Υποχρεωτικός γίνεται πλέον ο πρωτοβάθμιος και δευτεροβάθμιος έλεγχος για την ανθεκτικότητα των δημοσίων κτηρίων σε περίπτωση σεισμού, όπως σημείωσε σήμερα ο καθηγητής Γεωλογίας και Πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμης Λέκκας.
Ο Ευθύμιος Λέκκας, μιλώντας στην ΕΡΤ, αναφέρθηκε στη συνάντηση της Παρασκευής που είχε στο Μέγαρο Μαξίμου για την αντοχή των δημοσιών κτηρίων σε περίπτωση σεισμού. Ο ίδιος σημείωσε πως πλέον: «Πλέον γίνεται υποχρεωτικός ο πρωτοβάθμιος και δευτεροβάθμιος έλεγχος σε όλα τα δημόσια κτίρια, αρχής γενομένης από τα σχολεία και τα νοσοκομεία».
Διευκρίνισε πως «οι πρωτοβάθμιοι και οι δευτεροβάθμιοι έλεγχοι είχαν αρχίσει την δεκαετία του 2000, όμως είχαν ένα προαιρετικό χαρακτήρα, με αποτέλεσμα από τα 80.000 δημόσια κτήρια του ευρύτερου δημόσιου τομέα που έχουμε στην Ελλάδα, μόνο τα 16.000 με 17.000 κτίρια να έχουν απογραφεί. Έχει γίνει ο πρωτοβάθμιος έλεγχος και αυτή η βάση δεδομένων υπάρχει στον Οργανισμό Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας.
Έως τώρα, παρά τις εκκλήσεις που κάναμε για τον πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο έλεγχο, το ποσοστό των κτηρίων, που ελέγχετο κάθε χρόνο, ήταν χαρακτηριστικά μικρό».
Τόνισε πως «με αυτή την πρωτοβουλία γίνεται υποχρεωτικός ο πρωτοβάθμιος και δευτεροβάθμιος έλεγχος σε όλα τα δημόσια κτίρια, αρχής γενομένης από τα σχολεία και τα νοσοκομεία που είναι κρίσιμες υπηρεσίες, όπου στεγάζονται παιδιά, στεγάζονται ασθενείς, που έχουν ένα κομβικό ρόλο στην όλη διαχείριση της καταστροφής».
Αντισεισμικοί κανονισμοί
«Το 30% των κτηρίων στην επικράτεια έχουν δομηθεί με τον νέο σύγχρονο αντισεισμικό κανονισμό. Αυτά τα κτήρια δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο. Από κει και πέρα υπάρχει ένα 30% κτηρίων που δομήθηκαν από το 69′ μέχρι το 84′. Αυτά τα κτήρια τα οποία δομήθηκαν με τον αντισεισμικό κανονισμό του 1959, δεν έχουν πρόβλημα, εκτός εάν έχουν γίνει παρεμβάσεις, αν είναι ασυντήρητα και ούτω καθεξής.
Από το 1959 και πριν έχουμε κτήρια τα οποία δεν έχουν κανονισμό απλά και μόνο υπήρχαν κάποιες οδηγίες από την πολιτεία μέχρι το 1959. Αυτά τα κτήρια είναι κατά προτεραιότητα σε έλεγχο. Όχι ότι είναι επικίνδυνα κτήρια, αλλά πρέπει να δούμε τη στάθμη επιτελεστικότητας, όπως δηλαδή τη στάθμη αντισεισμικής θωράκισης, έτσι ώστε να βελτιώσουμε στατικά τα κτήρια αυτά, τα οποία έχουν χτιστεί μέχρι το 1959».
Ο ίδιος κλήθηκε να σχολίασε παλαιότερα δημοσίευμα, σύμφωνα με το οποίο το 2001 είχε δοθεί εντολή για προσεισμικό έλεγχο σε 80.000 δημόσια κτίρια και σήμερα, δύο δεκαετίες μετά, οι πληροφορίες λένε ότι έχουν ελεγχθεί μόλις τα 25.000, δηλαδή 55.000 κτίρια δεν έχουν ακόμα ελεγχθεί από τους αρμόδιους φορείς, ανέφερε:
«Θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι από τα 55.000 κτίρια που απομένουν για έλεγχο δεν χρησιμοποιούνται όλα περίπου. Χρησιμοποιούνται τα 25 με 30.000 κτήρια. Τα υπόλοιπα είναι κτήρια στα οποία δεν συγκεντρώνονται κόσμος. Είναι αποθήκες, είναι κτήρια τα οποία δεν είναι ιδιαίτερα σπουδαιότητας» τόνισε.
Υπογράμμισε, τέλος, πως πρέπει να αποτυπώσουμε με προσεισμικούς ελέγχους τα 30.000 κτήρια που μένουν, αλλά και τα 25.000 που έχουν ήδη ελεγχθεί, γιατί δεν σημαίνει ότι ελέγχεται το κτήριο και θεωρείται ασφαλές σε βάθος χρόνου. Πρέπει κάθε μία πενταετία, κάθε μία δεκαετία, να επανελέγχουμε τα κτήρια, έτσι ώστε να διαπιστώνεται η αντισεισμική τους επάρκεια.