Παρατεταμένη ξηρασία, λειψυδρία, καύσωνες, πυρκαγιές, πλημμύρες. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι όλο και περισσότερο ορατές στα εδάφη της Γαλλίας.
Ασφαλώς και δεν αποτελεί εξαίρεση στον χάρτη της Ευρώπης και της Μεσογείου.
Επαναχαράσσει ωστόσο τη στρατηγική της, προετοιμαζόμενη για όλα τα σενάρια.
Οι υπό εξέταση προτάσεις περιλαμβάνουν μέχρι και το ακραίο ενδεχόμενο αύξησης της μέσης θερμοκρασίας κατά 4 βαθμούς Κελσίου.
Αυτά, έχοντας πια ως δεδομένο ότι ο υφιστάμενος σχεδιασμός προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες κλιματικές συνθήκες, που καταρτίστηκε προ πεντεατίας, κρίνεται πλέον ως απελπιστικά ανεπαρκής.
Χαρακτηρίζεται από τους ειδικούς γραφειοκρατική, με πολλά κενά, χωρίς στρατηγικό όραμα, που τρέχει πίσω από τις εξελίξεις.
Τώρα ορόσημο αποτελούν και οι προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 στο Παρίσι, που θα μετατρέψουν τη γαλλική πρωτεύουσα σε «βιτρίνα» της αναπροσαρμογής.
Σε αυτό το πνεύμα, ο Γάλλος υπουργός Οικολογικής Μετάβασης και Εδαφικής Συνοχής, Κριστόφ Μπεσί, εγκαινίασε από αυτή την Τρίτη έναν εθνικό διάλογο για τη διαμόρφωση της νέας στρατηγικής.
Πολίτες, ενώσεις και ιδρύματα καλούνται να συζητήσουν τα μακροπρόθεσμα μέτρα που πρέπει να ληφθούν.
Μέχρι το φθινόπωρο αναμένεται να έχει καταρτιστεί ένα νέο «εθνικό σχέδιο προσαρμογής στην υπερθέρμανση του πλανήτη», ως μέρος νέου νόμου για την ενέργεια και το κλίμα.
Δεν αρκεί μια «στρατηγική μετριασμού», διακήρυξε ο Μπερσί, αλλά «η προετοιμασία για το χειρότερο».
«Βρισκόμαστε ήδη σε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,7° βαθμούς Κελσίου» στη Γαλλία, τόνισε, και οι ειδικοί της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) του ΟΗΕ «μας λένε ότι δεν βρισκόμαστε στη σωστή τροχιά».
«Στους 4 βαθμούς Κελσίου», υπογράμμισε, «τα δύο τρίτα των χιονοδρομικών κέντρων δεν θα έχουν χιόνι στις Άλπεις, η ξηρασία θα είναι πενταπλάσια και οι ημέρες με κύματα καύσωνα πολύ πιο έντονες».
Οδεύοντας προς την «κόλαση»
Μπορεί να πρόκειται για την πλέον απαισιόδοξη προοπτική που υπάρχει στα «βιβλία».
Θα αποτελέσει ωστόσο για τη Γαλλία τον ένα γνώμονα της εθνικής στρατηγικής προσαρμογής.
Ο άλλος θα είναι αυτός που θεωρείται ως το πιο αισιόδοξο, αν και πλέον όχι και τόσο ρεαλιστικό σενάριο.
Βασίζεται στη θεωρία ότι θα τηρηθούν οι όροι της Συμφωνίας του Παρισιού του 2015, με συγκράτηση της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας της Γης στους 1,5-2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα επίπεδα της προβιομηχανικής περιόδου.
Όμως ήδη η «τρέχουσα δυναμική», κατά τον Μπερσί, άλλα δείχνει.
Ο ίδιος, όπως και ειδικοί, θεωρούν πλέον πιο πιθανό η υπερθέρμανση του πλανήτη κατά 3 βαθμούς Κελσίου μέχρι το τέλος του αιώνα.
