Αποτελεί τη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία του πλανήτη, αλλά τον αδιαμφισβήτητο πρωταγωνιστή στον τομέα της κατασκευής μπαταριών.
Ο λόγος για την Κίνα, που κατάφερε να εκτοξευθεί στην κορυφή του πλανήτη όσον αφορά την παραγωγή μπαταριών την ώρα που βιομηχανικές δυνάμεις της Δύσης, οι οποίες πρώτες είχαν ασχοληθεί με την εν λόγω τεχνολογία, παρέμειναν στάσιμες για δεκαετίες.
Το πώς και γιατί συνέβη αυτό εξηγεί στο καινούργιο του βιβλίο – που τιτλοφορείται Climate Capitalism – ο Akshat Rathi, ανώτερος δημοσιογράφος του Bloomberg News με έδρα το Λονδίνο.
Ακόμη και στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ή στις αρχές της δεκαετίας του 2000, λίγοι ήταν σίγουροι ότι οι μπαταρίες μπορούσαν να κάνουν τόσα πολλά και με τόσο χαμηλό κόστος, αναφέρει μεταξύ άλλων ο Rathi. Προσθέτει ότι η εκτόξευση της Κίνας αποτελεί παράγοντα λύπης για τη βιομηχανία πετρελαίου, που εφηύρε την εν λόγω τεχνολογία, για τους Αμερικανούς που την μετέτρεψαν σε εμπορεύσιμο προϊόν και για τους Ιάπωνες, που βοήθησαν στην αναβάθμισή της.
Οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1970
Όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος του Bloomberg, ο οποίος στο πλαίσιο της έρευνας για το βιβλίο του επισκέφθηκε τα κεντρικά γραφεία της εταιρεία κατασκευής μπαταριών CATL στην Κίνα, το πρώτο βιομηχανικό ενδιαφέρον για τις μπαταρίες αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια των πετρελαϊκών κρίσεων του 1970, οπότε και κατέστη σαφές ότι οι υδρογονάνθρακες αποτελούν έναν πεπερασμένο πόρο. Έτσι, ήταν οι πετρελαϊκές εταιρείες αυτές που ενίσχυσαν τις προσπάθειές τους για εξεύρεση εναλλακτικής λύσης. Εκείνη την περίοδο ο χημικός Stanley Whittingham και η Exxon εφηύραν την πρώτη επαναφορτιζόμενη μπαταρία ιόντων λιθίου στον κόσμο: ένα από τα ηλεκτρόδιά της – η κάθοδος – ήταν θειούχο τιτάνιο και ένα άλλο – η άνοδος – ήταν μέταλλο λιθίου. Αυτή η μπαταρία όμως είχε μια μεγάλη αδυναμία: Ήταν εύκολο να αναφλεγεί.
Δεν δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στην βελτίωση της τεχνολογίας των μπαταριών, καθώς τη δεκαετία του 1980 η τιμή του πετρελαίου υποχώρησε και η Exxon έπαψε να αναζητά εναλλακτικές λύσεις. Πάντως η εφεύρεση του Whittingham προκάλεσε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας και το 1992 η Sony κατέστη η πρώτη εταιρεία που κυκλοφόρησε μπαταρίες ιόντων λιθίου ως προαιρετική αναβάθμιση της Handycam της. Αργότερα, η κινεζική ATL κατάφερε μέσα σε δύο χρόνια να κατασκευάσει μπαταρίες ιόντων λιθίου για 1 εκατομμύριο συσκευές. Το 2005 η ATL εξαγοράστηκε από την TDK, την ιαπωνική εταιρεία που είναι περισσότερο γνωστή για τις κασέτες και τα εγγράψιμα CD της.
Όπως σημειώνει ο συγγραφέας του βιβλίου Climate Capitalism, η TDK πρόσθεσε ιαπωνική πειθαρχία στη διαδικασία κατασκευής της ATL και μεγάλωσε την επιχείρηση μπαταριών ιόντων λιθίου εισάγοντάς τες στα smartphone. Σύντομα η ATL άρχισε να προμηθεύει τόσο τη Samsung όσο και την Apple.
Λίγες κινεζικές εταιρείες εκείνη την εποχή αγόραζαν άδειες ή επένδυαν εκατομμύρια δολάρια σε πρώιμο στάδιο έρευνας για τις μπαταρίες αυτοκινήτου. Όμως, με τις δικές της ισχυρές ερευνητικές προσπάθειες, η ATL έσπασε αυτό το καλούπι και έθεσε το υπόβαθρο για την κινεζική κυριαρχία σε έναν από τους πιο σημαντικούς τομείς της μεταποίησης στον 21ο αιώνα.