Η μακροχρόνια χρήση μάσκας και η μείωση των κοινωνικών επαφών/συγχρωτισμού, για τη πρόληψη της Covid-19 τα τελευταία 2,5 χρόνια, είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντικά μειωμένη έκθεση μας σε πολλές ιογενείς συνηθισμένες λοιμώξεις, επισημάνουν οι επιστήμονες, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν γιατί την άνοιξη του 2022 και ιδιαίτερα τώρα, παρατηρείται αύξηση των ιώσεων.
«Αυτό που παρατηρήσαμε σε παιδιά και ενήλικες την περασμένη άνοιξη και περισσότερο τώρα, μετά τη χαλάρωση των μέτρων, είναι μια έξαρση των ιώσεων. Όλοι μας, μικροί και μεγάλοι, νοιώσαμε ότι κρυολογήσαμε. Αν και δεν έχουν διενεργηθεί ακόμα καλά τεκμηριωμένες μελέτες, υπάρχει η αίσθηση ότι οι ιώσεις μάς ταλαιπωρούν περισσότερο, με πιο έντονα συμπτώματα και μεγαλύτερη διάρκεια» επισημαίνει η καθηγήτρια παιδιατρικής Βάνα Παπαευαγγέλου.
Μιλώντας στο ΑΠΕ- ΜΠΕ τονίζει πως ακόμα δεν έχει πλήρως ξεκαθαρίσει κατά πόσο το φαινόμενο αυτό οφείλεται απλά σε μειωμένη ανοσία, λόγω απουσίας έκθεσης μας τα τελευταία δύο έτη ή αυξημένη ευαισθησία μας μετά από νόσηση από Covid-19.
Από την πλευρά της και η καθηγήτρια παιδιατρικής, Μαρία Τσολιά αναφέρει πως τη φετινή χρονιά βλέπουμε μια πρώιμη εμφάνιση της γρίπης με πολλά κρούσματα στην κοινότητα αλλά και αρκετές εισαγωγές παιδιών στο νοσοκομείο. «Είναι πολύ ασυνήθιστο να αρχίσει η εποχιακή έξαρση της γρίπης και οι εισαγωγές από τα μέσα του φθινοπώρου στη χώρα μας.
Τα τελευταία είκοσι χρόνια παρακολουθούμε την επιδημιολογία της νόσου και δεν έχουμε καταγράψει κάτι παρόμοιο. Έχουμε ήδη αρκετές νοσηλείες παιδιών με γρίπη, είτε λόγω σοβαρής νόσου και πνευμονίας από τον ίδιο τον ιό, είτε λόγω βακτηριακής πνευμονίας (πχ από πνευμονιόκοκκο) στην οποία προδιαθέτει η λοίμωξη από τον ιό της γρίπης» τονίζει και προσθέτει πως έχει επίσης εμφανισθεί νωρίτερα και η ετήσια εποχιακή έξαρση του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (respiratory syncytial virus, RSV)) που προσβάλλει τα μικρά βρέφη και προκαλεί μεγάλο αριθμό εισαγωγών κάθε χρόνο τόσο στα παιδιατρικά τμήματα αλλά και στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας παιδιών.
«Σήμερα, νοσηλεύουμε αρκετά βρέφη ή και νήπια με τη λοίμωξη αυτή ενώ έχουν αρχίσει να καταγράφονται και εισαγωγές στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας», λέει.
Τι πρέπει να προσέξουν φέτος οι ευπαθείς ομάδες όσον αφορά τις λοιμώξεις του αναπνευστικού
Η κ. Τσολιά απαντώντας στο ερώτημα του δημοσιογράφου του ΑΠΕ-ΜΠΕ Μιχάλη Κεφαλογιάννη, για το αν φέτος υπάρχουν κάποιες ιδιαιτερότητες που πρέπει να προσέξουν ενήλικες και παιδιά με χρόνια ή σοβαρά νοσήματα, σε σχέση με τις λοιμώξεις του αναπνευστικού, τονίζει ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας τα μικρά παιδιά δεν είχαν την ευκαιρία να εκτεθούν στους αναπνευστικούς ιούς και να οικοδομήσουν επαρκή ανοσία με αποτέλεσμα να είναι σήμερα πιο ευάλωτα σε αυτούς.