Αυτό σημαίνει συν 2 βαθμούς στην επιφάνεια των ωκεανών και 4 βαθμούς στην ξηρά, σε χώρες όπως η Γαλλία, όπου η θερμοκρασία αυξάνεται ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Έτσι, τα καλοκαίρια αναμένεται να γίνουν πιο ζεστά, με καύσωνες που θα μπορούσαν να διαρκούν στα περισσότερα γαλλικά εδάφη τουλάχιστον δύο μήνες.
Μοναδική πιθανή εξαίρεση ίσως να αποτελέσουν παράκτιες και πολύ ορεινές περιοχές, όπως τα παράλια στη Μάγχη, οι Άλπεις ή τα Πυρηναία.
Αλλού, στις ζώνες που εκτιμάται ότι θα επηρεαστούν περισσότερο -όπως στα νοτιοανατολικά, στα νοτιοδυτικά και στα παράλια στη Μεσόγειο- η γαλλική μετεωρολογική υπηρεσία προβλέπει έως και 90 «τροπικές νύχτες» το χρόνο.
Στη διάρκειά τους, κοντολογίς, η θερμοκρασία δεν θα πέφτει κάτω από τους 20 βαθμούς Κελσίου.
Οι αισθητά μειωμένες χιονοπτώσεις και η έλλειψη βροχοπτώσεων κατά το μεγαλύτερο μέρος του έτους θα κλιμακώσουν σε εφιαλτικά επίπεδα την ξηρασία.
Ο κίνδυνος δασικών πυρκαγιών θα αυξηθεί από 40% έως και 97%.
Όταν προκύπτουν, δε, οι βροχές θα είναι καταρρακτώδεις και καταστροφικές, χωρίς να λύνουν το πρόβλημα της ξερής γης.
Αντίθετα αναμένεται να προκαλέσουν νέα, συμπεριλαμβανομένης της διάβρωσης των ακτών στη βόρεια και δυτική Γαλλία.
Αναζητώντας λύσεις
Το Ινστιτούτο για την Οικονομία του Κλίματος (I4CE) -μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Παρίσι- έχει ήδη υποβάλει 18 προτάσεις.
Περιλαμβάνουν μέτρα για ενίσχυση των υποδομών και περιορισμό της έκθεσης των δικτύων μεταφορών, ύδρευσης και ενέργειας σε ακραία καιρικά φαινόμενα.
Πρέπει να αλλάξει η διαχείριση του νερού που χρησιμοποιείται στον αγροτικό τομέα.
Οι ορεινές κοινότητες που στηρίζονται οικονομικά στον χειμερινό τουρισμό και στις ορδές των σκιέρ καλούνται να διαφοροποιήσουν τις πηγές εσόδων.
Οι παράκτιες περιοχές θα πρέπει και αυτές να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα.
Αναζητούνται λύσεις ώστε τα δάση να γίνουν πιο ανθεκτικά.
Ο μεγάλος «γρίφος» είναι οι πόλεις, πολλές από τις οποίες μετρούν ήδη αιώνες ιστορίας.
Στη σύγχρονη μορφή τους, προτεραιότητα είναι να αποτραπεί η μετατροπή τους σε απέραντες «αστικές θερμικές νησίδες».
Απαιτείται το ξήλωμα πολλών χιλιομέτρων ασφάλτου.
Τα κτίρια πρέπει να προσαρμοστούν για να αντέχουν σε παρατεταμένους καύσωνες.
Κρίσιμη θεωρείται η δημιουργία ζωνών σκίασης και πρασίνου.
Γίνονται σκέψεις για «λίφτινγκ» ακόμη και στα Ηλύσια Πεδία, με ανθεκτικούς στη ζέστη φοίνικες να αντικαθιστούν τα αιωνόβια πλατάνια, σύμφωνα με την εφημερίδα Le Parisien.
Σύμφωνα με περσινή έκθεση του Δημοτικού Συμβουλίου του Παρισιού, η γαλλική πρωτεύουσα έχει ήδη περάσει στο σημείο ορόσημο της αύξησης 2 βαθμών Κελσίου στη μέση θερμοκρασία της, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Οι συντάκτες της προβλέπουν ότι έως το 2030 οι κάτοικοι της γαλλικής πρωτεύουσας θα ζουν τουλάχιστον 20 ζεστές ημέρες το χρόνο, από 14 που ήταν το 2010.
