Κάθε φορά που μου τηλεφωνούν από κάποια εταιρία για να συμμετάσχω σε πολιτική δημοσκόπηση, τους ζητώ να μου διευκρινίσουν τι είδους αμοιβή θα μου καταβάλουν.
Όταν ο υπάλληλος με ρωτά απορημένος τι εννοώ, του απαντώ τα παρακάτω:
Η εταιρία θα πληρωθεί για τη δημοσκόπηση, είτε από κάποιο μέσο ενημέρωσης είτε από κάποιον πολιτικό φορέα.
Το μέσο ενημέρωσης ή ο πολιτικός φορέας που την παράγγειλε σκοπεύει επίσης να αποκομίσει οφέλη, οικονομικής ή επικοινωνιακής φύσης.
Το πρωτογενές προϊόν πάνω στο οποίο χτίζεται αυτή η πυραμίδα, προκύπτει από τις απαντήσεις που θα δώσουμε όσοι δεχτούμε να συμμετάσχουμε στη δημοσκόπηση.
Οι πολιτικές δημοσκοπήσεις κατά παραγγελία δε διεξάγονται για να προάγουν το γενικό καλό, την έρευνα ή για να προσφέρουν στην κοινωνία. Είναι εμπορικές πράξεις, πάνω στις οποίες μάλιστα χτίζονται πολιτικές καριέρες και παίζονται κάθε λογής παιχνίδια.
Είναι απορίας άξιον πώς ο ακρογωνιαίος λίθος τους, δηλαδή όλοι εμείς που με τις απαντήσεις μας δημιουργούμε το προϊόν της δημοσκόπησης, δεν αξιώνουμε καμία οικονομική αποζημίωση για τη συμμετοχή μας.
Σε μια ελεύθερη οικονομία όπου ο χρόνος είναι χρήμα και όλα είναι προς αγορά και πώληση, είναι σχεδόν θρασύ να ζητά κάποιος την αφιλοκερδή συμμετοχή μας σε μια ενέργεια από την οποία ο ίδιος προσδοκά να αποκομίσει κέρδη.
Συνήθως ο υπάλληλος της εταιρίας στην άλλη άκρη της γραμμής δεν έχει τον χρόνο ή τις αντοχές για να ακούσει ολόκληρο τον συλλογισμό μου και χάνει το επιμύθιο: εφόσον κάποιος συμμετέχει στη δημιουργία ενός προϊόντος που προορίζεται για εμπορική συναλλαγή, θα πρέπει να πληρώνεται για τη συνεισφορά του.
Είναι βασικός κανόνας της οικονομίας.