Μετά τη λήξη της πανδημίας οι αφίξεις τουριστών αυξάνονται ολοένα και περισσότερο. Ωστόσο ορισμένα από τα πιο δημοφιλή νησιά, όπως η Σαντορίνη και η Μύκονος, αντιμετωπίζουν πλέον προβλήματα λόγω του «υπερτουρισμού». Όπως αναφέρει η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, «στη Σαντορίνη, οι κάτοικοι της Οίας κρεμούν σε πολλά σοκάκια πινακίδες με την επιγραφή “Respect”, παρακαλώντας τους τουρίστες να σεβαστούν το χωριό. Όμως ελάχιστοι δίνουν σημασία.
[…] Πριν από 70 χρόνια η Σαντορίνη ήταν ένα από τα φτωχότερα νησιά του Αιγαίου, όμως στη συνέχεια ήρθαν οι παραθεριστές. Σήμερα η Σαντορίνη είναι κάτι σαν ναυαρχίδα του ελληνικού τουρισμού. […] Ο τουρισμός έχει κάνει τη Σαντορίνη πλούσια, όμως υπάρχουν μειονεκτήματα: κυκλοφοριακή συμφόρηση στους στενούς δρόμους και ξεχειλισμένες χωματερές. Η παροχή νερού και το δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας φτάνουν συνεχώς στα όριά τους το καλοκαίρι.
Η Σαντορίνη δέχεται τις περισσότερες επισκέψεις από κρουαζιερόπλοια από κάθε άλλο νησί. Πέρυσι υπήρξαν 686 αφίξεις, 94 περισσότερες από το έτος ρεκόρ 2019. Όταν το 2018, ο τότε δήμαρχος του νησιού επεδίωξε να περιορίσει τον αριθμό των επισκεπτών κρουαζιερόπλοιων, σε 8.000 ημερησίως, την επόμενη χρονιά έχασε τις εκλογές».
Στη δεύτερη θέση στις επισκέψεις από κρουαζιερόπλοια βρίσκεται η Μύκονος, την οποία μπορεί να επισκεφθούν ακόμη και 25.000 επιβάτες σε μία ημέρα. «Όμως αυτοί οι επισκέπτες δεν φέρνουν πολλά χρήματα: “Οι περισσότεροι δεν αγοράζουν ούτε μια καρτ ποστάλ”, παραπονιέται ένας έμπορος αναμνηστικών στο λιμάνι. “Το νησί μας είναι απλώς ένα σκηνικό γι’ αυτούς”. Στη Μύκονο υπάρχουν επίσης εδώ και χρόνια σκέψεις για τον περιορισμό των επισκεπτών, δίχως όμως να έχει υποστηριχθεί ευρέως κάποια πρόταση. […] Ίσως βέβαια η αγορά να αυτορυθμίζεται διότι ενώ η Ελλάδα οδεύει προς νέο ρεκόρ επισκεπτών, ο αριθμός των επισκεπτών στη Σαντορίνη μειώθηκε κατά 5% το πρώτο εξάμηνο του έτους συγκριτικά με το 2022. Στη Μύκονο, η αντίστοιχη πτώση έφτασε το 18%».