Μέσα από τις σελίδες της δικαστικής απόφασης ξετυλίγονται οι τραγικές ελλείψεις και η ειδική μεταχείριση ασθενούς που επικρατούσε στο δημόσιο ψυχιατρείο. Το στοιχείο που προκαλεί όμως σοκ είναι η περιγραφή των συνθηκών που επικρατούσαν μέσα στο ψυχιατρείο, με ασθενείς δεμένους με ιμάντες.
Τα δύο αδέλφια ενός από τους τρεις ασθενείς που κάηκαν, καθώς ήταν δεμένος με ιμάντες και δεν μπορούσε να φύγει από το φλεγόμενο 7ο Ψυχιατρικό Τμήμα του νοσοκομείου για να γλιτώσει, διεκδίκησαν από 150.000 ευρώ ο καθένας ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατο του αδελφού τους. Τελικά, τους επιδικάστηκαν από 70.000 ευρώ στον καθένα για τον θάνατο του αδελφού τους, ενώ παράλληλα από το δικαστήριο καταλογίστηκαν παράνομες παραλείψεις των αρμοδίων του Ψυχιατρείου.
Η φωτιά προκλήθηκε (4/9/2015) στον θάλαμο 30χρονου βαριά ασθενούς, ο οποίος ετύγχανε ιδιαίτερης μεταχείρισης από τη διοίκηση του ψυχιατρείου λόγω των συνεχών πιέσεων -και όχι μόνο- που ασκούσαν οι γονείς του. Ο ασθενής που προκάλεσε την πυρκαγιά στον θάλαμό του και εν συνεχεία εξαπλώθηκε σε όλη την πτέρυγα πάσχει από «φαρμακο-ανθεκτική επιληψία του δεξιού κροταφικού λοβού από την ηλικία των 3,5 ετών και υποφέρει από εστιακές κρίσεις» και υποβλήθηκε «σε χειρουργική επέμβαση της επιληπτικής εστίας του εγκεφάλου του στις ΗΠΑ».
Μετά την επέμβαση μειώθηκαν μεν οι επιληπτικές κρίσεις, αλλά «εκδήλωσε συμπτώματα ψυχοκινητικής ευαισθησίας, ευερεθιστότητας με έκδηλη επιθετική συμπεριφορά». Εχει νοσηλευθεί σε ψυχιατρικές κλινικές και λόγω της επιθετικότητάς του με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών «κρίθηκε επικίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια εγκληματίας» και για τον λόγο αυτό διατάχθηκε ο αναγκαστικός μόνιμος εγκλεισμός του σε Ψυχιατρείο.
Με το ίδιο βούλευμα αποφασίστηκε «να μην απαγγελθεί κατηγορία σε βάρος του για ανθρωποκτονία από πρόθεση του υπερήλικα θείου του και της φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (αυτοκινήτου του πατέρα του), ελλείψει ικανότητας καταλογισμού αυτού».
Την ώρα της πυρκαγιάς…
Τη φωτιά μέσα στον θάλαμο νοσηλείας του 30χρονου αντιλήφθηκε μια νοσηλεύτρια και επιχείρησε «αρχικά να τη σβήσει ρίχνοντας νερό με κουβάδες, πλην όμως η πυρκαγιά επεκτάθηκε εκτός του θαλάμου, λόγω των εύφλεκτων αντικειμένων που υπήρχαν (βιβλία, στοίβες από αθλητικές εφημερίδες, ρούχα, δύο στρώματα και κλινοσκεπάσματα)».
Αμέσως μετά κινητοποιήθηκε το προσωπικό και προσπάθησε να απεγκλωβίσει τους ασθενείς και κυρίως τον 30χρονο που βρισκόταν μέσα στον φλεγόμενο θάλαμο.
Από την πυρκαγιά και τις αναθυμιάσεις βρήκαν τραγικό θάνατο και ανασύρθηκαν νεκροί τρεις ασθενείς, «εκ των οποίων οι δύο βρέθηκαν ο ένας δίπλα στον άλλον σε ύπτια θέση στον διάδρομο της κλινικής και ο τρίτος βρέθηκε σε καθιστή θέση στο ξύλινο παγκάκι του διαδρόμου της κλινικής και δεμένος με ιμάντα». Ο θάνατος των ασθενών «επήλθε συνεπεία δηλητηριάσεως από μονοξείδιο του άνθρακα».
