Ένας στους τέσσερις εμφραγματίες θα παρουσιάσει συμπτώματα που δεν συνάδουν με τα τυπικά προειδοποιητικά σημάδια όπως ο θωρακικός πόνος, με την άγνοια κινδύνου να οδηγήσει πιθανότατα στον θάνατο μέσα σε 30 ημέρες. Το νέο επιστημονικό εύρημα δημοσιεύεται στο European Heart Journal—Acute Cardiovascular Care της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC).
Δυσκολία στην αναπνοή, απώλεια συνείδησης, εξάντληση και κοιλιακό άλγος αποτελούν άτυπες ενδείξεις ενός επικείμενου εμφράγματος, σύμφωνα με την έρευνα του Νοσοκομείου Nordsjællands στη Δανία. «Διαπιστώσαμε ότι τα άτυπα συμπτώματα εμφανίστηκαν κυρίως σε ηλικιωμένους, ιδίως γυναίκες, που δεν ειδοποίησαν ωστόσο τα επείγοντα» ανέφερε η συγγραφέας της μελέτης Amalie Lykkemark Møller, υποψήφια διδάκτωρ, σχετικά με την μεγάλη σημασία οι ασθενείς και οι γιατροί να αναγνωρίζουν άμεσα τα σημάδια κινδύνου για την αποτροπή μιας απευκταίας έκβασης.
Στο πλαίσιο της μελέτης διερευνήθηκαν οι σχέσεις μεταξύ πρώιμων συμπτωμάτων εμφράγματος, απόκρισης από ιατρικές υπηρεσίες και η θνησιμότητα στις 30 ημέρες, σύμφωνα με το σύνολο των 24ωρων κλήσεων που πραγματοποιήθηκαν προς μια γραμμή ιατρικής υποστήριξης και μία ξεχωριστή για επείγοντα περιστατικά στην Περιφέρεια της Πρωτεύουσας της Δανίας για το 2014-2018. Από τις παραπάνω υπηρεσίες που καταγράφουν το κύριο σύμπτωμα μαζί με την απόκριση, οι ερευνητές εντόπισαν τους ενήλικες 30 ετών και άνω που έλαβαν διάγνωση εμφράγματος εντός 72 ωρών από την κλήση και τους διέκριναν σε δύο ομάδες ανάλογα με το κύριο σύμπτωμα.
Υπερτριπλάσιος κίνδυνος θανάτου
Στη διάρκεια της πενταετούς μελέτης, καταγράφηκε ένα συγκεκριμένο αρχικό σύμπτωμα στις 7.222 περιπτώσεις εμφράγματος από τις συνολικά 8.336, 72% για θωρακικό πόνο και 24% για άτυπα συμπτώματα, με κυρίαρχα τα αναπνευστικά προβλήματα. Ειδικότερα:
- ο θωρακικός πόνος ήταν συχνότερος στους άνδρες 30-59 ετών οι οποίοι κάλεσαν τα επείγοντα και σπανιότερος στις γυναίκες, οι οποίες ωστόσο απευθύνθηκαν στην απλή γραμμή υποστήριξης. Το 95% που απευθύνθηκε στα επείγοντα και το 76% στην απλή γραμμή ιατρικής υποστήριξης οδηγήθηκαν στα έκτακτα περιστατικά, με τη θνησιμότητα στις 30 ημέρες στο 5% και 3% αντίστοιχα για τις δύο ομάδες
- τα άτυπα συμπτώματα σχετίστηκαν με μεγαλύτερη θνησιμότητα, 23% για όσους ειδοποίησαν τα επείγοντα περιστατικά και 15% για όσους κάλεσαν στη γραμμή υποστήριξης. Επιπλέον, ασθενοφόρο για τα έκτακτα περιστατικά στάλθηκε στο 67% μόνο της ομάδας που απευθύνθηκε στα επείγοντα και στο 17% της ομάδας απλής ιατρικής υποστήριξης.
Ωστόσο, ο κίνδυνος θανάτου αποδείχθηκε υπετριπλάσιος για την ομάδα των άτυπων συμπτωμάτων σε σύγκριση με όσους εμφάνισαν πόνο στο στήθος, μετά την προσαρμογή στοιχείων όπως η ηλικία, το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο, ο διαβήτης, ιστορικό εμφραγμάτων, καρδιακή ανεπάρκεια και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Συγκεκριμένα, η θνησιμότητα ήταν 15,6% έναντι 4,3% αντίστοιχα και, πιθανότατα, λόγω καθυστερημένης παροχής βοήθειας, εκτιμά η κυρία Møller.
Σχολιάζοντας τα σχετικά ευρήματα, η κυρία Møller αναφέρθηκε στη φύση αυτών των άτυπων συμπτωμάτων που δυσκολεύουν την υποψία εμφράγματος, μιας και πρόκειται για καταστάσεις που προκαλούνται συνήθως από άλλες αιτίες. «Ευελπιστούμε ότι η μελέτη μας θα ευαισθητοποιήσει και θα ενημερώσει κυρίως τους γηραιότερους ασθενείς και τους επαγγελματίες υγείας σχετικά με τα άτυπα αυτά προειδοποιητικά σημάδια», δήλωσε.