Αύξηση των περιστατικών κατάθλιψης εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού διαπίστωσε η διεθνής επιστημονική έρευνα που διεξήχθη υπό την αιγίδα του Τμήματος Ιατρικής και της Πρυτανείας του ΑΠΘ, σε συνεργασία με την Παγκόσμια Ψυχιατρική Εταιρεία.
Μιλώντας στον ΣΚΑΪ Κρήτης 92,1 και τον Σωτήρη Μεταξά, ο επιστημονικός υπεύθυνος της έρευνας και καθηγητής Ψυχιατρικής του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Φουντουλάκης, ανέφερε πως πρόκειται για μια μελέτη που σχεδιάστηκε, ξεκίνησε, οργανώθηκε και διοικήθηκε από το ΑΠΘ. Συμμετείχαν αρχικά 62 χώρες όμως για διάφορους λόγους κατάφεραν να μαζέψουν δεδομένα μόνο οι 40.
Η έρευνα αυτή δείχνει ότι ήταν σημαντική η επίπτωση της πανδημίας στην ψυχική υγεία, τα αποτελέσματα δίνουν ένα 18% κλινική κατάθλιψη, νούμερα που πιθανόν να είναι υψηλότερα από τα πραγματικά, σύμφωνα με τον κ. Φουντουλάκη. «Ένα δείγμα δεν είναι αντιπροσωπευτικό του πληθυσμού, έχει περισσότερες γυναίκες και υπάρχει η λεγόμενη αυτοεπιλογή. Μπαίνει όποιος θέλει και συμπληρώνει οπότε υπάρχει μια υπερεκπρόσωπηση ανθρώπων. Η εκτίμηση είναι ότι η κατάθλιψη διεθνώς είναι στο 12%, δηλαδή 2.5 φορές πάνω από το αναμενόμενο».
Ένα 30% έχει έντονο στρες και δυσφορία, δηλαδή στο 1/3 του πληθυσμού έχει επιδεινωθεί η ψυχολογική του κατάσταση και έχουν χαλάσει διάφορες συνήθειες της καθημερινότητας, από τον ύπνο μέχρι τη διατροφή. «Οι ενδοοικογενειακές σχέσεις σε κάποιες πληθυσμιακές ομάδες έχουν διαταραχθεί και καταγράψαμε μια μεγάλη διάχυση θεωριών συνωμοσίας που φέρεται να επηρεάσουν τη συμμόρφωση προς τα μέτρα και τον εμβολιασμό και είναι μια άσχημη υποθήκη όχι προς την υγεία μόνο αλλά και για τη δημοκρατία».
Ωστόσο, η ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών του ιστορικού των ανθρώπων αυτών, δείχνει όπως ανέφερε ο κ. Φουντουλάκης, ότι είναι μια πρώιμη εμφάνιση επεισοδίων κατάθλιψης που πιθανόν να τα βλέπαμε τα επόμενα 10 – 15 χρόνια. «Όμως τα είδαμε νωρίτερα δέκα χρόνια, σε μικρότερες ηλικίες από την αναμενόμενη. Θα υποτροπιάσουν περισσότερο από όσο περίμενε κανένας και θα τα δούμε τα επόμενα χρόνια αν γίνει όντως έτσι ή όχι».
Χαρακτήρισε δε, σημαντικό ότι ανιχνεύτηκαν οι βασικοί παράγοντες κινδύνου και οι βασικοί προστατευτικοί παράγοντες. «Κάποιοι παράγοντες δεν μπορούν να επηρεαστούν από κανέναν, όπως είναι το φύλο. Οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες στην εμφάνιση κατάθλιψης, όπως επίσης και το ιστορικό. Όταν κάποιος έχει εμφανίσει ένα επεισόδιο στο παρελθόν, η πανδημία αυτή καθ’αυτή επιβάρυνε. Τα lockdown επιβάρυναν αρκετά και οφείλω να κάνω τη διευκρίνιση ότι τα lockdown ήταν απαραίτητα, γιατί δυστυχώς η χώρα μας δεν έχει χαρακτηριστικά Σουηδίας και Νορβηγίας. Εμείς χρειάστηκε να επιβάλλουμε περιορισμούς γιατί δεν γινόταν αλλιώς. Αυτό όμως είχε και το κόστος του. Πρέπει να συμμαζέψουμε τις παρενέργειες. Η πιθανή επιβάρυνση της οικονομικής κατάστασης φαίνεται να επιδρούσε και οι θεωρίες συνωμοσίας ήταν δύο ειδών. Οι καθησυχαστικές, π.χ. εντάξει δεν είναι και τόσο μεγάλος ο αριθμός των νεκρών, κάτι που καθησυχάζει για την ένταση του προβλήματος ενώ είναι και οι απειλητικές, ότι έφτιαξαν ένα όπλο και το έριξαν επίτηδες για να μειώσουν τον παγκόσμιο πληθυσμό. Όταν όμως η ψυχολογική κατάσταση επιβαρυνόταν από τη συνέχιση της πανδημίας και τη συνεχής πίεση από την πραγματικότητα, τότε και τα δύο είδη θεωριών συνωμοσιών λειτουργούσαν σαν παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση κατάθλιψης. Διάφοροι παράγοντες είναι άλλοτε προστατευτικοί κι άλλοτε επιβαρυντικοί».
Σύμφωνα με τον κ. Φουντουλάκη, το μεγάλο πρόβλημα της χώρας μας ήταν ότι ήταν απροετοίμαστη για αυτή την ιστορία. «Οι υποδομές διαδικτύου ήταν μέτριες ως κακές, το σύστημα υγείας δεν είναι δικτυωμένο ακόμη, στα νοσοκομεία μας πολλές μέρες πέφτει το σύστημα. Μιλάμε για πρακτικά θέματα που έδειξαν ότι είναι σημαντικά».