Σωστό είναι αυτό που ταυτίζεται με την άποψη του πλήθους
Συγκεκριμένα:Την άποψη που εκφράζεται μέσα από το διαδίκτυο και τα σόσιαλ μίντια.
Έτσι από τις τηλεδίκες των 90’s περάσαμε στις ιντερνετικές σφυγμομετρήσεις και τις κυβερνο-ψηφορίες,όπου ο κόσμος εκφράζεται πλέον αποκλειστικά και μόνο μέσα από τα like του facebook,τα retweet του twitter και τις καρδούλες του instagram.
Προχθές μάλιστα διάβασα και ένα άρθρο-δοκίμιο κατά της παρούσας κυβέρνησης που βασίζονταν στα …like μιας ανάρτησης του Πρωθυπουργού στο facebook!
Like που φυσικά αν αντιστοιχούσαν σε πραγματικούς χρήστες-πολίτες θα μπορούσε κανείς να πει ότι δείχνουν έστω μια τάση αλλά που όλοι ξέρουμε ότι υπάρχουν στρατιές ολόκληρες ψεύτικων προφίλ και πακέτα από τρολλ (ενίοτε και πληρωμένων),κάτι σαν τους κλακαδόρους αλλοτινών εποχών,που δουλειά τους είναι να κάνουν like και σχόλια, νύχτα και μέρα στα social media.
“Το έγραψε το ίντερνετ”
Από την εποχή του “θα μας γράψουν οι εφημερίδες”,στην εποχή του “θα σε δώσω στα social media” η χρονική απόσταση δεν είναι και τόσο μεγάλη.
Η διαφορά όμως των δύο εννοιών είναι τεράστια.
Για να σε γράψει κάποτε η εφημερίδα,θα έπρεπε να είχε υπάρξει έστω ένα γεγονός,το οποίο θα το έπαιρνε ο δημοσιογράφος-ρεπόρτερ,θα το έδινε στον αρχισυντάκτη του και αναλόγως θα δημοσιευόταν ή όχι και αφού -συνήθως- θα είχε γίνει και ένα σχετικό τσεκάρισμα,μια στοιχειώδης επαλήθευση, όπως υποδεικνύει η δεοντολογία.
Για τον απλούστατο λόγο ότι αυτά που τυπώνονταν στις εφημερίδες,είχαν μια διάρκεια,τυπώνονταν μια κι έξω και τυπωμένες πια έμεναν για πολύ καιρό,άρα έπρεπε να έχουν μια βάση αλήθειας,ενώ όσον αφορά τις απόψεις,θα έπρεπε να στηρίζονται σε κάποια σοβαρά (ή έστω σοβαροφανή) επιχειρήματα.
Όλα αυτά κάποτε…
Γιατί στην εποχή των social media τα γραπτά και όχι όσα είπες, είναι τα…πτερόεντα,αυτά που σήμερα τα διαβάζεις και αύριο δεν υπάρχουν.
Γιατί το ο,τιδήποτε έχει γραφτεί στον ιντερνετικό κόσμο,μπορεί να “κατέβει” ανά πάσα στιγμή από το site,είτε να διορθωθεί στα επίμαχα σημεία του.
Δεν τυπώνεται πουθενά για να υπάρχει,άρα μπορεί κάλλιστα και να μην είναι σοβαρό.
Αντίθετα αυτό που είπες on camera δύσκολα σβήνει,αφού υπάρχουν αναρίθμητες πλατφόρμες όπου “ανεβαίνει” και βρίσκεται εκεί μέχρι να…στέκει η πλατφόρμα αυτή.
Άλλη μια τεράστια διαφορά του τότε με το τώρα είναι η υπογραφή.
Οι εφημερίδες ή τα όποια συμβατικά Media,ραδιόφωνα,τηλεοράσεις είχαν και έχουν φυσικά πρόσωπα με ονοματεπώνυμο, που μιλάνε,γράφουν,φαίνονται.
Τα σόσιαλ μίντια και ο ωκεανός των μπλογκς μπορεί να έχουν μια υπογραφή κάποιου που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.
Μάλιστα όσο πιο ανώνυμο είναι κάτι,τόσο πιο επιτυχημένο,χωρίς να έχω καταλάβει ποτέ το γιατί.
Μια ομάδα,δηλαδή,στο facebook ή κάποιος που γράφει με παρατσούκλι στο twitter έχει περισσότερες πιθανότητες κάνει σουξέ,παρά κάποιον που γράφει με την κανονική του φάτσα και το κανονικό του ονοματεπώνυμο.
Σε αυτό το πλαίσιο,το νοσηρό κατά την ταπεινή μου άποψη,όπου το feedback,η αντίδραση δηλαδή του ιντερνετικού πλήθους,καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και το τι θα πεις και τι θα γράψεις,δεν υπάρχει χώρος ούτε για δεοντολογίες,ούτε για νομικό πολιτισμό.
Αρκεί να βγεις και να κατηγορήσεις κάποιον για κάτι και είναι αυτομάτως ένοχος.
Το ιντερνετικό πλήθος δεν κάνει δεύτερες σκέψεις.
Είναι έτσι γιατί έτσι κάπου το διάβασε,κάποιος το έγραψε,κάπου το άκουσε ή το είδε.
Κριτική ικανότητα: Χαμηλή.
Επεξεργασία της πληροφορίας,αντίληψη της πραγματικότητας: Ακόμη πιο χαμηλή.
Δε θα μπορούσε εξάλλου να ήταν διαφορετικά τα πράγματα από την στιγμή που η πληροφορία τρέχει πια με τέτοιους ρυθμούς,που δεν υπάρχει καιρός για σκέψη και ανάλυση.
Κατηγορούμε τον τάδε ηθοποιό,σκηνοθέτη,προπονητή.
Τελείωσε,είναι ένοχος.
Τον τελειώνει το πλήθος.
Ούτε υπεράσπιση,ούτε να ακουστεί και η δική του εκδοχή,ούτε φυσικά να περάσει από κανονικό δικαστήριο με κανονικούς δικαστές,που γνωρίζουν τους νόμους και μπορούν να ξεχωρίσουν,(θέλουμε να πιστεύουμε),το αφήγημα από την πραγματικότητα.
Όλα χύμα,όλα στον κουβά,όλα να γίνονται χυλός.
Άνθρωποι που κατηγορούν άλλους ανθρώπους ότι τους φέρονταν άσχημα στον χώρο εργασίας τους,με εκφοβιστικές και επιθετικές συμπεριφορές αλλά που οι ίδιοι δεν έφυγαν από εκεί αλλά προτίμησαν να συνεχίσουν να είναι θύματα…
Και η κοπέλα των 400 ευρώ να βλέπει στην τηλεόραση την (πρώην) πριγκίπισσα και σύζυγο του Χάρρυ,Μέγκαν να υποστηρίζει ότι… κακοπέρασε στο Μπάκινγκχαμ και να την πιστεύει.
Έτσι,χωρίς γιατί,απλά επειδή εκείνη το είπε.