Η ίδια εκτιμά πως «παράλληλα αναμένεται και αύξηση των βακτηριακών λοιμώξεων, όπως αυτές που προκαλούνται από πνευμονιόκοκκο ή σταφυλόκοκκο. Έχουμε ήδη διαπιστώσει αύξηση των εισαγωγών παιδιατρικών περιστατικών με σοβαρή βακτηριακή πνευμονία κυρίως από πνευμονιόκοκκο. Αυτό συμβαίνει διότι οι ιογενείς λοιμώξεις μειώνουν την άμυνα του οργανισμού και ανοίγουν το δρόμο για δευτερογενή βακτηριακή προσβολή».
Απαντώντας στο ίδιο ερώτημα η κ. Παπαευαγγέλου αναφέρει πως φέτος «αναμένουμε αυξημένη επίπτωση και ταυτόχρονη κυκλοφορία πολλών ιώσεων, καθώς και πιθανή έξαρση μικροβιακών λοιμώξεων που συνδέονται με αυτές όπως είναι οι λοιμώξεις που οφείλονται στον πνευμονιόκοκκο». Γι αυτό το λόγο όπως εξηγεί «όλα τα άτομα με υποκείμενα νοσήματα ανεξάρτητα ηλικίας θα πρέπει να φροντίσουν τον έγκαιρο επανεμβολιασμό τους έναντι γρίπης και Covid-19. Σημειώνεται ότι τα δύο εμβόλια μπορούν να γίνουν με μεσοδιάστημα λίγων ημερών (2-7 ημερών) ή ακόμα και την ίδια μέρα. Η χρήση μη φαρμακευτικών παρεμβάσεων (χρήση μάσκας, μείωση έκθεσης) επίσης αποτελούν σημαντικά όπλα προστασίας».
Συμπληρώνοντας η κ. Τσολιά εξηγεί πως με την εμφάνιση συμπτωμάτων λοίμωξης του αναπνευστικού (πυρετός, βήχας, ρινίτιδα) οι ευάλωτοι πληθυσμοί θα πρέπει να ελέγχονται άμεσα με τεστ τόσο για τον κορονοϊό, αλλά και για τη γρίπη και σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος να λαμβάνουν ειδική αντιική θεραπεία.
«Η τελευταία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα αποτελεσματική στην προστασία των ατόμων αυτών αλλά και των ηλικιωμένων έναντι του κορονοϊού. Το ίδιο ισχύει και για την γρίπη. Επί θετικού τεστ για γρίπη επίσης θα πρέπει να παίρνουν ειδική αντιική θεραπεία», επισημαίνει και προσθέτει: «Παιδιά και ενήλικες με υποκείμενα νοσήματα που έρχονται σε επαφή με άτομο που έχει επιβεβαιωμένη γρίπη επίσης θα πρέπει να παίρνουν προληπτικά ειδική αντιική αγωγή κατά της γρίπης».
Τι γνωρίζουμε για την συνοσηρότητα του κορωνοϊού με άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού
Για το πώς δρα ο κορωνοϊός σε επίπεδο συνοσηρότητας με άλλες ιώσεις του αναπνευστικού και τη γρίπη η κ. Παπαευαγγέλου εξηγεί στο ΑΠΕ- ΜΠΕ πως «είναι νωρίς για να έχουμε καλά τεκμηριωμένη άποψη αναφορικά με τη βαρύτητα σε περίπτωση συνοσηρότητας.
Αρχικές μελέτες σε πειραματόζωα έδειξαν, ότι η συν-λοίμωξη έχει σαν αποτέλεσμα σοβαρή νόσο. Ταυτόχρονα, υπάρχουν αναφορές από σειρές ασθενών που επιβεβαιώνουν ότι σε περίπτωση ταυτόχρονης λοίμωξης ο κίνδυνος σοβαρής νόσου και θανάτου ήταν αυξημένος. Μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες όμως, από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, έχουν δείξει ότι η λοίμωξη από γρίπη μειώνει το κίνδυνο λοίμωξης από κορωνοϊό.
Πιθανολογείται ότι υπάρχει κάποιου είδους “ανταγωνισμός” μεταξύ των δυο αυτών ιών κυρίως μέσω της ενεργοποίησης της ανοσιακής μας απάντησης στη πρώτη λοίμωξη, που μειώνει τις πιθανότητες ταυτόχρονης λοίμωξης» και καταλήγει πως οι συνάνθρωποι μας με αυξημένο κίνδυνο πρέπει να μην αμελήσουν τον εμβολιασμό τους και για τα δύο νοσήματα.
