Ως το λιγότερο που μπορεί να γίνει για την «ανακούφιση» από τις όλο και αυξανόμενες δαπάνες για φάρμακα θεωρείται το μέτρο δωρεάν φαρμακευτικής περίθαλψης στους χαμηλοσυνταξιούχους. Η εκτόξευση της φαρμακευτικής δαπάνης τα τελευταία χρόνια και το γεγονός ότι ουσιαστικά το βάρος πέφτει στις φαρμακευτικές εταιρείες και στους πολίτες μέσω των συμμετοχών ή των ιδιωτικών πληρωμών για σκευάσματα που δεν αποζημιώνονται, έχει οδηγήσει τους Έλληνες να πληρώνουν σημαντικά ποσά για τα φάρμακά τους – το ίδιο συμβαίνει και γενικότερα για υπηρεσίες υγείας, όπως π.χ για ιατρικές επισκέψεις.
Πιο αναλυτικά, με βάση τα τελευταία στοιχεία όπως προκύπτουν από την πιο πρόσφατη έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), το ύψος της συνολικής δαπάνης που κατέβαλαν οι πολίτες (θεσμοθετημένη συμμετοχή και άμεσες πληρωμές) για φαρμακευτική περίθαλψη το 2023, ανήλθε σε 1,8 δις ευρώ.
Η θεσμοθετημένη συμμετοχή των ασθενών το 2023 ανήλθε σε 434 εκατ. ευρώ, ενώ η επιβάρυνση που προκύπτει από τη διαφορά λιανικής με ασφαλιστική τιμή σε 300 εκατ. ευρώ. Η συμμετοχή των ασθενών ανέρχεται συνολικά σε 734 εκατ. ευρώ και είναι αυξημένη σε σχέση με το 2022 κατά 45 εκατ. ευρώ (689 εκατ. ευρώ το 2022). Σε ό,τι αφορά στις λεγόμενες «out of pocket» (άμεσες πληρωμές), η δαπάνη για αγορά Μη Συνταγογραφούμενων Φαρμάκων (ΜΗΣΥΦΑ) έφτασε τα 391 εκατ. ευρώ το 2023, για φάρμακα αρνητικής λίστας (που δεν αποζημιώνονται από την Πολιτεία) σε 130 εκατ. ευρώ και για φάρμακα που αποζημιώνονται μεν αλλά οι πολίτες επέλεξαν να τα πληρώσουν κατά 100% σε 557 εκατ. ευρώ.
Η τελευταία κατηγορία περιλαμβάνει σκευάσματα που συνταγογραφούνται και αποζημιώνονται, αλλά για δικούς τους λόγους οι πολίτες επιλέγουν να τα αγοράσουν με δική τους δαπάνη. Για παράδειγμα για λόγους οικονομίας χρόνου καθώς και ότι δε… συμφέρει να πληρώσουν το αντίτιμο που ζητούν οι γιατροί για συνταγογράφηση. Συνήθως είναι σκευάσματα φθηνά, για παράδειγμα κορτιζόνες, στατίνες και άλλα φάρμακα από όλες τις θεραπευτικές κατηγορίες.
Υπό τα παραπάνω δεδομένα, η χορήγηση δωρεάν φαρμάκων σε όλους τους χαμηλοσυνταξιούχους, πρώην δικαιούχους ΕΚΑΣ, την οποία εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τον προϋπολογισμό του 2025, είναι ένα αυτονόητο ανακουφιστικό μέτρο. Και αυτό καθώς λαμβάνουν συντάξεις ύψους 400 ή 500 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί πως οι Έλληνες πολίτες δεν πληρώνουν ακριβά μόνο τα φάρμακα αλλά όλες τις υπηρεσίες υγείας. Τελευταία δεδομένα για το 2022 δείχνουν ότι περίπου τέσσερα στα δέκα ευρώ από τα χρήματα που δαπανώνται στη χώρα μας για την αγορά υπηρεσιών υγείας προέρχονται απευθείας από την «τσέπη» των ελληνικών νοικοκυριών.
