Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024
16.6 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

Από το Brexit στο… Breturn: Πέντε στους 10 Βρετανούς θέλουν επιστρέψουν στην Ε.Ε.

Πρέπει να διαβάσετε

Ακριβώς τέσσερα χρόνια μετά το δημοψήφισμα του 2016, οπότε οι Βρετανοί πολίτες τάχθηκαν υπέρ της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μια πανευρωπαϊκή έρευνα έρχεται να καταδείξει ότι η πλειονότητα των κατοίκων της «Γηραιάς Αλβιόνας» επιθυμεί την παραμονή της χώρας μέσα στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την υπηρεσία Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας (ESS) και διεξάγεται κάθε δύο χρόνια, έδειξε πως πάνω από πέντε στους δέκα Βρετανούς (ποσοστό 56,8%) θα ψήφιζαν εν έτει 2020 υπέρ της παραμονής της χώρας του στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ποσοστό αυτό παρουσιάζεται αυξημένο κατά 6,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τα αποτελέσματα της αντίστοιχης έρευνα που είχε διεξαχθεί το 2018, και έδειχνε ότι μόλις το 49,9% επιθυμούσε την παραμονή εντός της Ένωσης.

Η πλέον πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι μόλις το 34,9% των ερωτηθέντων στη Βρετανία θα ψήφιζε ξανά υπέρ του Brexit, ενώ το 8,3% δηλώνει πως δεν θα ψήφιζε καθόλου.

Σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα του CNNi, τα ευρήματα της δημοσκόπησης της ESS, έρχονται την ίδια ακριβώς εβδομάδα, κατά την οποία συμπληρώνονται τέσσερα χρόνια από το δημοψήφισμα του 2016.

Στα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει η Βρετανία βρέθηκε να διεξαγάγει μια διχαστική εσωτερική συζήτηση για την ακριβή μορφή που θα έπρεπε να λάβει το Brexit, αλλά και να εμπλέκεται σε πολύπλοκες διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες ως προς τον τρόπο που η χώρα θα εγκατέλειπε το ευρωπαϊκό μπλοκ. Μέσα σε όλα αυτά προστίθεται και το πολιτικό αδιέξοδο, το οποίο έληξε στις 31 Ιανουαρίου 2020, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε τελικά από την ΕΕ.

Επιπλέον, η έρευνα αποκαλύπτει ότι η υποστήριξη προς την ΕΕ έχει αυξηθεί ευρύτερα σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Η τελευταία δημοσκόπηση σε σύνολο 26 χωρών, τέσσερις από τις οποίες δεν είναι μέλη της Ένωσης, αποκαλύπτει μια αύξηση της υποστήριξης για την ένταξη στην ΕΕ, γεγονός που καταδεικνύει ότι η θεωρία, που θέλει κι άλλες χώρες να ακολουθούν το παράδειγμα της Βρετανίας με το Brexit, είναι πιθανόν αβάσιμη.

pinakas 1

Από τις 19 χώρες που συμμετείχαν τόσο στην τελευταία όσο και στην προηγούμενη έρευνα της ESS, όλες οι χώρες – μέλη της ΕΕ είδαν μια αύξηση της υποστήριξης για την ένταξη στην «ευρωοικογένεια». Μικρή ήταν η μεταβολή στις απόψεις χωρών όπως η Νορβηγία και Ελβετία, οι οποίες δεν συνιστούν κράτη – μέλη. Τα πλέον πρόσφατα δεδομένα συνελέγησαν τη στιγμή που το Ηνωμένο Βασίλειο διαπραγματευόταν την έξοδό του από την ΕΕ ως χώρα – μέλος της.

«Το Brexit είχε μια πρώιμη αύξηση στην υποστήριξη μεταξύ των κρατών – μελών, αλλά για την πλειονότητα των Ευρωπαίων πολιτών, δεν βρισκόταν ποτέ στα ραντάρ τους για πολύ καιρό», δηλώνει η Τζορτζίνα Ράιτ, ειδικής επί θεμάτων ΕΕ στο Ινστιτούτο για την Κυβέρνηση

«Κατά τα τελευταία χρόνια υπήρξε περισσότερο η αίσθηση ότι η Ευρώπη δεν είναι στατική. Στις τελευταίες ευρωεκλογές είδαμε αρκετά κόμματα που στήριξαν τη μεταρρύθμιση της ΕΕ να εκλέγονται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο πιστεύω ότι καταδεικνύει ότι οι πολίτες διάκεινται ολοένα και πιο θετικά στην ικανότητα της ΕΕ να αλλάξει με την πάροδο του χρόνο», προσθέτει η Ράιτ.

