Δύο Καλάσνικοφ βρέθηκαν σε αποθήκη συγγενικού προσώπου κατηγορούμενου στην υπόθεση του συμβολαίου θανάτου της Ζακύνθου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ασφάλεια Πύργου έκανε έρευνα σε μια παλιά αποθήκη που ανήκει στον πεθερό βασικού κατηγορούμενου στην υπόθεση της δολοφονίας της συζύγου του επιχειρηματία Διονύση Κορφιάτη και εντόπισε δύο καλάσνικοφ.
Τα όπλα μεταφέρονται στα εγκληματολογικά εργαστήρια και η υπόθεση λαμβάνει άλλη διάσταση, καθώς πρέπει να ερευνηθεί για ποιο λόγο έκρυβε τα όπλα και αν έχουν σχέση με εγκληματικές ενέργειες.
Σημειώνεται ότι απόψε, μετά από επτά ώρες, ολοκληρώθηκε η απολογία του πρώτου από τους επτά κατηγορούμενους για τη δολοφονία της συζύγου του επιχειρηματία και την απόπειρα δολοφονίας εις βάρος του, στις 9 Ιουνίου 2020.
Ανακρίτρια και εισαγγελέας φαίνεται πως δεν πείστηκαν από τους ισχυρισμούς του και με σύμφωνη γνώμη και των δύο ο 38χρονος θα πάρει το δρόμο για την φυλακή. Λόγω του ότι η γραμματεία, για φυλακές, είναι κλειστή αυτό θα γίνει την ερχόμενη Δευτέρα 14 Ιουνίου και έως τότε θα κρατηθεί στην Αστυνομική Διεύθυνση Ζακύνθου.
Αύριο, Κυριακή σειρά θα πάρει ένας ακόμα κατηγορούμενος, ο οποίος θα περάσει την πόρτα του Δικαστικού Μεγάρου στις 17:00.
«Είμαι ο Eσκομπάρ της Ζακύνθου» έλεγε ο δράστης της δολοφονίας
Υπενθυμίζεται ότι το CNN Greece έφερε στο φως ολόκληρη την κατάθεση του μάρτυρα «κλειδί» που αποκάλυψε τα πάντα στους αστυνομικούς.
Η περιγραφή του ξεκινά από το πώς ξεκίνησαν όλοι μαζί να φύγουν από την Αθήνα για να πάνε αρχικά στην Ηλεία, όπου με το σκάφος θα περνούσαν οι δράστες στη Ζάκυνθο:
«Εκείνη τη μέρα με πήρε και μου είπε να πάω γρήγορα στο σπίτι του «φίλου». Όταν μου έλεγε την λέξη φίλος αναφερόταν πάντα.. Α. Συνήθως από διαδικτυακή αλλά και με κανονική κλήση. Εκείνη τη μέρα μιλούσαμε με κλήσεις γιατί εγώ δεν είχα δεδομένα internet στο κινητό μου. Μετά από λίγο, ξαναμιλήσαμε με τον Α και μου είπε να μην πάω στο σπίτι του Π. αλλά να πάω στο δικό μου σπίτι, εκεί που μου είχε δώσει να μένω ο Α δηλαδή. Αυτοί ήρθαν με ένα μαύρο αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια και ένα scooter μαύρο που είχε ο Α. Ο Αντώνης μου είπε ότι θα πάμε και οι τρεις στον Πύργο ότι εγώ θα μείνω εκεί σε ένα φίλο, και την επόμενη μέρα θα τους έπαιρνα και αυτούς και θα γυρίζαμε Αθήνα. Μετά ο Αντώνης μου είπε να πάρω το κινητό του τηλέφωνο και να το αφήσω πάνω στο σπίτι που έμενα εγώ στο Χαλάνδρι. Πράγματι πήγα πάνω και το άφησα εκεί. Νομίζω ότι πρέπει να ήταν κανονικά ανοιχτό το κινητό του Α., όχι κλειστό».
