Τη δέσμευση του υπουργείου Υγείας για τη διαμόρφωση ενός εθνικού πλαισίου για την εισαγωγή και αποζημίωση βιοδεικτών στην Ελλάδα, εξέφρασε ο γενικός γραμματέας Στρατηγικού Σχεδιασμού, Άρης Αγγελής, στην εκδήλωση που διοργάνωσε το All.Can Greece.
Στην εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε πριν μερικές ημέρες, συμμετείχαν εκπρόσωποι της ογκολογικής κοινότητας της χώρας, φορείς της πολιτείας, καθηγητές Οικονομικών της Υγείας και εκπροσώποι της βιομηχανίας.
Κατά τη συζήτηση αναδείχθηκε η ανάγκη για την εφαρμογή ενός πλαισίου που θα διασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση των ασθενών στις νέες σύγχρονες θεραπείες και την ιατρική ακριβείας, μέσα από την αποζημίωση των ειδικών εξετάσεων βιοδεικτών που απαιτούνται.
Η Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας (ΕΟΠΕ), την οποία εκπροσώπησε η πρόεδρός της Ζένια Σαριδάκη, διαχρονικά διευκολύνει μέσα από δικά της προγράμματα την πρόσβαση των ασθενών σε ειδικές εξετάσεις βιοδεικτών.
Η ΕΟΠΕ έχει ολοκληρώσει το “Stakeholders Consensus” επί των βιοδεικτών και έχει καταθέσει εδώ και κάποιους μήνες, τη σχετική έκθεση με κατευθυντήριες οδηγίες για τη βέλτιστη ανάλυση των καρκινικών βιοδεικτών και πρόταση αποζημίωσής τους, στο υπουργείο Υγείας. Εν αναμονή των κινήσεων του Υπουργείου, ο Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, ο οποίος συντόνισε τη συζήτηση, επισήμανε ότι η εκτεταμένη αδράνεια που υπάρχει από το 2021, έχει μόνο αρνητικές συνέπειες στους ογκολογικούς ασθενείς.
Το μείζον πρόβλημα της χρηματοδότησης
Από την πλευρά του Υπουργείου, ο κ. Αγγελής παρουσίασε αναλυτικά το σχέδιο της πολιτείας με τίτλο «Διαμορφώνοντας το μέλλον των βιοδεικτών: Ένας οδικός χάρτης για μια νέα Εθνική διαδικασία». Ως στόχο τουοδικού χάρτη, έθεσε τη διαμόρφωση ενός πλαισίου, μέσω του οποίου και με την καθιέρωση μίας δομημένης διαδικασίας αξιολόγησης, τιμολόγησης και επικαιροποίησης, θα καταστεί δυνατή η αποζημίωση βιοδεικτών από το ελληνικό σύστημα υγείας.
Επίσης, έκανε αναφορά στις απαιτούμενες νομοθετικές προσαρμογές και παρουσίασετρία βασικά σημεία για την ανάπτυξη ενός κεντρικού σχεδίου και μιας στρατηγικής αξιοποίησης των βιοδεικτών ως εργαλείων για τη βελτίωση της κλινικής αποτελεσματικότητας και της οικονομικής αποδοτικότητας του Εθνικού Συστήματος Υγείας:
- Η ανάλυση του Budget Impact για τους βιοδείκτες, η οποία εστιάζει στο κόστος και τα οικονομικά οφέλη που θα προκύψουν από την ενσωμάτωσή τους στο σύστημα υγείας, με τη σχετική μελέτη να αναδεικνύει ότι το όφελος θα είναι από 10 έως 20 φορές μεγαλύτερο του σχετικού κόστους, κατά περίπτωση.
- Η αναζήτηση τρόπων χρηματοδότησης, με τις μέχρι τώρα προτάσεις να περιλαμβάνουν: α) Πρόσθετη χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, β) εισαγωγή rebate βιοδείκτη στα συνδυαζόμενα φάρμακα, γ) ένταξη των βιοδεικτών στον κλειστό προϋπολογισμό για παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας, ιατροτεχνολογικά προϊόντα και συμπληρώματα ειδικής διατροφής.
- Ένα ευέλικτο νομοθετικό πλαίσιο θα καθορίζει τις διαδικασίες για την αποζημίωση και τακτική ενημέρωση της λίστας των βιοδεικτών, ανάλογα με τις εξελίξεις της ιατρικής έρευνας και τις ακάλυπτες ιατρικές ανάγκες. Αυτό το δυναμικό πλαίσιο θα συμβάλει στην προώθηση της ιατρικής ακρίβειας και της καινοτομίας, εξασφαλίζοντας πως οι ασθενείς θα επωφελούνται από τις τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις.
Με δεδομένο ότι η μελέτη που παρουσιάστηκε αφορούσε μόνο συμπαγείς όγκους, από τη συζήτηση και το σχολιασμό, προέκυψε η ανάγκη συμπερίληψης των αιματολογικών βιοδεικτών στον σχεδιασμό του υπουργείου Υγείας.
Επιπλέον, τονίστηκε ότι ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να δοθεί και στην εξασφάλιση της ποιότητας των εξετάσεων, μέσα από την αδειοδότηση μόνο σε διαπιστευμένα εργαστήρια για τη διενέργειά τους.
Το ερωτηματικό του νέου rebate
Τέλος, ενώ χαιρετήθηκε από όλους τους συμμετέχοντες η πρωτοβουλία του Υπουργείου, η οποία έρχεται να καλύψει ένα σοβαρό κενό στην αλυσίδα της ογκολογικής φροντίδας, έντονος ήταν ο προβληματισμός, αλλά και η αντίδραση που εκφράστηκε, σχετικά με την πρόταση της εισαγωγής ενός νέου rebate ως μεθόδου χρηματοδότησης, καθώς η μέχρι σήμερα εμπειρία του συγκεκριμένου μέτρου και όλων των υποχρεωτικών επιστροφών, καθιστά πασιφανή την αναποτελεσματικότητα του μέτρου και τη δημιουργία σοβαρών προβλημάτων ρύθμισης της αγοράς, αλλά και εξασφάλισης της πρόσβασης των ασθενών.