Μια ειδική έκθεση για τις οικονομικές συνέπειες του κορωνοϊού στην Ελλάδα, αλλά και τον χρόνο εξόδου από την κρίση, συνέταξε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Σύμφωνα με τα σενάρια που επεξεργάστηκε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, υπάρχει εκείνο της γρήγορης επαναφοράς (έξι μήνες) το σενάριο μέτριας επαναφορά (ένα έτος) και το σενάριο της αργής επαναφοράς (δύο έτη).
Οι οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας προβλέπονται ισχυρές και θα έχουν αναπόφευκτες αρνητικές συνέπειες στη δημοσιονομική ισορροπία των περισσότερων κρατών μελών ΕΕ τονίζει η έκθεση.
Σε κάθε περίπτωση το Γραφείο σημειώνει ότι «δεν είναι γνωστή ούτε η ένταση, ούτε και η διάρκεια αυτής της διαταραχής, συνεπώς είναι πρόωρο να προβλέψει κανείς με βεβαιότητα τις οικονομικές απώλειες που θα καταγραφούν σε ετήσια βάση. Ακόμα δυσκολότερο είναι να προβλέψει κανείς τις πιο μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες αφού δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό οι σημερινές καταστάσεις θα επηρεάσουν μελλοντικές οικονομικές συμπεριφορές».
Στην ειδική μελέτη, προβλέπεται μείωση 30% της εισροής εργασίας στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, μείωση 23,6% της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών για ένα τρίμηνο, μείωση των εξαγωγών κατά 50% για 45 ημέρες, δηλαδή 25% για το δεύτερο τρίμηνο και αύξηση στο πριμ κινδύνου (risk premium) για την πραγματοποίηση μιας επένδυσης κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες.
Στα καλά νέα, προβλέπει ανάκαμψη της οικονομίας το 2021 αν και με σημαντική αβεβαιότητα καθώς η ανάκαμψη θα εξαρτηθεί από την ένταση και τη διάρκεια της ύφεσης το 2020, από τα μέτρα πολιτικής που θα ληφθούν στη συνέχεια καθώς και από την πρόοδο της ιατρικής αναφορικά με την αντιμετώπιση του COVID-19 (δημιουργία εμβολίου, κατάλληλων φαρμάκων κλπ).
Από το τρίτο τρίμηνο του 2020 και μετά τα οικονομικά στοιχεία αναμένεται να επιστρέψουν στα «φυσιολογικά» επίπεδα, δηλαδή εκεί που θα οδηγούνταν αν δεν υπήρχε η πανδημία.
Ένα σημαντικό συμπέρασμα είναι η περιορισμένη επίδραση της δημοσιονομικής παρέμβασης στην ένταση της ύφεσης. Ο βασικός λόγος είναι πως η δαπάνη γίνεται είτε με μεταβιβάσεις είτε με αναστολές φόρων που δεν επηρεάζουν άμεσα το ΑΕΠ – όπως θα συνέβαινε αν η δαπάνη γίνονταν με αγορές αγαθών και υπηρεσιών – αλλά έμμεσα μέσω της κατανάλωσης εκείνων που εισπράττουν. Με δεδομένο ότι σημαντικό μέρος της κατανάλωσης στρέφεται στις εισαγωγές, η θετική επίπτωση στο ΑΕΠ περιορίζεται ακόμα περισσότερο.
Το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής αναφέρεται και στις αποφάσεις των οργάνων της ΕΕ (Eurogroup, ΕΚΤ) τα οποία ενισχύουν τη ρευστότητα και διασφαλίζουν τη φερεγγυότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την υγειονομική κρίση και έχουν ως αποτέλεσμα την ελάφρυνση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας και την αποφυγή μιας οικονομικής καταστροφής Ωστόσο, σημειώνει, απαιτούνται πρόσθετα μέτρα για τη συγκράτηση της ύφεσης και για να περιοριστούν τα αποτελέσματα υστέρησης, δηλαδή να αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας και μια υποβάθμιση του παραγωγικού και κεφαλαιουχικού δυναμικού της χώρας καθώς και μια εκ νέου αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Στην έκθεση τονίζεται ότι για τη συγκράτηση της ύφεσης θα απαιτηθούν περισσότερα μέτρα που θα πρέπει να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν από την «επόμενη μέρα», δηλαδή όταν θα έχει υποχωρήσει η υγειονομική απειλή της πανδημίας και θα αρχίσουν να χαλαρώνουν τα περιοριστικά μέτρα.
Μεταξύ άλλων στην έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους επισημαίνει τα ακόλουθα:
Οι επιπτώσεις της πανδημίας τυποποιούνται σε τέσσερις βασικές διαταραχές, μία από την πλευρά της προσφοράς και τρεις από την πλευρά της ζήτησης/δαπάνης. Οι διαταραχές αυτές είναι οι ακόλουθες:
Προσφορά: Οι κλάδοι οικονομικής δραστηριότητας (ΚΑΔ) που είτε έχει διακοπεί διοικητικά η λειτουργία τους, είτε πλήττονται αντικειμενικά από την πανδημία, αφορούν περίπου το 60% της συνολικής απασχόλησης του ιδιωτικού τομέα. Με την υπόθεση ότι η διάρκεια αυτής της διακοπής της παραγωγικής διαδικασίας είναι 45 ημέρες (μισό τρίμηνο), η διαταραχή ποσοτικοποιείται ως μείωση 30% της εισροής εργασίας στο δεύτερο τρίμηνο του έτους.
Ζήτηση/Κατανάλωση: Τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας και η μείωση των εισοδημάτων θα συρρικνώσουν την μη αναγκαία κατανάλωση που αποτελεί το 47,2% της συνολικής κατανάλωσης των νοικοκυριών. Με την υπόθεση διάρκειας 45 ημερών, η διαταραχή ποσοτικοποιείται ως μείωση 23,6% της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών για ένα τρίμηνο.
Ζήτηση/Επένδυση: Η αβεβαιότητα και η περιορισμένη ρευστότητα θα προκαλέσουν μια αύξηση στο πριμ κινδύνου (risk premium) για την πραγματοποίηση μιας επένδυσης κατά 500 μονάδες βάσης (δηλαδή 5 ποσοστιαίες μονάδες).
Ζήτηση/Εξαγωγές: Ο παγκόσμιος χαρακτήρας της κρίσης θα μειώσει τα εισοδήματα στους εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας και κατά συνέπεια τις εξαγωγές. Υποθέτουμε μείωση των εξαγωγών κατά 50% για 45 ημέρες, δηλαδή 25% για το δεύτερο τρίμηνο.
Προτείνει τέλος, μια αύξηση των δημόσιων δαπανών για την υγεία η οποία θα είχε ευεργετικά αποτελέσματα τόσο σε όρους βραχυχρόνιας αποτροπής της ύφεσης όσο – και κυρίως – σε όρους μακροχρόνιας βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης του συνόλου των πολιτών που συνδέεται και με υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.
Πηγή: iefimerida.gr