Η πολυαναμενόμενη ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός μπορεί να μην απάντησε σε όλα τα ερωτήματα του πολιτικού και επιχειρηματικού κόσμου για την «επόμενη ημέρα» της παγκόσμιας οικονομίας, έστειλε ωστόσο ορισμένα ξεκάθαρα μηνύματα προς την Ευρώπη, την Κίνα και το ΝΑΤΟ.
«Ειδήσεις» έβγαλε λίγη ώρα αργότερα και η συνέντευξη του νέου πλανητάρχη στο τηλεοπτικό δίκτυο FOX, όπου αναφέρθηκε εκτενώς στο ζήτημα επιβολής δασμών σε τρίτες χώρες -μια απειλή που έχει προκαλέσει τεράστια ανησυχία τόσο στην Κίνα και στην Ευρώπη, όσο και στον Καναδά και το Μεξικό.
Και δεν είναι τυχαίο.
Ορισμένοι διεθνείς αναλυτές αναφέρουν πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ αρέσκεται στο να κάνει τους εχθρούς του -αλλά και όσους κάθονται απέναντί του στο διαπραγματευτικό τραπέζι- να αισθάνονται αμηχανία και αγωνία.
Κομπλιμέντα και κριτική
Παρότι ο Τραμπ δεν ταξίδεψε φέτος στο Νταβός, η ορκωμοσία του και τα πρώτα εκτελεστικά διατάγματά του αποτέλεσαν από την πρώτη ημέρα το νούμερο ένα θέμα συζήτησης στο Φόρουμ.
Η ομιλία του μέσω βίντεο λινκ την Πέμπτη ήταν η πιο πολυαναμενόμενη της διοργάνωσης, με ηγέτες από ολόκληρο τον κόσμο, επιχειρηματίες και στελέχη πολυεθνικών να ελπίζουν ότι θα έριχνε «φως» στις επόμενες κινήσεις του προέδρου στον οικονομικό τομέα.
Όταν το πρόσωπο του Ντόναλντ Τραμπ εμφανίστηκε στη μεγάλη οθόνη του Φόρουμ, οι περίπου 3.000 συμμετέχοντες άρχισαν να ζητωκραυγάζουν.
Ο Αμερικανός πρόεδρος ξεκίνησε παραθέτοντας τις πρώτες πολιτικές αλλαγές της δεύτερης θητείας του ενώ στη συνέχεια προχώρησε σε δριμεία κριτική κατά των παραδοσιακών συμμάχων των ΗΠΑ -του Καναδά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Απείλησε εκ νέου με δασμούς, λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Ένα πράγμα που θα απαιτήσουμε είναι ο σεβασμός από άλλες χώρες. Ο Καναδάς. Έχουμε τρομακτικό έλλειμμα από τον Καναδά. Δεν θα έχουμε πλέον».
Μάλιστα, κατέκρινε αυστηρά τον προκάτοχό του, Τζο Μπάιντεν και τις οικονομικές πολιτικές του για το κλίμα και την ισότητα στην ένταξη -με τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι, που υπήρξε αξιωματούχος του Μπάιντεν και ήταν στο Νταβός, να κάνει εμφανείς μορφασμούς ενόσω άκουγε.
Το κεντρικό μήνυμα της ομιλίας του ήταν ξεκάθαρο: οι εταιρείες που θα παράγουν προϊόντα εκτός των ΗΠΑ θα έχουν οικονομικές κυρώσεις.
«Το μήνυμά μου σε κάθε επιχείρηση στον πλανήτη είναι πολύ απλό: ελάτε να φτιάξετε το προϊόν σας στις ΗΠΑ και θα έχετε τους χαμηλότερους φόρους από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο. Αν δεν το κάνετε, τότε θα πρέπει να πληρώσετε δασμούς» ξεκαθάρισε ο Ντόναλντ Τραμπ, ανακοινώνοντας παράλληλα ότι όσες επιχειρήσεις παράγουν στα αμερικανικά εδάφη θα επωφεληθούν από μείωση εταιρικού φόρου από το 21% στο 15%.
Στη συνέχεια έβαλε στο «στόχαστρο» την Ευρωπαϊκή Ένωση, περιγράφοντας το ρυθμιστικό της σύστημα ως εμπόδιο στις επενδύσεις.
Έδωσε, μάλιστα, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από την προσωπική του εμπειρία ως επιχειρηματίας όταν και είχε προσπαθήσει να προχωρήσει ένα μεγαλόπνοο πρότζεκτ στην Ιρλανδία.