Μέσα στο ίδιο διάστημα, ο αριθμός των «τροπικών νυχτών» ίσως και να έχει τριπλασιαστεί.
Καθώς πάντως το Παρίσι ετοιμάζεται για τους Ολυμπιακούς του 2024, αναμένεται να αποκτήσει τουλάχιστον 20 μόνιμες, και δη θετικές «μεταμορφώσεις» μέχρι τα τέλη αυτού του έτους.
Από τις πιο εμβληματικές θεωρείται η μετατροπή της περιοχής του Πύργου του Άιφελ σε «πνεύμονα πρασίνου».
Ποιος θα πληρώσει το «μάρμαρο»;
Όλα αυτά και άλλα πολλά φυσικά κοστίζουν.
To Ινστιτούτο για την Οικονομία του Κλίματος έχει κοστολογήσει τις 18 προτάσεις του σε 2,3 δισεκατομμύρια ευρώ σε ετήσια βάση, και δη σε πρώτη φάση.
Συνολικά, το υπουργείο Οικολογικής Μετάβασης υπολογίζει την πρόσθετη δημόσια δαπάνη -ειδικά για το ακραίο σενάριο προσαρμογής σε ένα «κλιματικό σοκ»- σε 45 δισεκατομμύρια ευρώ το έτος.
Πρακτικά υπερβαίνει κατά 4 δισεκατομμύρια τον σημερινό αμυντικό προϋπολογισμό.
Θεωρείται ωστόσο εξίσου κρίσιμη παράμετρος για την ασφάλεια και την ανάπτυξη της Γαλλίας.
Οι τρόποι χρηματοδότησης δεν έχουν οριστικοποιηθεί.
Υπάρχουν προτάσεις ακόμη για «κλιματική» φορολογική μεταρρύθμιση, ώστε οι ρυπαίνοντες -ήτοι οι πιο πλούσιοι- να αναλάβουν τα χρέη που τους αναλογούν.
Όμως η ιδέα λέγεται ότι ουδόλως ενθουσιάζει τον πρόεδρο Μακρόν.
Έτσι, σε αυτή τη φάση, η κυβέρνησή του προτιμά να προτάσσει το «κόστος της αδράνειας».
«Αν δεν κάνουμε τίποτα, θα χρησιμοποιήσουμε δημόσιο χρήμα όχι για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, αλλά για την αντιμετώπιση των συνεπειών», τόνισε ο υπουργός Μπεσί.
Η νέα στρατηγική που θα καταρτιστεί, υπογράμμισε, θα επανεξεταστεί σε πέντε χρόνια, με αναθεωρήσεις «προς τα πάνω ή προς τα κάτω» ανάλογα με την καμπύλη των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Προσώρας πάντως η Γαλλία τρέχει ασθμαίνοντας πίσω από τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις της για μείωση των εκπομπών κατά κατά 55% το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990.
Τη Δευτέρα, η πρωθυπουργός Ελιζαμπέτ Μπορν παρουσίασε ένα πλαίσιο για την επίτευξη του στόχου, που απαιτεί επιτάχυνση των προσπαθειών με ρυθμούς διπλάσιους από τους σημερινούς.
«Αν κάνουμε τα πάντα θα φτάσουμε τους στόχους μας το 2030», τόνισε, βάζοντας μεταξύ άλλων στο «κάδρο» τις μεταφορές, τη γεωργία, τη βιομηχανία, την ηλεκτροκίνηση και τη στροφή στην «πράσινη» ενέργεια για τη θέρμανση των κτιρίων.
Οικολόγοι και ΜΚΟ επέκριναν την παρουσίαση ως «πολύ ασαφή», τονίζοντας ότι αναμένουν την παρουσίαση «πιο συγκεκριμένων μέτρων» εντός του καλοκαιριού.