Ο μάρτυρας περιγράφει επίσης πως κάποια στιγμή υποψιάστηκε ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει από την αντίδραση του ενός κατηγορουμένου μέσα στο αυτοκίνητο.
«Όταν φτάσαμε στα διόδια κατέβασα το παράθυρο για να πληρώσω και κατά λάθος κατέβασα και το πίσω παράθυρο όπου καθόταν. Εκείνος τρελάθηκε και άρχισε να βρίζει. Εγώ δεν κατάλαβα γιατί έβριζε και τον ρώτησα. Μου είπε ό,τι είχε γίνει και τότε κατάλαβα πως κάτι περίεργο συνέβαινε. Τους ρώτησα αν είχανε τίποτα παράνομο στο αμάξι και εκείνοι μου απάντησαν ότι δεν θα μας σταματούσε κανένας και να μην ανησυχώ. Ήξερα ότι ο Α. είχε όπλο.
»Όταν στρίψαμε στον Πύργο πριν φτάσουμε εκεί μου είπαν να σταματήσω σ’ ένα περίπτερο που πετύχαμε στο δρόμο. Μου είπαν να πάω στο περίπτερο και να αγοράσω δύο κάρτες ανανέωσης χρόνου ομιλίας τους. Μάλιστα μου είπανε να πάρω κάρτα ομιλίας με πολλά χρήματα».
Ο μάρτυρας όμως περιγράφει και έναν έντονο διαπληκτισμό ανάμεσα στους κατηγορούμενους της δολοφονίας όπου ο ένας από αυτούς λέει ότι είναι «Εσκομπάρ της Ζακύνθου»:
«Είπε στον Β. Εγώ θέλω να ρίξουμε το σκάφος τώρα μέσα και θα το κάνουμε τώρα. Αμέσως μετά ο Π. έβγαλε ένα όπλο που είχε πάνω του και απειλήσε με αυτό τον Β., λέγοντάς του «ξέρεις ποιος είμαι εγώ; Είμαι ο Εσκομπάρ της Ζακύνθου. Όλα τα λεφτά που έρχονται στα χέρια σου από μένα είναι».
Οι δράστες φρόντισαν να πετάξουν τα ρούχα τους και φυσικά τα κινητά τους:
«Τότε εγώ κατάλαβα από ότι ο Α. ότι είχε σκοτώσει μία γυναίκα, προσπάθησε να σκοτώσει και τον άντρα της. Στην αρχή σκέφτηκα ότι μπορεί να ήταν αυτός που είχαν κόντρα με τα δικαστήρια. Δεν είχε πάει το μυαλό μου ότι μπορεί να είχαν οργανώσει να κάνουμε τέτοιο πράγμα. Αφού λοιπόν κάναμε γύρω στα τρία έως τέσσερα χιλιόμετρα, μου είπαν να σταματήσω σε ένα σημείο για να πετάξω τα ρούχα τους και τα κινητά τους.
»Ο Π. φωνάζει από την αρχή ότι ήθελε να σπάσει και να πετάξει το κινητό αλλά ο Α. του έλεγε να περιμένει λίγο να πάμε πιο μακριά. Εκεί που σταματήσαμε τελικά, βγήκαμε λίγο από τον κανονικό δρόμο και μπήκαμε σε ένα χωματόδρομο. Εγώ ήμουν σοκαρισμένος από αυτό που είχα καταλάβει ότι είχε γίνει.
»Ο Α. και ο Π. έβγαλαν τα ρούχα που φορούσαν και τα πέταξαν. Το ίδιο έκαναν και με τα κινητά που είχαν πάνω τους. Ο Α. πέταξε τα δικά του ρούχα και το κινητό του σε μία ρεματιά που είχε εκεί, και ο Π. τα έβαλε σε μία σακούλα που ήταν πεταμένοι εκεί στο σημείο και τα πέταξε μαζί με τα σκουπίδια που υπήρχαν εκεί. Πήραν και οι δύο ρούχα από αυτά που είχα στο πορτμπαγκάζ κι άλλαξαν».
Πηγή: cnn.gr