Στις αρχές του 2022, οι αυριανές προεδρικές εκλογές στη Γαλλία προοιωνίζονταν ως η πιο πολυαναμενόμενη πολιτική αναμέτρηση εδώ και δεκαετίες:
Ένας εν ενεργεία πρόεδρος που διεκδικεί την προεδρία μόλις για δεύτερη φορά στη ζωή του. Ένας υποψήφιος δύο φορές καταδικασμένος για υποκίνηση δημοσκοπήσεων ρατσιστικού και θρησκευτικού μίσους στη δεύτερη θέση. Ένας ακόμη σκληροπυρηνικός ακροδεξιός υποψήφιος στην τρίτη και η επί μακρόν κυρίαρχη αριστερά της γαλλικής πολιτικής σε αποδιοργάνωση.
Και τότε η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία.
Με τα βλέμματα της Ευρώπης να στρέφονται στον ματωμένο πόλεμο του Βλαντιμίρ Πούτιν, οι προτεραιότητες άλλαξαν άρδην: Τα αποθέματα πυρομαχικών, η διπλωματία υψηλού ρίσκου, ακόμη και η απειλή ενός πυρηνικού χτυπήματος έχουν μπει για τα καλά στη συζήτηση της ευρωπαϊκής χώρας.
Οι προεκλογικές εκστρατείες διακόπηκαν λόγω της κρίσης και πολλοί υποψήφιοι – κλειδιά αναγκάστηκαν να αποσυρθούν εξαιτίας προηγούμενης στήριξής τους στον Πούτιν.
Ευνοημένος από την προϋπηρεσία του στη διεθνή πολιτική σκηνή, οι περισσότερες δημοσκοπήσεις εκτιμούν ότι ο νυν πρόεδρος Εμάνουελ Μακρόν θα λάβει και πάλι το χρίσμα.
Ωστόσο, μόλις λίγες ημέρες πριν τις εκλογές, η μεγαλύτερη αντίπαλός του, Μαρίν Λεπέν, ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις, υποδηλώνοντας ότι η μάχη ίσως είναι ακόμη πιο σκληρή κι από εκείνη του 2017, όταν οι δυο τους κονταροχτυπήθηκαν έντονα.
Με τη Γαλλία να μην έχει επανεκλέξει εν ενεργεία πρόεδρο εδώ και 20 χρόνια, τη διπλωματία να έχει ανατρέψει όλη την προεκλογική ατζέντα και την ενεργειακή κρίση να έχει εκτοξεύσει το κόστος ζωής, οι Γάλλοι ψηφοφόροι έχουν μπροστά τους πολλά να σκεφτούν.
Ποια είναι η διαδικασία;
Προκειμένου να εκλέξουν τον επόμενό τους πρόεδρο, το πιθανότερο είναι οι Γάλλοι ψηφοφόροι να πάνε στις κάλπες δύο φορές.
Την πρώτη, αυτήν την Κυριακή, οι υποψήφιοι θα είναι 12. Αυτοί προκρίθηκαν αφού συγκέντρωσαν τη στήριξη 500 δημάρχων και/ή τοπικών συμβούλων από όλη τη χώρα.
Αν κανείς από τους υποψήφιους δεν συγκεντρώσει το 50% των ψήφων από τον πρώτο γύρο, οι δύο πρώτοι θα αναμετρηθούν μεταξύ τους, δύο εβδομάδες αργότερα, στις 24 Απριλίου.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ο δεύτερος γύρος είναι σχεδόν εγγυημένος.
Οι προεδρικές εκλογές δεν είναι οι μόνες που θα γίνουν φέτος στη Γαλλία. Τον Ιούνιο θα πάρουν τη σκυτάλη και οι βουλευτικές.
Ποιοι είναι οι διεκδικητές
Ο νυν πρόεδρος Εμάνουελ Μακρόν, νικητής των πρώτων εκλογών στις οποίες αναμετρήθηκε -εκείνες του 2017-, παρότι φαβορί έχει να αναμετρηθεί με το δεδομένο ότι μετά το Ζακ Σιράκ το 2002 κανείς άλλος εν ενεργεία Γάλλος πρόεδρος δεν έχει επανεκλεγεί.
