Συνεχίζεται η οικοδόμηση του τείχους ανοσίας στη χώρα μέσω των εμβολιασμών κατά της Covid-19, αν και η επίτευξη του απαιτούμενου στόχου παραμένει ακόμη μακριά, σύμφωνα με ειδικούς.
Παράλληλα, τόνισε πως δεν υπάρχει καμία αντένδειξη για άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα. Αντίθετα επισήμανε ότι καθώς αυτοί οι άνθρωποι παίρνουν ανοσοκατασταλτική αγωγή η σύσταση είναι να εμβολιαστούν όσο γίνεται πιο γρήγορα.
Από την πλευρά του ο κ. Λουκίδης τόνισε την σημαντικότητα των εμβολίων για την επίτευξη του τείχους ανοσίας και σημείωσε πως ο οικογενειακός γιατρός είναι ο κατάλληλος για να λάβουμε πληροφορίες για τα εμβόλια.
Επίσης, υπογράμμισε τη σύσταση του CDC, με βάση την οποία τα άτομα με ανοσοκαταστολή, δηλαδή με χαμηλή άμυνα στον οργανισμό, είναι άνθρωποι που ενδείκνυνται να κάνουν τον εμβολιασμό.
Μιλώντας για το ίδιο θέμα, ο κ. Δημόπουλος σημείωσε πως ενδεχομένως θα πρέπει αυτό να γίνει αρχικά σε παιδιά που έχουν συννοσηρότητες όπως παχυσαρκία, σακχαρώδη διαβήτη και μεταβολικά νοσήματα.
Τέλος, σχετικά με το τείχος ανοσίας ο κ. Τζανάκης επεσήμανε πως πρέπει να το χτίσουμε μέχρι τον φθινόπωρο και τότε οι μόνοι που θα νοσηλεύονται θα είναι οι ανεμβολίαστοι.
Αυστηρότερο πλαίσιο ελέγχων, προστίμων
Παράλληλα, σημειώνεται ότι ο υφυπουργός Νίκος Χαρδαλιάς προανήγγειλε την αυστηροποίηση του πλαισίου που αφορά τους ελέγχους και τα πρόστιμα για τα «κορωνοπάρτι», τονίζοντας ότι θα ενεργοποιηθεί ειδική ομάδα ελέγχου γι’ αυτές τις περιπτώσεις.
Αν και η γενική εικόνα της χώρας βελτιώνεται, το επιδημιολογικό φορτίο παραμένει υψηλό και όπως χαρακτηριστικά ανέφερε η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας του ΕΚΠΑ, μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, Βάνα Παπαευαγγέλου, «η περιπέτεια αυτή δεν έχει λήξει, ούτε θα λήξει σύντομα». Για να προσθέσει, «η ξεγνοιασιά θα αργήσει να έρθει».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε χθες ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας του ΕΚΠΑ και μέλος της επιτροπής, Γκίκας Μαγιορκίνης, την τελευταία εβδομάδα, ο αριθμός των διαγνώσεων COVID-19 μειώθηκε κατά 15%, οι νοσηλευόμενοι ασθενείς σε ΜΕΘ κατά 10% και οι θάνατοι λόγω της νόσου κατά 27%.
Πηγή: kathimerini.gr