεσία να μπορέσει να το αλλάξει, με περισσότερη δουλειά, με καθημερινό τρέξιμο, συντονισμό και συνεχή ενεργοποίηση των εμπλεκομένων με τα Μέτρα του ΠΑΑ, ώστε να αποδείξει την «κανονικότητα» που δήθεν ευαγγελιζόταν και για την οποία απέσπασε την ψήφο του ελληνικού λαού στις εκλογές.