Τότε, όπως είπε, έλαβε έγκριση σε εθνικό επίπεδο μέσα σε μια εβδομάδα αλλά ενημερώθηκε ότι το «πράσινο φως» της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αργούσε πέντε με έξι χρόνια.
«…Θα πρέπει να αστειεύεστε, είπα τότε… Η καθυστέρηση έκανε κάθε επένδυση μη βιώσιμη» τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Υποστήριξε, παράλληλα, ότι φίλοι του στην Ευρωπαϊκή Ένωση «θέλουν να είναι πιο ανταγωνιστικοί και δεν μπορείς να είσαι ανταγωνιστικός αν δεν μπορείς να πάρεις γρήγορα εγκρίσεις».
Εμφανώς ενοχλημένος, εξαπέλυσε «πυρά» και κατά των εμπορικών πολιτικών της Γηραιάς Ηπείρου, υποστηρίζοντας ότι αντιμετωπίζει «άδικα τα αμερικανικά προϊόντα».
«Η Ε.Ε. δεν παίρνει τα αγροτικά μας προϊόντα, ούτε τα αυτοκίνητά μας, αλλά μας στέλνουν εκατομμύρια αυτοκίνητα» ανέφερε, λέγοντας ότι οι ευρωπαϊκοί δασμοί και οι περιορισμοί δημιουργούν μια μη ισορροπημένη εμπορική σχέση.
Το μπλοκ «συμπεριφέρεται στις ΗΠΑ, πολύ άσχημα, πολύ άδικα» επανέλαβε ο Τραμπ, κάνοντας ειδική αναφορά στα πρόστιμα εκατομμυρίων που επιβλήθηκαν από το μπλοκ στην Google και την Apple.
Η ρητορική του θύμισε έντονα την πρώτη του θητεία, ωστόσο πλέον εγείρονται νέοι φόβοι ότι ένας νέος εμπορικός «πόλεμος» μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται προ των πυλών.
Και αυτό γιατί ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεψε στο Λευκό Οίκο πολύ πιο οργανωμένος και εμφανίζεται αποφασισμένος να «τελειώσει» ορισμένα ανοιχτά θέματα της πρώτης του θητείας.
Η πολιτική «Πρώτα η Αμερική» (σ.σ MAGA), που βρέθηκε στην «καρδιά» της προεκλογικής του καμπάνιας, φαίνεται ότι απασχολεί πολύ τους Αμερικανούς ψηφοφόρους, με τον Τραμπ και την κυβέρνησή του να διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι σκοπεύουν να πιέσουν αφόρρητα εχθρούς και φίλους προς αυτή την κατεύθυνση.
«Μούδιασμα» αλλά και συμπάθεια στην Ευρώπη
Ορισμένοι από τους παρευρισκόμενους στο Φόρουμ επαίνεσαν την ευθύτητα του Αμερικανού προέδρου ενώ άλλοι… διαφώνησαν διακριτικά και ευγενικά.
«Δεν είναι πολύ περίεργο να θέλεις να ενισχύσεις την ανάπτυξη στη χώρα σου» δήλωσε στο Reuters ο υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας Έσπεν Μπαρθ Άιντε, συμπληρώνοντας:
«Φυσικά, εμείς πιστεύουμε ότι θα είμαστε καλύτερα σε ένα κόσμο ελεύθερου εμπορίου, όπου θα ανταλλάσσουμε αγαθά και υπηρεσίες άνετα».
Από την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ τον Νοέμβριο, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί προσπαθούν παρασκηνιακά να προετοιμαστούν για τη νέα οικονομική πραγματικότητα, εκφράζοντας παράλληλα την προθυμία να γίνουν συζητήσεις και να υπάρξει συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών.
Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν έδωσε τον «τόνο» στην αρχή της εβδομάδας:
«Πρώτη προτεραιότητά μας είναι να εμπλακούμε γρήγορα, να συζητήσουμε τα κοινά ενδιαφέροντα και να είμαστε έτοιμοι να διαπραγματευτούμε».
Πολλοί είναι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι που κρατούν χαμηλό προφίλ και φαίνεται πως δεν θέλουν να ανταγωνιστούν ανοιχτά τον Αμερικανό πρόεδρο.