Σύμφωνα με την αυτοψία της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, η πρόκληση της πυρκαγιάς οφείλεται σε ενέργεια του 30χρονου «διά της χρήσης γυμνής φλόγας (αναπτήρα ή σπίρτων που του έδωσε άλλος ασθενής)».
Για το τραγικό περιστατικό διατάχθηκε Ενορκη Διοικητική Εξέταση. Σύμφωνα με αυτή, «στον θάλαμο που ξέσπασε η φωτιά υπήρχαν δύο στρώματα, ενώ ο θάλαμος ήταν γεμάτος βιβλία, έντυπα και εφημερίδες, τα οποία είχαν υποστεί ολοσχερή καταστροφή». Υπήρχε ακόμη υπήρχε «στοίβα κατεστραμμένων ρούχων». Επίσης, «βρέθηκαν κατεστραμμένα: modem, αποκωδικοποιητής, υπολογιστής, κέρματα και σύμφωνα με μαρτυρία υπήρχε εγκατεστημένη τηλεόραση».
Από την ΕΔΕ προκύπτει ότι στην επίμαχη πτέρυγα υπήρχαν μόνιμα περιορισμένοι έξι ασθενείς «και κατά τη διάρκεια της ημέρας βάσει ιατρικών οδηγιών», εκ των οποίων οι δύο βρέθηκαν νεκροί. Αποκαλύπτεται, μάλιστα, ότι «οι περιορισμοί ασθενών δεν διενεργούνται μόνο για θεραπευτικούς λόγους, αλλά και λόγω του ολιγάριθμου και χαμηλών προσόντων προσωπικού».
Διαπιστώθηκε επίσης ότι ο 30χρόνος ασθενής «έχει κάνει συχνές επιθέσεις σε βάρος ασθενών, προσωπικού και των γονέων του αρκετές φορές, έχει προκαλέσει πυρκαγιές μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης με τον ίδιο τρόπο, βάζοντας φωτιά σε εφημερίδες, ενώ επιχείρησε να αποδράσει μετά την πυρκαγιά που έβαλε στο δωμάτιο του το 2012».
Υπογραμμίζεται στην ΕΔΕ ότι ο θάλαμος του 30χρονου είχε διαμόρφωση «ειδικού δωματίου», κάτι που «αποτέλεσε μέρος μιας συνολικότερης διακριτικής μεταχείρισής του» από «το νοσηλευτικό, ιατρικό προσωπικό και τη διοίκηση του ΨΝΑ».
Η διάκριση αυτή «συνίστατο σε συχνότατες και μεγάλης διάρκειας επισκέψεις των γονέων, ακόμη και στο “δωμάτιο” του ασθενούς, τη θεραπευτική μεταχείριση με προσωπικό γιατρό, τον προαυλισμό του, τη διατροφή του με σπιτικό φαγητό ή παραγγελίες εκτός νοσοκομείου, τις απαιτήσεις του ασθενούς και τις συνεχείς οχλήσεις του επιστημονικού και βοηθητικού προσωπικού με σκοπό την ικανοποίηση κάποιας επιθυμίας του (λ.χ. να του αγοράσουν εφημερίδα ή καφέ, να παραγγείλουν φαγητό κ.ά.)».
Ο επίμαχος ασθενής είχε «συνεχείς απαιτήσεις, προέβαινε σε συχνές επιθέσεις, απειλές και εκφοβισμούς με σκοπό τη διαρκή ικανοποίηση των επιθυμιών του», οι οποίες και εκπληρώνονταν καθώς ετύγχανε «διακριτικής μεταχειρίσεως».
Οι διοικητικοί δικαστές αποφάνθηκαν ότι υπήρξαν πολλαπλές «παράνομες παραλείψεις των οργάνων του Ψυχιατρείου, αυτοτελώς αλλά και συνδυαστικά». Οι παραλείψεις ανάγονται στα αμφίβολης λειτουργικότητας υπάρχοντα μέτρα πυρασφάλειας, στη μη εκπαίδευση του προσωπικού, τη μη επαρκή επιτήρηση ασθενών κ.λπ. Ετσι ο αδελφός και η αδελφή του 54χρονου θύματος δικαιούνται αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από τον θάνατό του, κατέληξαν οι δικαστές.