Πρώην τραπεζίτης και απόφοιτος μερικών από τα πιο ελιτίστικα σχολεία της Γαλλίας, ο Μακρόν ξεσήκωσε πανεθνική οργή πολύ νωρίς στη θητεία του, εξαιτίας ενός φόρου ντίζελ που πυροδότησε το κίνημα των κίτρινων γιλέκων – μια από τις πιο παρατεταμένες διαδηλώσεις που έχει δει η χώρα εδώ και δεκαετίες.
«Το ποσοστό δημοτικότητας σήμερα είναι σημαντικό», δήλωσε στο CNNi ο πολιτικός σχολιαστής Jean-Michel Aphatie. «Το επίπεδο μίσους προς τον Εμανουέλ Μακρόν είναι αξιοσημείωτο και διαδεδομένο».
Σε διεθνές επίπεδο, οι προσπάθειές του να αναμετρηθεί τον Ντόναλντ Τραμπ, να αποτρέψει τη συμφωνία AUKUS για τα υποβρύχια και οι διπλωματικές κινήσεις του να αποτρέψει τον πόλεμο στην Ουκρανία ήταν αναμφισβήτητα αποτυχημένες. Ωστόσο, η αμέριστη υποστήριξη του Μακρόν σε μια φιλόδοξη και αυτόνομη Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κερδίσει τον σεβασμό στο εξωτερικό και εδραίωσε τα γεωπολιτικά του διαπιστευτήρια στο εσωτερικό.
Η πιο απροσδόκητη πρόκληση της προεδρίας του, η πανδημία, έχει ίσως καθορίσει το χρόνο του στην εξουσία. Περισσότερα από δύο χρόνια lockdown και υγειονομικών περιορισμών, μια προβληματική διάθεση εμβολίων στην ΕΕ και μια τολμηρή κίνηση να υποχρεωθούν οι Γάλλοι σε εμβολιασμό πυροδότησαν φωνές αντίδρασης, ακόμη και όταν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας έμαθε να ζει με την πραγματικότητα του ιού και μια ήσυχη πλειοψηφία υποστήριξε τα μέτρα.
Ο Μακρόν έχει αρνηθεί να κατέβει σε debate με τους αντιπάλους του και δεν έχει κάνει σχεδόν προεκλογική εκστρατεία. Αν και η pole position του στην κούρσα δεν απειλήθηκε ποτέ πραγματικά, οι ειδικοί πιστεύουν ότι η στρατηγική του ήταν να αποφύγει την πολιτική λάσπη όσο το δυνατόν περισσότερο, προκειμένου να αναδείξει την εικόνα του ως ο πιο προεδρικός από όλους τους υποψηφίους.
Μια εβδομάδα πριν τις εκλογές, ωστόσο, ο Μακρόν προέτρεψε τους υποστηρικτές του να αντισταθούν στον εφησυχασμό. «Τα πάντα είναι πιθανά», είπε, προειδοποιώντας για την πιθανότητα ανατροπής τύπου Brexit στις εκλογές.
Η βασική αντίπαλος
«Η γαλλική εκλογική λογική σημαίνει ότι στον δεύτερο γύρο πρέπει να είσαι ο λιγότερο μισητός από τους δύο υποψηφίους που έχουν απομείνει», λέει στο CNNi ο Ετιέν Ζιράρ, συντάκτης του περιοδικού L’Express.
Ενώ ο πρώτος γύρος της Γαλλίας φέρνει στις κάλπες ψηφοφόρους από όλο το πολιτικό φάσμα, στον δεύτερο γύρο πολλοί ψηφίζουν τόσο για να κρατήσουν έναν υποψήφιο εκτός προεδρίας όσο και για να εκλέξουν τον αντίπαλό τους.
Αυτό αποτελεί ένα πρόβλημα για τη Μαρίν Λεπέν, η οποία την τελευταία δεκαετία έχει ταυτιστεί με τη γαλλική ακροδεξιά.
Βουλευτής τώρα στην περιοχή του Καλαί – μία πύλη προς το Ηνωμένο Βασίλειο που δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει τους μετανάστες που κατευθύνονται προς τη Βρετανία – η πολέμιος των μεταναστών Λεπέν αντιμετώπισε τον Μακρόν το 2017, αλλά έχασε με αξιοσημείωτη διαφορά.
Ο πατέρας της, επίσης ακροδεξιός Ζαν-Μαρί Λεπέν, είχε χάσει επίσης στον δεύτερο γύρο – εκείνος από τον Ζακ Σιράκ το 2002.