Ο πρωθυπουργός του Βελγίου, Αλεξάντερ Ντε Κρο, δήλωσε σε συνέντευξή του την Τετάρτη ότι η Ευρώπη πρέπει να δείξει «συμπάθεια» σε ορισμένες από τις βασικές ανησυχίες του Ντόναλντ Τραμπ ενώ υποστήριξε ότι ενδεχομένως να υπάρχουν τρόποι για να ρυθμιστεί η εμπορική ισορροπία με τις ΗΠΑ.
Όπως είπε ο ίδιος, ένας τρόπος θα ήταν η αγορά περισσότερου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ -κάτι που έχει άλλωστε ζητήσει επανειλημμένως ο Αμερικανός πρόεδρος.
Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έχουν, ωστόσο, υπογραμμίσει ότι θα προστατεύσουν τα συμφέροντα της Γηραιάς Ηπείρου.
Η Τερέζα Ριμπέρα, εκτελεστική αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την καθαρή, δίκαιη και ανταγωνιστική μετάβαση, τόνισε ότι ενδεχομένως να υπάρχει περιθώριο για αγορά μεγαλύτερης ποσότητας φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ -ιδιαίτερα τώρα που η Ευρώπη προσπαθεί να κόψει την ενεργειακή της εξάρτηση από τη Ρωσία.
Εξήγησε, όμως, ότι είναι σημαντικό «να διασφαλιστεί ότι δεν θα αντικατασταθεί μια εξάρτηση από μια άλλη».
ΝΑΤΟ: Νέο όριο αμυντικών δαπανών
Ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου επανήλθε και στο ζήτημα των αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ -ένα από τα πιο πιεστικά αιτήματά του.
Οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ έχουν δεσμευτεί το 2% του ΑΕΠ τους να πηγαίνει σε αμυντικές δαπάνες, ένα ποσοστό που πολλές χώρες -μεταξύ των οποίων και η Γερμανία- δεν τηρούσαν πάντα.
Στην πρώτη του θητεία, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εκφράσει την οργή του για την κατάσταση αυτή, πιέζοντας ασφυκτικά όσους δεν ήταν συνεπείς.
Τώρα προχώρησε ένα βήμα περαιτέρω.
«Θα ζητήσω από όλους τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ τους, όπως θα έπρεπε να είναι εδώ και χρόνια».
Αναλυτές αναφέρουν ότι η τοποθέτηση αυτή αποτελεί ευθεία πρόκληση προς πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν αντιστάσεις στην αύξηση των αμυντικών δαπανών από κόμματα της αντιπολίτευσης.
Το αίτημα αυτό αναμένεται να προκαλέσει έντονο ντιμπέιτ στους κόλπους της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, όπου αρκετές χώρες μόλις τώρα κατάφεραν να ανταποκριθούν στο προηγούμενο συμφωνημένο ποσοστό του 2%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα ήταν πάντα τυπική στις υποχρεώσεις της απέναντι στο ΝΑΤΟ, δαπανώντας ετησίως το 2% του ΑΕΠ της σε αμυντικές δαπάνες.
Ερώτημα για την Ευρώπη η πολιτική Τραμπ στην Ουκρανία
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν έχει ανοίξει ακόμη πλήρως τα χαρτιά του για την πολιτική που θα ακολουθήσει στην Ουκρανία -κάτι που αναμένει με μεγάλη αγωνία η Ευρώπη.
Κατά καιρούς έχει υποστηρίξει ότι θα «τελειώσει» γρήγορα τη σύγκρουση ενώ έχει ξεκαθαρίσει ότι η οικονομική στήριξη της Ουκρανίας από τις ΗΠΑ θα σταματήσει.
Προ ημερών απείλησε τον Βλαντιμίρ Πούτιν με κυρώσεις εάν δεν συμφωνήσει να καθίσει στο διαπραγματευτικό τραπέζι.
Οι Βρυξέλλες και το Κίεβο ανησυχούν, ωστόσο, ότι μια γρήγορη απόσυρση των ΗΠΑ από το παρασκήνιο της σύγκρουσης μπορεί να δημιουργήσει νέα προβλήματα.
«Ο πιο γρήγορος τρόπος για να τελειώσεις έναν πόλεμο είναι να χάσεις αυτόν τον πόλεμο. Αλλά αυτό δεν θα φέρει ειρήνη, θα φέρει κατοχή» δήλωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξή του ο Γενς Στόλντενμπεργκ, μέχρι πρότινος Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ.
Με τη σειρά του, ο νέος Γ.Γ. Μάρκ Ρούτε τόνισε ότι είναι απαραίτητο η συμμαχία να συνεχίσει να στηρίζει την Ουκρανία και να μην αποσύρει τη στήριξή της στην Ουκρανία.