Η απόφαση αποχώρησης της Ρωσίας από τη συμφωνία μεταφοράς των σιτηρών από την Μαύρη θάλασσα δημιουργεί συνεχιζόμενη ανησυχία, κυρίως για την ευκολία με την οποία εργαλειοποιούνται βασικές ανάγκες σίτισης των πολιτών, για να επιτευχθούν στρατιωτικοί στόχοι. Αν και η διάρκεια της συμφωνίας για την μεταφορά των σιτηρών εκπνέει στα μέσα Νοεμβρίου, ο μεγαλύτερος όγκος των εγκλωβισμένων σιτηρών, έχει σχεδόν μεταφερθεί. Οι Ουκρανοί λόγο του αποκλεισμού των λιμανιών από την Ρωσία, κατάφεραν να μεταφέρουν μόνο ένα ποσοστό της περσυνής τους συγκομιδής με τραίνα και αυτοκίνητα. Το πρόβλημα είναι ότι η Ουκρανία έχει διαφορετικό εύρος σιδηροδρομικών ραγών (σοβιετικές 1,52 mm έναντι ευρωπαϊκών 1,435 mm) σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, επομένως, τα σιτηρά πρέπει να εκφορτωθούν και να επαναφορτωθούν στα σύνορα προκαλώντας πολλά προβλήματα και αυξάνοντας υπέρμετρα το κόστος μεταφοράς.
Η διεθνή κοινότητα σε πρώτη φάση έχει οργανώσει με νηοπομπές και διεθνή πολεμική συνοδεία να επιβλέψει την ασφαλή εξαγωγή των 25 εκατ. τόνων εγκλωβισμένων σιτηρών της Ουκρανικής σοδειάς του 2021 που είχαν συσσωρευτεί μέχρι τον Μάιο το 2022. Το εγχείρημα όμως προχωρούσε πολύ αργά και δεν είναι σίγουρο ότι θα ολοκληρωνόταν μόνο δια θαλάσσης. Σύμφωνα με τον παρακάτω πίνακα με βάση τα στοιχεία του ΟΗΕ, το μεγαλύτερο μέρος των σιτηρών έχει ήδη διοχετευθεί στις αγορές, οπότε η πρόσφατη αποχώρηση της Ρωσίας από την ομαλή διάθεση των σιτηρών δεν θα οδηγήσει σε σημαντικές αυξήσεις των τιμών. Η συνέχεια όμως του πολέμου μπορεί να επηρεάσει τις τιμές των μελλοντικών συμβολαίων εκπλήρωσης των σιτηρών (futures) της φετινής σοδειάς η οποία πρόκειται να εισαχθεί στην αγορά από τον Νοέμβριο. Επίσης πρόκειται να απειλήσει και τον ομαλό εφοδιασμό της αγοράς με λιπάσματα.
Πίνακας εκτιμώμενης διοχέτευσης των 25 εκ. τόνων σιτηρών της Ουκρανίας |
||||
Μήνες |
Χερσαίες μεταφορές σε εκ. τόνους |
Θαλάσσιες μεταφορές σε εκ. τόνους |
Συνολικές μεταφορές σε εκ. τόνους |
|
Ιούνιος |
2,2 |
– |
2,2 |
|
Ιούλιος |
2,7 |
– |
2,7 |
|
Αύγουστος |
2,9 |
1,7 |
4,6 |
|
Σεπτέμβριος |
3 |
3,9 |
6,9 |
|
Οκτώβριος |
3 |
3,7 |
6,7 |
|
Σύνολο |
13,8 |
9,3 |
23,1 |
Στο παρελθόν πριν τον πόλεμο, η μέση μηνιαία εξαγωγή σιτηρών της Ουκρανίας ήταν περίπου 5 εκ. τόνοι. Ο συνδυασμός των χερσαίων και θαλάσσιων μεταφορών έχει ήδη επιτύχει τον στόχο πριν τον πόλεμο καθώς οι μηνιαίες εξαγωγές έχουν φθάσει στους 6,7 τόνους και συνολικά έχουν εξαχθεί τουλάχιστον 23 εκ από τα 25 εκ από τον περασμένου Ιούνιο. Με χερσαία μέσα, τραίνα, φορτηγά κλπ. έχουν εξαχθεί 13,8 εκ. τόνους και μετά τη συμφωνία, μέσω των λιμανιών της Ουκρανίας έχουν εξαχθεί 9,3 τόνοι δηλαδή συνολικά 23 εκ. τόνοι. Απομένουν δυο περίπου εκατομμύρια τόνοι αδιάθετοι που ίσως με κάποια καθυστέρηση να διατεθούν και αυτοί.
