Yψηλότερα από το αναμενόμενο «ανέβηκε» ο πληθωρισμός σε Ελλάδα και Ευρωζώνη τον Ιανουάριο, με 3,1% και 2,5% αντίστοιχα , όπως έδειξαν τα έκτακτα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας Eurostat τη Δευτέρα 3/2.
Οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Reuters ανέμεναν ότι η εκτύπωση του πληθωρισμού του Ιανουαρίου θα διαμορφωνόταν στο 2,4%, αμετάβλητη σε σχέση με τον Δεκέμβριο.
Ο λεγόμενος πυρήνας του πληθωρισμού, ο οποίος αφαιρεί τις τιμές των τροφίμων, της ενέργειας, του αλκοόλ και του καπνού, διαμορφώθηκε στο 2,7% τον Ιανουάριο και παρέμεινε αμετάβλητος από τον Σεπτέμβριο. Η στενά παρακολουθούμενη εκτύπωση του πληθωρισμού των υπηρεσιών εν τω μεταξύ μειώθηκε στο 3,9% τον Ιανουάριο από 4% τον Δεκέμβριο.
Ωστόσο, το ενεργειακό κόστος αυξήθηκε κατά 1,8% σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα. Αυτό ήταν απότομα υψηλότερο από την αύξηση 0,1% του Δεκεμβρίου.
Ο συνολικός πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο του 1,7% τον Σεπτέμβριο, αλλά έκτοτε επιταχύνθηκε εκ νέου, καθώς οι επιδράσεις βάσης από τις χαμηλότερες τιμές της ενέργειας εξασθένησαν. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι ο αποπληθωρισμός «βρίσκεται σε καλό δρόμο».
«Ο πληθωρισμός συνέχισε να εξελίσσεται σε γενικές γραμμές σύμφωνα με τις προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων και αναμένεται να επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% που έχει θέσει το Διοικητικό Συμβούλιο κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους», πρόσθεσε η τράπεζα. «Οι περισσότερες μετρήσεις του υποκείμενου πληθωρισμού υποδηλώνουν ότι ο πληθωρισμός θα διαμορφωθεί σε σταθερή βάση γύρω από τον στόχο».
Η ΕΚΤ μείωσε την Πέμπτη τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης, διαμορφώνοντας το βασικό επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων στο 2,75%. Αναμένονται περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Τα στοιχεία της Δευτέρας έρχονται μετά την ανακοίνωση των τελευταίων στοιχείων για τον δείκτη τιμών καταναλωτή από πολλές βασικές οικονομίες της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Γερμανίας, την περασμένη εβδομάδα. Ο ετήσιος ρυθμός έφτασε το 1,8% στη Γαλλία και το 2,8% στη Γερμανία, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία των στατιστικών υπηρεσιών των χωρών. Τα στοιχεία είναι εναρμονισμένα σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ για λόγους συγκρισιμότητας.