Τα ζωτικά σημεία της Γης είναι χειρότερα από κάθε άλλη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, γεγονός που σημαίνει ότι η ζωή στον πλανήτη βρίσκεται σε κίνδυνο, προειδοποιεί μια διεθνής ομάδα επιστημόνων.
Η μελέτη τους διαπίστωσε ότι 20 από τα 35 πλανητικά ζωτικά σημεία που χρησιμοποιούν για την παρακολούθηση της κλιματικής κρίσης βρίσκονται σε ακραίες τιμές ρεκόρ. Εκτός από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, την παγκόσμια θερμοκρασία και την άνοδο της στάθμης της θάλασσας, οι δείκτες περιλαμβάνουν επίσης τους αριθμούς πληθυσμών ανθρώπων και ζώων.
Όπως αναφέρει ο Guardian, πολλά κλιματικά ρεκόρ καταρρίφθηκαν θεαματικά το 2023, συμπεριλαμβανομένης της παγκόσμιας θερμοκρασίας του αέρα, της θερμοκρασίας των ωκεανών και της έκτασης των θαλάσσιων πάγων της Ανταρκτικής, ανέφεραν οι ερευνητές. Η υψηλότερη μηνιαία επιφανειακή θερμοκρασία που έχει καταγραφεί ποτέ ήταν τον περασμένο Ιούλιο.
Οι επιστήμονες επισήμαναν επίσης μια ασυνήθιστα μεγάλη περίοδο πυρκαγιών στον Καναδά που παρήγαγε πρωτοφανείς εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Αυτές ανήλθαν συνολικά σε 1 δισ. τόνους CO2, ποσότητα που ισοδυναμεί με ολόκληρη την ετήσια παραγωγή της Ιαπωνίας, του πέμπτου μεγαλύτερου ρυπαντή στον κόσμο.
Οι ερευνητές ζητούν επιτακτικά τη μετάβαση σε μια παγκόσμια οικονομία που θα δίνει προτεραιότητα στην ανθρώπινη ευημερία και θα μειώνει την υπερκατανάλωση και τις υπερβολικές εκπομπές των πλουσίων.
Ο Δρ Κρίστοφερ Γουλφ του Πανεπιστημίου του Όρεγκον στις ΗΠΑ, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε: «Χωρίς δράσεις που αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα, ότι η ανθρωπότητα παίρνει περισσότερα από τη Γη από όσα ο πλανήτης μπορεί να δώσει με ασφάλεια, οδεύουμε προς την πιθανή κατάρρευση των φυσικών και κοινωνικοοικονομικών συστημάτων και προς έναν κόσμο με αφόρητη ζέστη και ελλείψεις τροφίμων και γλυκού νερού».
«Μέχρι το 2100, έως και 3 έως 6 δισεκατομμύρια άνθρωποι μπορεί να βρεθούν εκτός των κατοικήσιμων περιοχών της Γης, πράγμα που σημαίνει ότι θα αντιμετωπίζουν έντονη έστη, περιορισμένη διαθεσιμότητα τροφίμων και αυξημένα ποσοστά θνησιμότητας», είπε.
Η ανάλυση, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Bioscience, αποτελεί επικαιροποίηση μιας έκθεσης του 2019, η οποία έχει εγκριθεί από 15.000 επιστήμονες.
«Εδώ και αρκετές δεκαετίες, οι επιστήμονες προειδοποιούν με συνέπεια για ένα μέλλον που θα χαρακτηρίζεται από ακραίες κλιματικές συνθήκες που προκαλούνται από τις συνεχιζόμενες ανθρώπινες δραστηριότητες», αναφέρει η μελέτη. «Δυστυχώς, ο χρόνος τελείωσε… ωθούμε τα πλανητικά μας συστήματα σε επικίνδυνη αστάθεια».
Η μελέτη ανέδειξε τις σοβαρές πλημμύρες στην Ινδία και την Κίνα, τους ακραίους καύσωνες στις ΗΠΑ και μια εξαιρετικά έντονη μεσογειακή καταιγίδα που οδήγησε στο θάνατο χιλιάδων ανθρώπων στη Λιβύη.
Αναφέρεται ότι μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, υπήρξαν 38 ημέρες με μέση παγκόσμια θερμοκρασία άνω του 1,5 βαθμού πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα, που είναι ο μακροπρόθεσμος στόχος του κόσμου για τον περιορισμό της κλιματικής κρίσης. Μέχρι φέτος, τέτοιες ημέρες ήταν σπάνιες, ανέφεραν οι ερευνητές.
Τι πρέπει να αλλάξουμε
Άλλες πολιτικές που συνιστούν οι επιστήμονες περιλαμβάνουν τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων για ορυκτά καύσιμα, την ενίσχυση της προστασίας των δασών, τη στροφή προς φυτικές δίαιτες στις πλούσιες χώρες και την υιοθέτηση διεθνών συνθηκών για τον τερματισμό νέων έργων άνθρακα και τη σταδιακή κατάργηση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.
«Καλούμε επίσης σε σταθεροποίηση και σταδιακή μείωση του ανθρώπινου πληθυσμού, με δικαιοσύνη μεταξύ των δύο φύλων, μέσω του εθελοντικού οικογενειακού προγραμματισμού και με την υποστήριξη της εκπαίδευσης και των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών, γεγονός που μειώνει τα ποσοστά γονιμότητας», αναφέρουν.
«Τα μεγάλα προβλήματα χρειάζονται μεγάλες λύσεις. Ως εκ τούτου, πρέπει να αλλάξουμε την οπτική μας σχετικά με την κλιματική κρίση, από ένα μεμονωμένο περιβαλλοντικό ζήτημα σε μια συστημική, υπαρξιακή απειλή».
Ο Δρ. Γκλεν Πίτερς του Global Carbon Project, δήλωσε πρόσφατα ότι η προκαταρκτική εκτίμηση για τις παγκόσμιες εκπομπές CO2 το 2023 ήταν αύξηση κατά 1% – ένα ακόμη ρεκόρ. Οι παγκόσμιες εκπομπές πρέπει να μειωθούν κατά 45% για να έχουμε καλές πιθανότητες να μείνουμε κάτω από το όριο του 1,5 βαθμού πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.