Η ανισορροπία στις αγορές δημιουργείται όταν οι ζητούμενες ποσότητες δεν προσφέρονται. Στον τομέα των τροφίμων οι άσχημες καιρικές συνθήκες μπορεί να δημιουργήσουν ανά πάσα στιγμή έλλειψη της προσφοράς με αποτέλεσμα σε πρώτη φάση τη άνοδο των τιμών. Η έλλειψη της προσφοράς επιδεινώνεται με γεωπολιτικά γεγονότα όπως η εισβολή της Ρωσίας στη Ουκρανία. Στα τρόφιμα όμως και κυρίως στα σιτηρά υπάρχουν περαιτέρω παρενέργειες καθώς αποτελούν την καθημερινή διατροφή σχεδόν όλου του πληθυσμού. Οι εξαγωγές τροφίμων είναι απαραίτητες για το 80% του πληθυσμού που εισάγει τρόφιμα για την διατροφή του. Οι ανάγκες των φτωχών χωρών είναι πιο επιτακτικές καθώς δεν διαθέτουν καθόλου αποθέματα. Σήμερα τα όποια αποθέματα σιτηρών δεν βρίσκονται στις φτωχές εισαγωγικές χώρες αλλά βρίσκονται στις αναπτυγμένες χώρες που έχουν την οικονομική δυνατότητα να επενδύσουν σε αποθηκευτικούς χώρους.
Η Ουκρανία είναι από καιρό μια από τις πιο σημαντικές χώρες, που παράγει τρόφιμα όχι μόνο για τον δικό της πληθυσμό, αλλά για όλο τον κόσμο. Επιπλέον, η Ουκρανία παράγει πολλά λιπάσματα. Το 57% της γης στην Ουκρανία χρησιμοποιήθηκε για καλλιέργειες το 2019 – καθιστώντας την μια από τις χώρες με τις μεγαλύτερες καλλιέργειες στον κόσμο. Συγκριτικά, την ίδια χρονιά οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν ενεργά το 17 % της γης τους για καλλιέργειες.
Η Ουκρανία αντιπροσωπεύει το 30% της παγκόσμιας προσφοράς ηλιελαίου, που χρησιμοποιείται ευρέως στα τρόφιμα παραγωγής και καλλιεργεί το 4% του παγκόσμιου σιταριού. Επειδή όμως παράγει πολύ περισσότερα από ό, τι καταναλώνει, η Ουκρανία αντιπροσωπεύει περίπου το 10 % των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, 13 % των εξαγωγών καλαμποκιού και είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός ηλιέλαιου στον κόσμο.
Το μαύρο έδαφος στην Ουκρανία είναι ασυνήθιστα γόνιμο. Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις της είναι φθηνότερες από αυτές στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η χώρα διαθέτει βαθιά λιμάνια που της δίνουν εύκολη πρόσβαση στις διεθνείς αγορές. Αυτός ο συνδυασμός επέτρεψε στην Ουκρανία να γίνει βασικός εξαγωγέας γεωργικών προϊόντων, και να χαρακτηριστεί ως ο σιτοβολώνας της Ευρώπης.
Με τις περισσότερες εκτάσεις ουκρανικής γεωργικής γης να μετατρέπονται σε πεδία μάχης και οι δρόμοι και οι λιμενικές υποδομές υπό επίθεση από ρωσικούς πυραύλους και βόμβες, η αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων της Ουκρανίας έχει σχεδόν καταρρεύσει. Υπάρχουν περιορισμοί στις ώρες εργασίας στα αγροκτήματα λόγω της απαγόρευσης κυκλοφορίας και υπάρχουν περιορισμοί στις μετακίνησεις αγροτικού εξοπλισμού λόγω ελέγχων στους δρόμους.
Ακόμα κι αν κηρυχθεί ειρήνη αύριο, τα χωράφια της Ουκρανίας είναι γεμάτα με εκρηκτικά, που οι αγρότες θα έπρεπε να καθαρίσουν, ο γεωργικός εξοπλισμός έχει καταστραφεί, οι ειδικευμένοι εργάτες έχουν φύγει στον πόλεμο.