Κολλημένη η δημόσια χρηματοδότηση για φάρμακα
Τα μεγάλα ποσά που δίνουν οι πολίτες για τα φάρμακά τους, είτε αφορούν στη συμμετοχή είτε βασικά σε Μη Συνταγογραφούμενα σκευάσματα, φάρμακα αρνητικής λίστας και όσα επιλέγουν να πληρώσουν οι ίδιοι, είναι απόρροια της μικρής δημόσιας χρηματοδότησης. Η «κλειστή» δημόσια φαρμακευτική δαπάνη και η αδυναμία να βρεθεί έξτρα χρηματοδότηση έχει φέρει και τη φαρμακοβιομηχανία, που πληρώνει κάθε χρόνο δυσθεώρητα ποσά, σε οριακό σημείο.
Για ακόμη μια φορά, το πρόβλημα της αυξημένης δαπάνης και οι πιθανές λύσεις του βρέθηκαν στο επίκεντρο της χθεσινής συνάντησης μεταξύ εκπροσώπων των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, του Υπουργού Υγείας, Άδωνι Γεωργιάδη και κυβερνητικών στελεχών.
Όπως προκύπτει από πληροφορίες, οι δύο πλευρές συζήτησαν πώς θα κλείσει το 2023 σε ό,τι αφορά στις αυτόματες επιστροφές, όπως επίσης και το 2024, μετά τα πρόσφατα μέτρα που έλαβε το Υπουργείο Υγείας. Μεγάλο «αγκάθι» είναι η υπέρβαση για τη δαπάνη των νοσοκομειακών φαρμάκων που το πρώτο εξάμηνο του 2023 εκτοξεύτηκε στο 83%. Για το σύνολο του 2023 ο Υπουργός Υγείας ενημέρωσε τις εταιρείες ότι το clawback διαμορφώνεται γύρω στο 77%. Σε ό,τι αφορά στο 2024, εκτιμάται ότι θα «κλείσει» περίπου στο 65%. Ακόμη και με αυτή τη μικρή συγκράτηση, όμως, τα ποσά είναι πολύ υψηλά σύμφωνα με τη φαρμακοβιομηχανία.
Η Αριστοτέλους φαίνεται σχετικά ικανοποιημένη από την εξέλιξη της νοσοκομειακής φαρμακευτικής δαπάνης για το 2024, αφού φαίνεται πως δεν θα υπάρχει αύξηση των αυτόματων επιστροφών. «Τρύπα» βέβαια είναι η σχετική δαπάνη των Φαρμάκων Υψηλού Κόστους (ΦΥΚ) που παρουσιάζει αύξηση κατά περίπου 15% για το 2024.
Εκτός από την ενίσχυση κατά 400 εκατ. ευρώ, η οποία προέρχεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και κατά 60 εκατ. Ευρώ, χρήματα που προκύπτουν από την αύξηση του ΑΕΠ, δε φαίνεται ότι θα δοθούν άλλοι κρατικοί πόροι για φάρμακα. Οι εταιρείες εκτιμούν ότι τα χρήματα αυτά είναι τα μισά σε σχέση με αυτά που απαιτούνται για να «κρατηθεί» η αγορά.
Στο… τραπέζι της συζήτησης βρέθηκε και η πιθανότητα ενός Μνημονίου Συνεργασίας μεταξύ Υπουργείου Υγείας και φαρμακευτικών επιχειρήσεων. Η πρωτοβουλία αυτή συζητήθηκε σε «χαλαρό» πλαίσιο, αφού πρόβλημα αποτελεί η έννοια της δέσμευσης που απαιτείται και από τις δύο πλευρές. Ειδικότερα, οι εταιρείες δε βλέπουν πώς το Υπουργείο μπορεί να δεσμευτεί για τη χρηματοδότηση του φαρμάκου σε βάθος τριετίας.
Στη συνάντηση συμμετείχαν ο Υπουργός Υγείας, ο Υφυπουργός Μάριος Θεμιστοκλέους, ο Γενικός Γραμματέας Άρης Αγγελής, ο Υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος και ο Υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ Θανάσης Κοντογεώργης. Από την αγορά παρόντες ήταν εκπρόσωποι από τον Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), την Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), το PhARMA Innovation Forum Greece (PIF) και το Σύλλογο Αντιπροσώπων Φαρμακευτικών Ειδών και Ειδικοτήτων (ΣΑΦΕΕ). Παρούσες ήταν και οι επικεφαλής του ΕΟΠΥΥ, της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης, του ΙΦΕΤ, της Επιτροπής Αξιολόγησης, καθώς και ο πρόεδρος της ΕΚΑΠΥ.