Η στρατηγική της Μαρίν Λεπέν για αυτές τις εκλογές ήταν αρχικά η απόκτηση μιας ευρύτερης στήριξης – «μια στρατηγική σεβασμού», όπως την περιγράφει ο Ζιράρ.
Αν και εξακολουθεί να είναι έντονα αντιμεταναστευτική, η άμβλυνση του τόνου της γύρω από βασικά θέματα όπως το Ισλάμ και ο ευρωσκεπτικισμός – ειδικά μετά το Brexit – έχει ερμηνευτεί ευρέως ως μια προσπάθεια να αντλήσει ψηφοφόρους έξω από την ακροδεξιά βάση της. Ακόμα κι έτσι, η «διακοπή της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης» και η «εξάλειψη των ισλαμιστικών ιδεολογιών» είναι οι δύο βασικές προτεραιότητες του μανιφέστου της.
Θαυμάστρια του Πούτιν, μια φωτογραφία της με τον Ρώσο πρόεδρο κοσμούσε προεκλογικό φυλλάδιο που εξαφανίστηκε μετά τη ρωσική εισβολή- ο πόλεμος στην Ουκρανία την έφερε αντιμέτωπη με δύσκολα ερωτήματα.
Ωστόσο, οι εξαγγελίες της τις τελευταίες εβδομάδες, επικεντρωμένες στην αντιμετώπιση της ακρίβειας, με τη δέσμευση να επιστρέψει «150-200 ευρώ πίσω στην τσέπη κάθε πολίτη» μαζί με τη δέσμευση να άρει τον ΦΠΑ σε 100 καταναλωτικά αγαθά, έχουν δημιουργήσει ένα ευνοϊκότερο κλίμα υπέρ της.
Τα ποσοστά της Λεπέν στις δημοσκοπήσεις είναι σήμερα πολύ καλύτερα απ’ ό,τι ήταν στις εκλογές του 2017. Μια πρόσφατη έδειξε ότι σε περίπτωση που προκριθεί στον δεύτερο γύρο των εκλογών με τον Μακρόν, μπορεί να κερδίσει ακόμα και το 47% των ψήφων.
Νέα άκρα
Μία νέα άφιξη, ο ακροδεξιός τηλεδημοσιογράφος και συγγραφέας Έρικ Ζεμούρ είχε από καιρό πλασαριστεί ως πιθανός υποψήφιος για την προεδρία. Γνωστός για τις αδιάλλακτες θέσεις του σχετικά με το Ισλάμ, τα παιδιά με μη γαλλικά ονόματα και τη μετανάστευση, έχει καταδικαστεί δύο φορές για υποκίνηση φυλετικού ή θρησκευτικού μίσους.
Ως υποψήφιος πρόεδρος, έχει διπλασιάσει τη φυλετική του ρητορική, διαφημίζοντας τη ρατσιστική θεωρία συνωμοσίας «Μεγάλη Αντικατάσταση» στις ομιλίες του και υποσχόμενος ένα «υπουργείο επαναμετανάστευσης» το οποίο θα απελάσει έως και 1 εκατομμύριο ανθρώπους βορειοαφρικανικής καταγωγής από τη Γαλλία. Η θεωρία υποστηρίζει ότι οι μετανάστες θέλουν να «αντικαταστήσουν» τον γηγενή γαλλικό πληθυσμό.
Ο Ζεμούρ απολάμβανε μια θέση μεταξύ των τριών πρώτων υποψηφίων μέχρι τον Μάρτιο, σύμφωνα με δημοσκόπηση του IFOP, αμφισβητώντας την κυριαρχία της οικογένειας Λεπέν στην πολιτική ακροδεξιά.
Αποκαλώντας ανοιχτά το Ισλάμ ως κίνδυνο που απειλεί τη Γαλλία και έχει προσελκύσει ένα πιο μορφωμένο και εύπορο πληθυσμό στο πολιτικό άκρο. Διαβασμένος και ταλαντούχος ρήτορας, η έκκλησή του «να σώσουμε την πατρίδα μας, τον πολιτισμό μας, τον πολιτισμό μας» έχει χτυπήσει τη χορδή ορισμένων.