Οι μειωμένες εξαγωγές σιτηρών από την Ουκρανία θα πλήξουν ιδιαίτερα την Αφρική και τη Μέση Ανατολή, όπου πηγαίνει μεγάλο μέρος του σιταριού της χώρας. Η Ουκρανία αντιπροσωπεύει το 80% των εισαγωγών σιταριού του Λιβάνου και είναι κορυφαίος προμηθευτής χωρών όπως, η Σομαλία, η Συρία και η Λιβύη. Η Αίγυπτος εισάγει σχεδόν τα δύο τρίτα του σιταριού που καταναλώνει, καθιστώντας την το μεγαλύτερο στον κόσμο εισαγωγέας σιταριού.
Περισσότερο από το 80% του σιταριού που εισάγει η Αίγυπτος προέρχεται από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Και ενώ πολλές από τις εισαγωγές προορίζονται για εγχώρια κατανάλωση, η Αίγυπτος επεξεργάζεται επίσης αυτά τα εμπορεύματα για εξαγωγές στην Ανατολική Αφρική. Έτσι, ο αντίκτυπος του πολέμου στην Ουκρανία θα γίνει αισθητός σε πολλά έθνη.
Είναι ευρέως γνωστό πλέον, κυρίως μετά την εξέγερση κατά την «Αραβική άνοιξη» του 2010 ότι εάν δεν μπορεί να «θραφεί ο κόσμος», θα «θραφούν οι συγκρούσεις». Η πρόσφατη πραγματικότητα ξαναέφερε στην επιφάνεια κάτι που είχαμε σχεδόν ξεχάσει: ότι χώρες με αυταρχικούς ηγέτες και ανελεύθερα συστήματα διακυβέρνησης, μόλις αποκτήσουν ισχύ, μπορούν να εκβιάζουν μέσω τις επισιτιστικής ανασφάλειας, άλλες χώρες για να υλοποιήσουν τις επεκτατικές τους βλέψεις ή για να δώσουν το δικό τους ραντεβού με την ιστορία.
Αρκετά κράτη διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο να δουν την εμφάνιση κοινωνικών συγκρούσεων τα προσεχή χρόνια λόγω της αδυναμίας για ομαλό επισιτισμό των πληθυσμών τους, είτε λόγω ελλείψεις ποσοτήτων είτε λόγω υπερβολικών τιμών. Πρόκειται, για την Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τη Νιγηρία, την Τουρκία, την Αίγυπτο, την Αλγερία, την Ιορδανία, την Τυνησία, τον Λίβανο, το Πακιστάν, την Σρι Λάνκα και τις Φιλιππίνες. Μικρότερο κίνδυνο συγκρούσεων ενδέχεται να έχουν και άλλες χώρες με σημαντική εξάρτηση από τα εισαγόμενα τρόφιμα, όπως το Μπαχρέιν, το Καζακστάν, η Ρουμανία, κλπ.
Άλλες χώρες με μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές τροφίμων βρίσκονται στην περιοχή της Υποσαχάριας Αφρικής οι οποίες εισάγουν το 85% του σιταριού που καταναλώνουν, ενώ τα ποσοστά είναι ιδιαίτερα υψηλά στην Τανζανία, στην Ακτή Ελεφαντοστού, στην Σενεγάλη και στη Μοζαμβίκη. Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα (Word Food Program (WFP) προμηθεύεται το 50 % των προμηθειών του σε σιτηρά από την περιοχή Ουκρανίας-Ρωσίας και τώρα αντιμετωπίζει δραματικές αυξήσεις κόστους στις προσπάθειές του για την καταπολέμηση των επισιτιστικών έκτακτων ανάγκων σε όλο τον κόσμο. Περίπου 11 εκατομμύρια άνθρωποι στην περιοχή του Σαχέλ δεν γνωρίζουν εάν θα έχουν το επόμενο γεύμα τους. Αν δεν λάβουν τη βοήθεια που χρειάζονται τώρα, θα υπάρξει πείνα, μετανάστευση και αποσταθεροποίηση.
Οι χώρες των δώδεκα μεγάλων εισαγωγέων σίτου, δηλαδή της Ινδονησίας, της Τουρκίας, της Αιγύπτου, της Νιγηρίας, της Κίνας, της Ιταλίας, της Αλγερίας, των Φιλιππίνων, της Βραζιλίας, του Μπαγκλαντές, του Μαρόκου και της Ιαπωνίας, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 34% του συνολικού όγκου. Οι χώρες αυτές θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ελλείψεις.
Ένα νέο παγκόσμια πρόβλημα που έχει πλέον προτεραιότητα στις αποφάσεις των κυβερνήσεων και η επίλυση του είναι άμεσης προτεραιότητας, είναι η επισιτιστική ανασφάλεια.