Η δημόσια συζήτηση για το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής έχει πλέον μπει στην ατζέντα της καθημερινής επικαιρότητας. Βλέπουμε ότι απασχολεί και όλες τις νέες και νέους σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, οι οποίοι οργανώνουν με δική τους πρωτοβουλία κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες. Είναι πλέον αναγκαία η επανατοποθέτηση όσον αφορά την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου και των υδρογονανθράκων. Και ως προς αυτό, οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να καταθέσουν τις προτάσεις τους. Με την ΝΔ μας χωρίζει μια άβυσσος πολιτικής, θεωρίας και, κυρίως πράξης. Η διαφορετική αντιμετώπιση που έχουμε ως κόμμα απέναντι στην κλιματική αλλαγή εκφράζεται και στις θέσεις μας για την έρευνα και την εξόρυξη υδρογονανθράκων. Εμείς δεν «πουλάμε» οικολογία και δήθεν ευαισθησία απέναντι σε περιβαλλοντικά ζητήματα, εμείς έχουμε δεδομένα, συγκεκριμένη πολιτική, και νομοθετήματα, που εκφράζονται στην στρατηγική που ακολουθήσαμε στην προετοιμασία των τεσσάρων συμβάσεων για την εκμετάλλευση του υπεδάφους της χώρας μας σε τέσσερα υποθαλάσσια οικόπεδα στην ανατολική και στην νότια Ελλάδα.
Η διαφορετική πολιτική μας, άλλωστε, έγκειται και στο γεγονός ότι για εμάς αποτελεί προτεραιότητα η προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος στα ΕΛΠΕ – που συμμετέχουν και στις τέσσερις συμβάσεις – σε αντίθεση με την ΝΔ που τάσσεται υπέρ της απόσυρσης του δημοσίου.
Η εκμετάλλευση των αποθεμάτων υδρογονανθράκων στην χώρα μας έχει μακρά διαδρομή και συνδέεται με τις διαφορές που έχουμε με τη γείτονα χώρα αναφορικά με την αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ. Η αναζωπύρωση του ζητήματος, βέβαια, έγινε την περίοδο των μνημονίων όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε ως υψηλή προτεραιότητα την διαφοροποίηση των πηγών φυσικού αερίου της Ευρώπης. Η τότε κυβέρνηση και ο τότε υπουργός ενέργειας διαμόρφωσαν ένα υπερφιλόδοξο σχέδιο για την εκμετάλλευση αυτού του φυσικού πόρου στη βάση του οποίου όλες οι θαλάσσιες περιοχές στις δυτικές ακτές θα προκηρύσσονταν σε μια λογική fast track μετατροπής της Ελλάδας από χώρα ελλειμματική στην κατανάλωση υγρών καυσίμων στην κατά φαντασία Σαουδική Αραβία της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αναδιαμόρφωσε την πολιτική προκηρύξεων προτιμώντας να περιμένει να εκδηλώσουν οι επενδυτές ενδιαφέρον, σύμφωνα με το σχετικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντί να εγκλωβιστεί σε νέους, οιωνοί άγονους διαγωνισμούς. Ενδεικτική της αποτελεσματικότητας αυτής της πολιτικής είναι ότι οι δύο μείζονες συμβάσεις στα νότια της Κρήτης δεν βρίσκονταν στον αρχικό σχεδιασμό επί υπουργίας Γιάννη Μανιάτη καθώς και το γεγονός ότι για αυτές δεν έχουν περάσει παρά μόνο δύο χρόνια μέχρι σήμερα, από την ημερομηνία εκδήλωσης του αρχικού επενδυτικού ενδιαφέροντος, χρόνος ρεκόρ αν αναλογιστεί κανείς όλα τα δεσμευτικά ενδιάμεσα νομικά στάδια.
Η διαφορετική πολιτική των δύο κομμάτων εξουσίας αποτυπώνεται και στην διαφορετική πολιτική αναφορικά με τον ρόλο και την λειτουργία των ΕΛΠΕ στην διαδικασία της εκμετάλλευσης αυτού του φυσικού πόρου. Σύμφωνα με την δρομολογημένη από την προηγούμενη κυβέρνηση πώληση μετοχών των Ελληνικών Πετρελαίων σε συνεργασία με τον ιδιώτη μέτοχο των ΕΛΠΕ, το ελληνικό δημόσιο διατηρούσε δικαιώματα αρνησικυρίας σε ζητήματα που αφορούσαν την λειτουργία των διυλιστηρίων, την προμήθεια της εταιρείας και τα στρατηγικά αποθέματα της χώρας. Πάνω από όλα όμως, στη διαδικασία αυτή, όπως δρομολογούνταν επί ΣΥΡΙΖΑ, τα δικαιώματα έρευνας και εκμετάλλευσης θα παρέμεναν σε μια εταιρεία, το πλειοψηφικό πακέτο της οποίας, θα παρέμενε υπό δημόσιο έλεγχο. Και επειδή τα νούμερα μιλάνε από μόνα τους, να θυμίσουμε ότι παραλάβαμε τα ΕΛΠΕ- που δραστηριοποιούνται σε πέντε χώρες με σαράντα τρεις εταιρείες, με έντονο εξαγωγικό προσανατολισμό και 60% εξαγωγές- με ζημιές το 2014 ύψους 368 εκατομμύρια ευρώ και τα παραδώσαμε με ρεκόρ κερδοφορίας και με μέσο όρο EBITDA τετραετίας την περίοδο 2015-2018 750 εκατομμύρια ευρώ.
Υπάρχει κι άλλο σημείο διαφοροποίησης με την παρούσα κυβέρνηση, που δείχνει την ουσιαστική μέριμνα μας για θέματα περιβάλλοντος. Με τον νόμο 4409/2016 ενσωματώθηκε η οδηγία αναφορικά με την ασφάλεια υπεράκτιων εργασιών και με το άρθρο 79 του νόμου 4602/2019 έγινε ρητή η απαγόρευση οποιασδήποτε δραστηριότητας εκμετάλλευσης σχιστολιθικού αερίου. Ενώ δημιουργήθηκε και ο θεσμός των τοπικών παρατηρητηρίων υδρογονανθράκων ώστε οι τοπικές κοινωνίες να έχουν άμεση εμπλοκή στον έλεγχο και την εποπτεία των ερευνητικών εργασιών.
Είναι αυτονόητο ότι ο σχεδιασμός της εκάστοτε κυβέρνησης στον τομέα της εκμετάλλευσης των υδρογονανθράκων πρέπει να συνάδει με τον ενεργειακό σχεδιασμό της χώρας και να λαμβάνει υπόψη πολλές παραμέτρους: γεωπολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές. Η δική μας στρατηγική χτίστηκε πάνω σε μία βασική προϋπόθεση: ότι στα Ελληνικά Πετρέλαια θα είναι εξασφαλισμένη η συμμετοχή του δημοσίου.
Για να καταλήξουμε, υπάρχουν ιδέες και λύσεις: α) σε όσες περιοχές ολοκληρώνεται άκαρπη η έρευνα για κοιτάσματα υδρογονανθράκων να μην ανανεώνεται το σχετικό δικαίωμα της εκάστοτε κοινοπραξίας, (β) στο μέλλον να μην επαναπροκηρυχθεί νέο χερσαίο κοίτασμα και (γ) από τα θαλάσσια οικόπεδα να επαναξιολογηθεί το ενδεχόμενο νέας προκήρυξης μόνο μετά την ολοκλήρωση του παρόντος γύρου ερευνών και εφόσον οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας το απαιτούν.