Οι γιορτές βαίνουν προς το τέλος τους και ο κορωνοϊός και η μετάλλαξη «Ο» καλπάζουν, με αποτέλεσμα όλοι να περιμένουμε να νοσήσουμε, ακόμη και όσοι έχουμε κάνει και τις τρεις δόσεις. Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι ότι απλώς περιμένουμε, αλλά φαίνεται να το επιδιώκουμε κιόλας, αφού πέρα από τις εικόνες γύρω μας με κόσμο που κυκλοφορεί χωρίς μάσκες και με συνωστισμούς σε καφετέριες, ενώ μπορούν να τηρηθούν οι αποστάσεις, δείχνουμε σαν να αψηφούμε κάτι που είναι εντελώς πραγματικό και σήμερα θα έχει ως συνέπεια να ξεπεράσουμε, δυστυχώς, τους 21.000 νεκρούς, ένας αριθμός που ούτε τον φανταζόμασταν ένα χρόνο πριν, όταν έμπαινε το 2021.
Ποιες είναι όμως οι ρίζες και οι αιτίες αυτής της αντικοινωνικής, κατά τη γνώμη μας, συμπεριφοράς των συμπολιτών μας;
Κατ’ αρχήν, χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν πρόκειται για ελληνικό φαινόμενο, αφού τέτοιες συμπεριφορές συναντάμε σε όλες τις χώρες του αναπτυγμένου κόσμου, επισημαίνοντας ταυτόχρονα, ότι το πλαίσιο αντιμετώπισης της πανδημίας διαφέρει από κράτος σε κράτος. Μια από τις βασικές αιτίες είναι ο ατομικισμός που έχει επικρατήσει στην πιο ακραία του διάσταση τις τελευταίες δεκαετίες, δηλωτικός της εξέλιξης του καπιταλισμού σε όλο τον πλανήτη. Στον μικρόκοσμο του ατομικισμού μας, θεωρούμαστε ως το επίκεντρο του κόσμου και ότι η δική μας καλή επιβίωση προηγείται της υπόλοιπης κοινωνικής.
Μια δεύτερη αιτία είναι τα απόνερα της δεκαετούς κρίσης, που ο κόσμος απογοητευμένος από την πολιτική θέλησε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του -κίνημα των αγανακτισμένων- με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν στρεβλώσεις στην αντίληψη κάποιων και στον ορισμό του κοινωνικού ακτιβισμού και της πάλης απέναντι στις σκληρές δημοσιονομικές πολιτικές. Μια κατάσταση που, δυστυχώς, ρίχνει νερό στο μύλο της συνωνομοσιολογίας και γυρίζει μπούμερανγκ, αφού σε ένα τμήμα συμπολιτών μας επικρατούν ανορθολογικές θεάσεις που οδηγούν σύμπηξη μετώπων, που μοιάζουν συλλογικά, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια λανθασμένη ανάγνωση περί των αδιαπραγμάτευτων ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών μας.
Τρίτον, και σημαντικότερο, γιατί εμπεριέχεται η δικαιοδοσία των αποφάσεων, είναι η λειτουργία της Πολιτείας και θεσμών. Αντί από την αρχή να χρησιμοποιηθεί ο όρος «κοινωνική ευθύνη», τα πιο επίσημα χείλη επέμειναν στην «ατομική ευθύνη», στο όνομα, κατ’ ουσίαν, της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο όρος όμως μπορεί να έχει διπλή ανάγνωση, αφού ο καθένας μπορεί να οχυρωθεί πίσω από τη δική του αντίληψη και όπως ο ίδιος προσλαμβάνει και αισθάνεται τον όρο περί ατομικής ευθύνης. Ένας λόγος παραπάνω όταν απαξιώνονται οι ειδικοί που έχουν κληθεί για να βοηθήσουν, αναλαμβάνει υπουργός Υγείας ένας υπερασπιστής των αντιεμβολιαστών σε άλλη ασθένεια μόλις λίγα χρόνια νωρίτερα, η Εκκλησία απολαμβάνει της ανοχής των κυβερνώντων και όταν ο πρώτος έναντι ίσων παραβιάζει με «ατομική» του ευθύνη τα μέτρα στα βουνά ή στα νησιά.
Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η όποια μαχητικότητα απέναντι στην αποδοχή της ζοφερής κατάστασης και ο αρνητισμός που διατρέχει οριζόντια είτε ταξικά είτε ιδεολογικά την ελληνική κοινωνία έχει τις αιτίες της στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ιδιότητά ως πολίτες είτε κυβερνώντες είτε κυβερνώμενοι. «Σπαρτακιστές» της μιας ή της άλλης άποψης, διαιωνίζουν μια διχαστική διελκυστίνδα, που η ατομικιστική ή «παρτάκικη διάστασή της, μας κάνει να μην βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα που είναι η αντιμετώπιση της πανδημίας ή κατά το κοινώς λεγόμενο να βλέπουμε το δένδρο και όχι το δάσος…
*Ο όρος δεν χρησιμοποιείται με την ιστορική του νοηματοδότηση, γι’ αυτό και τα εισαγωγικά, αλλά με την έννοια της «αντίστασης» σε κάτι που ο καθένας ορίζει ως καταπιεστικό.