Ο Ζεμούρ -ο οποίος το 2018 με περηφάνια ομολόγησε ότι «ονειρεύεται» έναν Γάλλο Πούτιν- έχει δει τη δημοτικότητά του να μειώνεται από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Ο Ζεμούρ ήταν δημοσίως πεπεισμένος ότι ο Πούτιν δεν θα εισέβαλλε ποτέ και στη συνέχεια συνέχισε να τον υπερασπίζεται ακόμα και αφού το έκανε. Ο Ζέμουρ έκτοτε καταδίκασε την εισβολή — κάτι σαν αναστροφή στην υποστήριξή του προς τον Ρώσο πρόεδρο.
Και φυσικά υπάρχει πάντα η επιλογή του Ζαν – Λουί Μελανσόν, του ακροαριστερού πολιτικού και βετεράνου ακτιβιστή, ο οποίος μέχρι στιγμής έχει κατέβει σε τρεις προεδρικές εκλογικές μάχες.
Όλοι πάντως συμφωνούν ότι η γαλλική αριστερά έχει λιγοστές πιθανότητες να διεκδικήσει ακόμη και την πρόκρισή της στον δεύτερο γύρο.
Μέχρι στιγμής οι δημοσκοπήσεις φέρουν τη στήριξη του Μακρόν να μην έχει πέσει κάτω από το 24% από τον Ιανουάριο, ενώ έφτασε και στο 31% τις πρώτες εβδομάδες του πολέμου στην Ουκρανία.
Αντίστοιχα, η Μαρίν Λεπέν πλασάρεται τους τελευταίους τρεις μήνες στην δεύτερη θέση, αγγίζοντας στα τέλη Μαρτίου ακόμη και το 21%.
Ωστόσο, ενώ ο Μακρόν αποχώρησε με σχεδόν τα δύο τρίτα των ψήφων την τελευταία φορά, η δημοσκόπηση του IFOP υποδηλώνει ότι φέτος μια αντιπαράθεση μεταξύ Μακρόν και Λεπέν θα μπορούσε να οδηγήσει στο να πάρει το 53% των ψήφων έναντι 47% για τη Λεπέν, ένα πολύ λιγότερο άνετο περιθώριο νίκης για τον Μακρόν.
Ποιο είναι το διακύβευμα για τους Γάλλους ψηφοφόρους;
Το κόστος ζωής είναι από τα βασικά ζητήματα που απασχολούν φέτος τους Γάλλους ψηφοφόρους, οι οποίοι έχοντας ήδη να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές συνέπειες μιας πανδημίας, βλέπουν την καθημερινότητά τους να ακριβαίνει εξαιτίας των υψηλών τιμών ενέργειας και τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Αν και οι οικονομικές πιέσεις ίσως να μην αποδειχθούν αρκετές για να ξεπλύνουν τον εξτρεμισμό κάποιων υποψηφίων στο μυαλό των ψηφοφόρων. Ίσως ωθήσουν κάποιους να αναζητήσουν ανορθόδοξες απαντήσεις στα προβλήματά τους.
Τα πεδία μάχης της Ουκρανίας είναι πολύ μακριά από τα μπιστρό και τα γαλλικά καφέ, ωστόσο η σύγκρουση σίγουρα απασχολεί τους ψηφοφόρους. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενεργήθηκε την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου, περίπου το 90% των Γάλλων ανησυχεί για τον πόλεμο. Μία ανησυχία που είναι πιθανότερο να λειτουργήσει υπέρ του προέδρου Μακρόν.
Αυτό που απουσιάζει αξιοσημείωτα από τη διεθνή συζήτηση είναι η περιβαλλοντική κρίση. Αν και η σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος κερδίζει το διεθνές ενδιαφέρον, σύμφωνα με το υπουργείο Περιβάλλοντος της χώρας η Γαλλία το 2020 άντλησε το 75% των αναγκών της σε ηλεκτρισμό από την πυρηνική ενέργεια. Και με δεδομένο ότι σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι στηρίζουν το που ο Μακρόν έχει ήδη προαναγγείλει, ελάχιστη διαφωνία υπάρχει πάνω στο ζήτημα.
Παρά τις φανφάρες που υποσχέθηκαν κάποτε αυτές οι εκλογές, με έναν πόλεμο στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλούς ψηφοφόρους που αγωνίζονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους, η επιλογή της Γαλλίας μπορεί τώρα να βασίζεται περισσότερο στους επόμενους πέντε μήνες παρά στα επόμενα πέντε χρόνια.
Πηγή: cnn.gr