Εκατό ημέρες συμπληρώνονται σήμερα, Κυριακή (14/1) από το ξέσπασμα του πολέμου στη Μέση Ανατολή, του μεγαλύτερου και πιο αιματηρού πολέμου ανάμεσα στο Ισραήλ και των Παλαιστινίων από το 1948.
Το Ισραήλ από την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου σφυροκοπούσε επί σειρά εβδομάδων με αεροπορικές επιδρομές στον πολιορκημένο θύλακα, προτού προχωρήσει σε χερσαία εισβολή. Στόχος, όπως έχουν δηλώσει τόσο ο ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπενιαμίν Νετανιάχου, όσο και υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού είναι να «συντρίψει τη Χαμάς».
Τον σκοπό αυτό, έχουν πληρώσει με τη ζωή τους μέχρι στιγμής περισσότεροι από 23.900 Παλαιστίνιοι, ενώ άγνωστο παραμένει πόσοι έχουν θαφτεί κάτω από τα συντρίμμια.
Στο μεταξύ, οι Ισραηλινές Στρατιωτικές Δυνάμεις (IDF) έχουν ξεκαθαρίσει ότι ο πόλεμος θα διαρκέσει όλο το 2024.
Η Γάζα δεν θα είναι ποτέ ξανά ίδια
Η Γάζα δεν ήταν μια κανονική πόλη και πριν από τις 7 Οκτωβρίου. Βρισκόταν σε ασφυκτικό αποκλεισμό που επέβαλαν το Ισραήλ και η Αίγυπτος το 2007. Σήμερα, η περιοχή είναι αγνώριστη, σύμφωνα με το Associated Press.
Οι ιστορικοί αναφέρουν ότι οι ισραηλινοί βομβαρδισμοί είναι από τους πιο έντονους στη σύγχρονη ιστορία. Το υπουργείο Υγείας της παλαιστινιακής Αρχής, σύμφωνα με νεότερη ανακοίνωσή του κάνει λόγο για περισσότερους από 23.000 νεκρούς, περίπου το 1% του πληθυσμού της παλαιστινιακής επικράτειας.
Εκατοντάδες χιλιάδες αγνοούνται και περίπου 60.000 είναι βαρύτατα τραυματισμένοι. Στο μεταξύ, πάνω από το 80% του πληθυσμού έχει εκτοπιστεί και δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι βρίσκονται στριμωγμένοι σε καταυλισμούς στη νότια Γάζα που επίσης δέχεται ισραηλινά πυρά. Τουλάχιστον τα μισά κτήρια στη Γάζα έχουν ισοπεδωθεί.
Η υγειονομική κρίση είναι επίσης αξιοσημείωτη. Τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν ότι περίπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Γάζας λιμοκτονεί. Μόλις 15 από τα 36 νοσοκομεία της Γάζας είναι εν μέρει λειτουργικά, ενώ σύμφωνα με τον ΟΗΕ το υγειονομικό σύστημα είναι υπό κατάρρευση.
Οι ευθύνες Νετανιάχου και ο ρόλος του στο παλαιστινιακό ζήτημα
Και ενώ το Ισραήλ δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένο να υποχωρήσει, η δημοτικότητα του ισραηλινού προέδρου, Μπενιαμίν Νετενιάχου στον λαό του έχει πέσει κατακόρυφα. Ακόμη δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για την αδυναμία του να προλάβει την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου και αντιστάθηκε στις εκκλήσεις να ζητήσει συγγνώμη, να παραιτηθεί ή να διερευνήσει τις αποτυχίες της κυβέρνησής του.
Ο ίδιος, που βρίσκεται στον πρωθυπουργικό θώκο για 15 χρόνια, ισχυρίζεται ότι θα υπάρξει χρόνος για έρευνες μετά τον πόλεμο.
Ο ιστορικός Τομ Σέγκεφ αναφέρει ότι ο πόλεμος είναι κάτι που έχει προκαλέσει κοινωνική δυσαρέσκεια και αναμένεται να επηρεάσει και για τις επόμενες γενιές. Δήλωσε ότι οι αποτυχίες της 7ης Οκτωβρίου και η αδυναμία να φέρουν τους ομήρους στα σπίτια τους έχουν διαρρήξει την εμπιστοσύνη που έχαιρε η κυβέρνηση του ισραηλινού λαού.
Στο μεταξύ, ο Νετανιάχου καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, προσπάθησε επανειλημμένα να «αγνοήσει» το παλαιστινιακό ζήτημα.
Έχει απορρίψει ειρηνευτικές πρωτοβουλίες, τη διεθνώς αναγνωρισμένη Παλαιστινιακή Αρχή και έχει προωθήσει πολιτικές που έχουν «χωρίσει» τον παλαιστινιακό λαό στα δύο στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη.
Αντίθετα, προσπάθησε να εξομαλύνει τις σχέσεις με άλλες αραβικές χώρες με την ελπίδα να απομονώσει τους Παλαιστίνιους και να τους πιέσει να αποδεχτούν μια λύση που υπονομεύει την ανεξαρτησία τους.
Ο πόλεμος, όμως, έχει φέρει ξανά στο επίκεντρο το παλαιστινιακό ζήτημα και το αίτημα δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους.
«Οι οδυνηρές εξελίξεις των τελευταίων 100 ημερών απέδειξαν χωρίς αμφιβολία ότι το παλαιστινιακό ζήτημα και ο παλαιστινιακός λαός δεν μπορούν να αγνοηθούν», δήλωσε ο Nabil Abu Rudeineh, εκπρόσωπος του Παλαιστινίου προέδρου Mahmoud Abbas.