Οι κατάμεστοι θάλαμοι μιας ετοιμόρροπης κλινικής στο νότιο Αφγανιστάν είναι μια μόνο ένδειξη της καταστροφικής ανθρωπιστικής κρίσης που σημειώνεται στη ρημαγμένη από τον πόλεμο χώρα από τότε που οι Ταλιμπάν επανήλθαν στην εξουσία πριν από ένα χρόνο.
Τον περασμένο μήνα, το Περιφερειακό Νοσοκομείο Μούσα Κάλα στην επαρχία Χελμάντ υποχρεώθηκε να κλείσει τις πόρτες του σε όλους εκτός από όσους υπήρχαν υποψίες ότι έπασχαν από χολέρα, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Σύντομα το νοσοκομείο κατακλύστηκε από αναρίθμητους ασθενείς που χρειάζονταν να τους τοποθετηθεί ορός πάνω στα σκουριασμένα φορεία που είχαν τοποθετηθεί.
Παρότι η κλινική δεν διαθέτει εγκαταστάσεις για την αντιμετώπιση της χολέρας, περίπου 550 ασθενείς προσήλθαν εκεί σε διάστημα λίγων ημερών με συμπτώματα της νόσου αυτής η οποία προκαλείται από την έλλειψη των βασικών συνθηκών υγιεινής, όπως πόσιμο νερό και επαρκές αποχετευτικό σύστημα.
«Είναι πολύ δύσκολο», λέει στο AFP ο επικεφαλής του νοσοκομείου Εχσανουλάχ Ρόντι, ο οποίος από τότε που ξεκίνησε το κύμα αφίξεων κοιμάται πέντε ώρες καθημερινά.
«Δεν το είχαμε δει αυτό πριν από ένα χρόνο και ποτέ πριν».
Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, η ανθρωπιστική κρίση στο Αφγανιστάν είναι η χειρότερη στον κόσμο.
Πεινασμένα παιδιά
«Από τότε που το Εμιράτο (οι Ταλιμπάν) ήρθαν στην εξουσία, δεν μπορούμε να βρούμε ούτε μαγειρικό λάδι», λέει μια γυναίκα που έχει κουρνιάσει σε ένα ράντζο δίπλα στον υποσιτισμένο έξι μηνών εγγονό της, στη Λασκάρ Γκα, την πρωτεύουσα της επαρχίας Χελμάντ.
«Οι φτωχοί άνθρωποι συνθλίβονται», λέει η 35χρονη.
Ο εγγονός της νοσηλεύεται για πέμπτη φορά στο νοσοκομείο Μπουστ, ένα κτιριακό συγκρότημα με ξεφλουδισμένο χρώμα στους τοίχους που το δέρνει ο ήλιος και το οποίο συλλειτουργούν το υπουργείο Υγείας και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα.
Πολλές από τις κλίνες στον θάλαμο για τους υποσιτισμένους φιλοξενούν δύο αδύνατους και εύθραυστους ασθενείς, κάποιοι προσπαθώντας να ρουφήξουν γάλα από σύριγγες και άλλοι βαριανασαίνοντας.
«Δεν μπορούμε να βρούμε ούτε ξερό ψωμί», λέει η Μπρέσνα, η μητέρα ενός άλλου ασθενούς που τοποθετεί την ηλικία της μεταξύ 15 και 20 ετών.
«Δεν έχουμε φάει τίποτα εδώ και 3 με 4 ημέρες».
Η επιβλέπουσα νοσηλεύτρια Χομέιρα Νοουρόζι, πασχίζει να ακουστεί η φωνή της ανάμεσα σε βρέφη που κλαίνε και λέει ότι το προσωπικό «δεν ξεκουράζεται ποτέ».
«Έχουμε πολλά παιδιά που έρχονται σε κρίσιμη κατάσταση», λέει και εξηγεί ότι ο λόγος είναι ότι οι γονείς τους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τα μεταφέρουν άμεσα στο νοσοκομείο.
«Δεν γνωρίζουμε πόσους θανάτους έχουμε…στις επαρχίες, γιατί δεν ήρθαν στο νοσοκομείο».
Οδηγήθηκαν στον γκρεμό
Τα δεινά για το Αφγανιστάν ξεκίνησαν πολύ πριν από τις 15 Αυγούστου του 2021 όταν οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την Καμπούλ έπειτα από μια βιαστική απόσυρση των υπό τις ΗΠΑ στρατιωτικών δυνάμεων και από την κατάρρευση της κυβέρνησης την οποία στήριζαν.
Αλλά η ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν ώθησε την χώρα των 38 εκατομμυρίων κατοίκων στον γκρεμό.
Οι ΗΠΑ πάγωσαν περιουσιακά στοιχεία της κεντρικής τράπεζας ύψους 7 δισ δολαρίων, ο επίσημος τραπεζικός τομέας κατέρρευσε, και διακόπηκε εν μια νυκτί η βοήθεια από το εξωτερικό που εκπροσωπούσε το 45% του ΑΕΠ.
Κατά τον περασμένο χρόνο, οι επίδοξοι δωρητές πάλεψαν με τον γρίφο της διοχέτευσης νέας χρηματοδότησης στη ρημαγμένη χώρα, την οποία οι Ταλιμπάν μετονόμασαν σε «Ισλαμικό Εμιράτο» ώστε να συμβαδίζει με τις αυστηρές θεοκρατικές τους απόψεις.
«Πώς παρέχεις βοήθεια σε μια χώρα της οποίας δεν αναγνωρίζεις την κυβέρνηση;», αναρωτιέται η Ροξάνα Σαπούρ του Αφγανικού Δικτύου Αναλυτών.
Όπως λέει η ίδια, η εισαγωγή ανθρωπιστικής βοήθειας για την αντιμετώπιση κρίσεων όπως ο σεισμός του Ιουνίου, από τον οποίο σκοτώθηκαν πάνω από 1.000 άνθρωποι και δεκάδες χιλιάδες άλλοι έμειναν άστεγοι, είναι σχετικά απλή καθώς «δεν είναι πολιτική, είναι βοήθεια που σώζει ζωές».
Χρήματα σε μετρητά επίσης μεταφέρονται αεροπορικώς για την χρηματοδότηση της βοήθειας σε τρόφιμα και σε υγειονομική φροντίδα, αλλά η αναπτυξιακή βοήθεια και τα μακροπρόθεσμα έργα που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την οικονομία είναι πιο σύνθετα.