Προχθές Παρασκευή, περί την 13η μεσημβρινή, κατά τη μία δηλαδή, σύμφωνα με τα δεδομένα του παγκόσμιου συστήματος παρακολούθησης ναυτιλίας, το Oruc Reis έπλεε περίπου 50 ναυτικά μίλια (κάπου 110χλμ) νοτιοανατολικά του Καστελόριζου.
Σύμφωνα ωστόσο με το εντόπιο, ασφαλώς πιο αξιόπιστο ως monitoring, σύστημα παρακολούθησης των μέσων «κοινωνικής δικτύωσης» αλλά και ορισμένων ομοίως αξιόπιστων ιστοσελίδων, το κιαρατάδικο έπλεε μόλις έξι μίλια μακριά από το Καστελόριζο.
Τι εθνική εντροπή! Τι εθνικός ευτελισμός! Και να μην βρίσκεται ουδείς απόγονος της Μπουμπουλίνας και του Πιπίνου συγγενής, να του κολλήσει μια τορπίλα για να ξεπλύνει την ντροπή…
Χαίρομαι ασφαλώς που τόσοι συν-πατριώτες, εκφράζουν ανοιχτά το ομόψυχον με την ανδρεία του Μιαούλη και με του Βότση την ψυχή… Αλλά και με το υψηλό επίπεδο στρατηγικής σκέψης ,της πλειονότητας τουλάχιστον όσων εκφράζονται στα φου-μπού στα τουίτερ και αλλαχού…
Περισσότερο χαίρομαι που μεταξύ αυτών βρίσκονται και άνθρωποι οι οποίοι λίαν εσχάτως διαπιστώνουν πως το Αιγαίο, τελικά δεν ανήκει στα ψάρια του, αλλά στην Ελλάδα. Και ασφαλώς χαίρομαι που ορισμένοι οι οποίοι τον χειμώνα που πέρασε «αμφιταλλαντεύονταν» μεταξύ των «ανοιχτών» ή «κλειστών» συνόρων στον Εβρο, τελικά αποφαίνονται πως καλύτερα είναι που μείνανε κλειστά…
Το ότι βέβαια το Oruc ούτε καν «είδε”» Καστελόριζο -γιατί θα το «έβλεπαν» και κάμποσες φωτογραφικές μηχανές- ουδόλως απασχολεί.
Απασχολεί ωστόσο που μια μεγάλη μερίδα των Ελλήνων ζητά “χτύπημα τώρα” .
Ακριβώς αυτό που ζητά και ο Ρετζέπ Ταγίπ.
Να είναι η Ελλάδα εκείνη που θα κάνει το «στρατηγικό λάθος» απέναντι στην «διεθνή νομιμότητα»… Να του χτυπήσουμε δηλαδή τα πλοία ,ενώ πλέουν σε διεθνή ύδατα, γιατί διεθνή είναι, ανεξάρτητα αν είναι υπερκείμενα της ελληνικής υφαλοκρηπίδας (η οποία ούτως ή άλλως δεν έχει επίσημα κατοχυρωθεί-αυτό ζητούμε χρόνια τώρα από τις «συνομιλίες» με τους Τούρκους).
Καθόλου δεν τον απασχολεί τον Ρετζέπ Ταγίπ το αποτέλεσμα της σύγκρουσης. Δεν τον νοιάζει ποσώς το «κερδίσει -χάσει». Γιατί θα βγει στα διεθνή Φόρα και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και θα καταγγείλει τους Γιουνάνηδες που «χτύπησαν απρόκλητα».
-«Εγώ,τι;» – θα πεί- «εγώ έβοσκα τα καραβάκια μου ,βόλτες έκανα στα διεθνή ύδατα, ναι ενοχλούσα λίγο από ηθικής απόψεως, αλλά δεν βάρεσα κανέναν. Μάρτυς μου ο Αλλάχ που είναι Ουάκμπαρ(Μέγας). Μια φιλειρηνική δύναμη είναι η Τουρκιά, που ζητά -μάρτυς μου ο κοινός Θεός της Βίβλου, μια ανάσα από τη θηλειά που γύρω-τριγύρω της σφίγγουν οι Γιουνάνηδες μαζί με τους κολλαούζους στην Κύπρο, να μην μας δώκουν δράμι πετρόλαδο κι αέριο κι ας είμαστε εμείς 80 πλάς μύρια και πεινούμε κι αυτοί 11 άντε 12 μύρια με το ζόρι και τα χέρια στην ανάταση, οι μονοφαγάδες…
Κι εκεί που έβοσκα τα καραβάκια μου και δεν πείραζα μήτε τσιπούρα, ήρθανε και με βαρέσανε και χάθηκαν καράβια και χάθηκαν άνθρωποι. Εγώ λοιπόν φταίω;»
Εμείς ξέρουμε ποιος φταίει.
Κι ολωνών μας το φιλότιμο ζητά όντως να την «κολλήσουμε την τορπίλλα».
Μα να είστε βέβαιοι πως με την «τορπίλλα» θα βρούμε το δίκιο μας ενώπιον της Διεθνούς Διαιτησίας όπως ακριβώς το έχουμε βρει τόσα χρόνια με το Κυπριακό…
Μια τόση δα επίφαση νομιμότητας ζητούν οι Τούρκοι.
Ακριβώς όπως εκείνη που τους δώσαμε το 74 (γιατί τους δώσαμε -την είχαν την «επίφαση νομιμότητας»).
Και στο προκείμενο μπορεί να μην μπαίνει θέμα απώλειας εθνικού εδάφους, γιατί οι Τούρκοι ούτως ή άλλως δεν μπορούν -και το ξέρουν -αλλά θα μπει στην Χάγη κι όπου αλλού μας πάνε για «ειρήνευση» το ζήτημα της μοιρασιάς της υφιστάμενης ζώνης των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Γιατί μη πιστέψετε στιγμή πως θα βρεθούν πολλοί, πλην μόνο των Γάλλων, αλλά μόνον αυτών, που θα στηρίξουν στ’ αλήθεια τα εθνικά μας δίκαια.
Και μην «τσιμπάτε» από τη Ρούσικη «πλάτη» για τα 12 μίλια.
Ο γίγας του Κρεμλίνου θα σπάσει πολύ πλάκα με το χαμό στη «νοτιοανατολική πτέρυγα του Νάτο » και θα ‘ρθει μετά (κι αυτός) να κάνει τον «ειρηνοποιό».
*Στην γκραβούρα από την Ιταλική «Ντομένικα Ιλουστράτα», ο αρχηγός του Ελληνικού εκστρατευτικού Σώματος Συνταγματάρχης Τιμολέων Βάσσος, εξηγεί στον επικεφαλής της «Διεθνούς Δύναμης», Ναύαρχο Κανεβάρο, «τι γυρεύει ο Ελληνικός Στρατός στην Κρήτη». Εξηγεί το αυτονόητο δηλαδή.