Ο Σεπτέμβριος, ο Απρίλιος, ο Ιούνιος και ο Νοέμβριος έχουν 30 ημέρες, ενώ όλοι οι υπόλοιποι έχουν 31. Ο Φεβρουάριος όμως είναι κουτσός και έχει 28 ή 29 ημέρες αν το έτος είναι δίσεκτο.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Επειδή είναι ο τελευταίος μήνας του χρόνου και σε αυτόν εντάσσονται οι ημέρες που περισσεύουν από τις 365 και δεν έχουν κατανεμηθεί σε άλλους μήνες.
Μπορεί εμείς να γνωρίζουμε ως τελευταίο μήνα του έτους τον Δεκέμβριο, ωστόσο αυτό είναι μεταγενέστερη κατανομή, αφού παλαιότερα οι μήνες Ιανουάριος και Φεβρουάριος δεν υπήρχαν. Ως πρώτος μήνας του χρόνου λογιζόταν ο Μάρτιος και ως τελευταίος ο Δεκέμβριος.
Ήταν οι δέκα παραγωγικοί μήνες, στους οποίους αναπτυσσόταν όλη η ανθρώπινη δραστηριότητα. Μετά τον Δεκέμβριο περίσσευαν οι άγριες χειμερινές ημέρες, τις οποίες όμως δεν εντάσσανε σε κάποιους μήνες, καθώς ήταν ημέρες μη παραγωγικές για τη ζωή του ανθρώπου.
Διαπιστωνόταν όμως έτσι μια χρονική ανακολουθία αναφορικά με την έναρξη και λήξη του έτους καθώς, ανάλογα με τη χρονιά, έμεναν λιγότερες ή περισσότερες ημέρες αδιάθετες.
Πώς δημιουργήθηκαν ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος
Στην προσπάθεια ομαλότερης κατανομής οι άνθρωποι δημιούργησαν τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο προκειμένου να κατατάξουν σε αυτούς τις ημέρες που περίσσευαν.
Η κατανομή λοιπόν ξεκίνησε από τον Ιανουάριο ο οποίος πήρε 31 ημέρες, ενώ οι υπόλοιπες αδιάθετες ημέρες δόθηκαν στο Φεβρουάριο, ο οποίος έλαβε τις εναπομείνασες 29 ημέρες.
Όταν αργότερα το 44 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρας ζήτησε τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη προκειμένου να αλλάξει το ρωμαϊκό ημερολόγιο, ο τελευταίος βασιζόμενος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου, ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες, θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες, ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθεταν ακόμη μία ημέρα, μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου», που ονομαζόταν «bis sextus».
Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Το «περίσσευμα» της ημέρας αυτής κάθε τέσσερα έτη αποφασίστηκε να δοθεί στον ελλειπή μήνα Φεβρουάριο και αντί των 29 ημερών να έχει τη συγκεκριμένη δίσεκτη χρονιά 30 ημέρες.
Ο Οκταβιανός Αύγουστος αφαίρεσε μία ημέρα από τον Φεβρουάριο
Το 4 π.Χ. όμως ο αυτοκράτορας Οκταβιανός Αύγουστος αφαίρεσε μία ημέρα από τον Φεβρουάριο, την οποία πρόσθεσε στο μήνα Αύγουστο που έφερε το όνομά του, προκειμένου να μην υπολείπεται σε τίποτε από το μήνα που έφερε το όνομα του Ιουλίου Καίσαρα, τον Ιούλιο, ο οποίος είχε 31 ημέρες. Συνεπώς, ο Φεβρουάριος παρέμεινε με 28 ημέρες τα απλά έτη και 29 τα δίσεκτα.