Τόσο η κ. Παπαευαγγέλου όσο και η κ. Τσολιά, μέλη της επιτροπής εμπειρογνωμόνων για τον κορωνοϊό, τονίζουν ότι πλέον η επιδημιολογική εικόνα για τον κορωνοϊό στην Ελλάδα εμφανίζει μια σταθερή πορεία, αναφορικά με τον αριθμό νέων επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, νέων εισαγωγών στα νοσοκομεία, αλλά και νέων διασωληνωμένων ασθενών και αριθμού θανάτων.
Μάλιστα η κ. Παπαευαγγέλου αναφέρει πως τις τελευταίες εβδομάδες έχει σημαντικά μειωθεί και το ποσοστό των επαναμολύνσεων, αλλά επισημαίνει πως «πλέον πολλά κρούσματα δεν δηλώνονται στον ΕΟΔΥ, καθώς πολλοί συνάνθρωποι μας με ήπια συμπτώματα επιβεβαιώνουν τη λοίμωξη με ένα self-test που δεν αποτυπώνεται στο σύστημα καταγραφής».
Και οι δύο συμφωνούν πως οι άνθρωποι που διαγιγνώσκονται με κορωνοϊό, ανεξάρτητα από ηλικία και υποκείμενα νοσήματα, θα πρέπει να παρακολουθούν την υγεία τους και να αποφεύγουν να μεταδώσουν τη λοίμωξη στους γύρω τους με τον περιορισμό της κινητικότητας τους και τη χρήση μάσκας ακόμα και μέσα στο σπίτι εφόσον συγκατοικούν με άτομα που δεν έχουν μολυνθεί.
Κορωνοϊός: Η επόμενη μέρα
Στο ερώτημα αν ο κορωνοϊός έχει πάψει να είναι ένα σοβαρό πρόβλημα Υγείας η κ. Τσολιά απαντά πως η πανδημία έχει ήδη μπει σε άλλη φάση και είμαστε πολύ κοντά στο να επιτύχουμε τον έλεγχό της και συνεχίζει: «Ό,τι έχουμε καταφέρει οφείλεται κυρίως στον εμβολιασμό, αλλά και στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού έχει ήδη μολυνθεί, κάποιοι ίσως και περισσότερο από μία φορά. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η ανάπτυξη ανοσίας στον πληθυσμό.
Όμως, δεν πρέπει να εφησυχάζουμε γιατί έχουμε κάποια απόσταση ακόμη να διανύσουμε μέχρι τον πλήρη έλεγχο. Η πανδημία αυτή έχει κάτι μοναδικό που δεν είχαν άλλες προηγούμενες πανδημίες: o ιός συνεχώς μεταλλάσσεται. Αυτή τη στιγμή, υπάρχει η πρόβλεψη από το ECDC ότι οι νέες παραλλαγές ΒQ.1 και BQ.1.1 θα κυριαρχήσουν στην Ευρώπη μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Επιπλέον, η παραλλαγή BA.2.75 και λιγότερο η ΧΒΒ φαίνεται να αυξάνεται γρήγορα στη χώρα μας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορεί κανείς να προβλέψει με ασφάλεια πως θα εξελιχθεί η πανδημία κατά τους ερχόμενους χειμερινούς μήνες».
Όσον αφορά τέλος τα μέτρα που θα πρέπει να λαμβάνει το σύνολο αλλά και οι ευπαθείς ομάδες ιδίως εν όψει εορτών η κ. Παπαευαγγέλου τονίζει: «Είναι προφανές ότι ο καθένας από εμάς, και ιδιαίτερα τα άτομα με αυξημένο κίνδυνο για σοβαρή νόσο, θα χρειαστεί κατά τη διάρκεια των επόμενων μηνών να μειώσουν τον κίνδυνο έκθεσης τους με τη χρήση της μάσκας σε κλειστούς χώρους και την αποφυγή συγχρωτισμού». Και οι δυο καθηγήτριες τονίζουν τη μεγάλη σημασία του επαναληπτικού εμβολιασμού για τον κορωνοϊό αλλά και για άλλους ιούς, που υπάρχουν εμβόλια, από τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού.