Κι όμως, πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια στο βορειότερο άκρο της Γης, μόλις 500 μίλια από τον Βόρειο Πόλο, εκεί όπου σήμερα τεράστιες εκτάσεις πάγου συνθέτουν την λεγόμενη πολική έρημο υπήρχε έντονη βλάστηση, δάση και πλούσια πανίδα από ταράνδους, τρωκτικά έως και μεγαλοπρεπείς μαστόδοντες.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν ερευνητές μελετώντας αρχαία υπολείμματα DNA – πιθανότατα τα αρχαιότερα που έχουν αναλυθεί ποτέ με επιτυχία.
Συγκεκριμένα, διεθνής ερευνητική ομάδα από την Δανία παρουσίασε στο Nature τα ευρήματα των παλαιοντολογικών μελετών που έκανε και ανέφερε ανέδειξε την υπάρξη ενός αγνώστου μέχρι σήμερα οικοσυστήματος στην περιοχή.
Πρόκειται για ένα οικοσύστημα μεγάλης βιοποικιλότητας στο οποίο ζούσαν διάφορα ζώα.
Σημειώνεται πως παρά το γεγονός πως δεν βρέθηκε DNA σαρκοφάγων ζώων, εκτιμάται πως αρπακτικά, όπως αρκούδες, λύκοι ή ακόμα και τίγρεις ενδέχεται να ζούσαν εκεί επίσης.
Στην περιοχή υπήρχαν πολλά φυτά και δέντρα όπως πεύκα, σημύδες και κέδροι οι οποίοι σημειώνεται πως ανακάλυψαν πως δεν διαφέρουν με εκείνους που βρίσκονται σήμερα στη Βρετανική Κολομβία.
Ο Μίκελ Βίντερ Πέντερσεν, ένας από τα ηγετικά στελέχη της ομάδας των Δανών επιστημόνων και ένα από τους κύριους συγγραφείς αυτής της μελέτης που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Nature, δήλωσε πως το DNA μπορεί να επιβιώσει για 2 εκατομμύρια χρόνια, διπλάσιο από το παλαιότερο DNA που βρέθηκε προηγουμένως.
Μάλιστα, διαφορετικά θραύσματα DNA που εντοπίστηκαν στα ιζήματα, προέρχονται από το βορειότερο μέρος της Γροιλανδίας, που ονομάζεται Ακρωτήριο Κοπεγχάγης, και προέρχονται από ένα φυσικό περιβάλλον που δεν βλέπουμε πουθενά στη Γη σήμερα.
Τα ιζήματα διατηρήθηκαν τόσο καλά γιατί παρέμειναν παγωμένα και ανακαλύφθηκαν σε περιμέτρους που μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Τα ποτάμια μετέφεραν ορυκτά και οργανική ύλη στο θαλάσσιο περιβάλλον, όπου κατατέθηκαν αυτά τα χερσαία ιζήματα. Και τότε σε κάποιο σημείο, περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια πριν, αυτή η χερσαία μάζα που ήταν κάτω από το νερό ανυψώθηκε και έγινε μέρος της Βόρειας Γροιλανδίας», δήλωσε ο Δανός ερευνητής.
«Στην περιοχή υπήρχε ένα δασικό περιβάλλον με μαστόδοντες, τάρανδους και λαγούς και μεγάλο αριθμό διαφορετικών ειδών φυτών. Ανακαλύψαμε 102 διαφορετικά είδη φυτών» είπε συγκεκριμένα ο Πέντερσεν.
«Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε παρέχει μια θεμελιώδη κατανόηση του γιατί τα ορυκτά ή τα ιζήματα μπορούν να διατηρήσουν το DNA… είναι ένα κουτί της Πανδώρας που πρόκειται να ανοίξουμε» τόνισε από την πλευρά της η συντονίστρια του τμήματος γεωβιολογίας του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης, Καρίνα Σαντ.