Εκτός του ευρωπαϊκού μπλοκ, πάντως, η εικόνα που παρουσιάζεται, είναι μάλλον ανάμεικτη. Στα Βαλκάνια υπάρχουν πλειοψηφίες πολιτών, όπως στο Μαυροβούνιο και τη Σερβία, που τάσσονται υπέρ της ένταξης των χωρών αυτών στην Ένωση. Ωστόσο, η υποστήριξη για παραμονή εκτός ΕΕ παραμένει ισχυρή σε χώρες μη μέλη, οι οποίες, όμως έχουν πολύ πιο στενές σχέσεις με την Ευρώπη των 27 σε σύγκριση με αυτό που η βρετανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι θέλει με την ΕΕ.

pinakas 2

Για παράδειγμα, η Ελβετία συνιστά μέρος του Ευρωπαϊκού Χώρου Σένγκεν και λειτουργεί εναρμονιζόμενη με μεγάλα τμήματα του Κοινοτικού Δικαίου, για να μπορεί να συμμετέχει στην Ενιαία Αγορά της ΕΕ. Ωστόσο, μόλις το 11,2% των ερωτηθέντων στη χώρα δηλώνει υπέρ της ένταξής της στην Ένωση.

Η Νορβηγία, όπου μόνο το 21,5% των ερωτηθέντων επιθυμεί την ένταξη στην ΕΕ, συνιστά πλήρες μέλος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) και της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελευθέρων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ).

Σε αντιπαραβολή των παραδειγμάτων αυτών, ο Βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, έχει τονίσει πολλάκις ότι το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα εναρμονιστεί με το Κοινοτικό Δίκαιο και ότι επιθυμεί μόνο μια συμφωνία για το ελεύθερο εμπόριο με το ευρωπαϊκό μπλοκ. Οποιαδήποτε συμφωνία θα πρέπει να έχει τεθεί επί τάπητος έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020, οπότε λήγει η μεταβατική περίοδος εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ.

Αν και η έρευνα δείχνει μια σημαντική μεταστροφή των Βρετανών υπέρ της παραμονής στην ΕΕ σε σχέση με το 2016, σκιαγραφεί μόλις κάποιες πτυχές της ζοφερής εικόνας που καταγράφεται στο πλαίσιο της βρετανικής πολιτικής σκηνής.

Ο Τζόνσον κέρδισε πλειοψηφία 80 εδρών στις εκλογές του περασμένου Δεκεμβρίου, με «όχημα» το απλό σύνθημα «Πάμε να τελειώσουμε με το Brexit», υποστηρίζοντας ότι η ιδέα της αποχώρησης από την ΕΕ παρέμενε δημοφιλής ακόμη και έπειτα από τρία χρόνια αναποφασιστικότητας.

«Πολύς κόσμος, ανεξαρτήτως προτίμησης για παραμονή ή αποχώρηση από την ΕΕ, πιστεύει ότι το δημοψήφισμα ήταν μια δημοκρατική ψήφος, ασχέτως του τι πιστεύουν για το αποτέλεσμα. Συνεπώς, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Τζόνσον, ενδέχεται να συμφωνήσουν ότι έπρεπε να τελειώνουμε με το Brexit», σημειώνει ο Γουίλ Τζένινγκς, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον.

«Το να θέτει κάποος υποθετικά ερωτήματα στους πολίτες ως προς το πώς θα ψήφιζαν, εάν το δημοψήφισμα γινόταν τώρα, θα λάμβανε ενδεχομένως ενδιαφέρουσες απαντήσεις. Αλλά αυτή είναι μια θεμελιωδώς διαφορετική ερώτηση».

Ό,τι κι αν συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, η προφανής τάση αυξημένης υποστήριξης της ΕΕ από τους Βρετανούς πολίτες θα είναι μια καλοδεχούμενη είδηση για τους Ευρωκράτες. Οι Βρυξέλλες ήταν προσεκτικές ως προς το να αποτρέψουν το Brexit να καταστεί μια τάση που θα οδηγούσε σε έξαρση του Ευρωσκεπτικισμού. Η ΕΕ έχει μυριάδες εσωτερικά προβλήματα εξαιτίας των διαφωνιών που υπάρχουν μεταξύ των χωρών – μελών της σε θέματα όπως η Κίνα και το προσφυγικό – μεταναστευτικό.

«Τα πλέον πρόσφατα δεδομένα που έχουμε στην κατοχή μας δείχνουν ότι η Βρετανία παραμένει διχασμένη ως προς το Brexit. Ωστόσο στην υπόλοιπη Ένωση η υποστήριξη για την παραμονή στην ΕΕ παραμένει πολύ υψηλή και στην πραγματικότητα αυξάνεται», λέει ο καθηγητής Ρόρι Φιτζέραλντ, Διευθυντής της υπηρεσίας Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας στο Πανεπιστήμιο Σίτι του Λονδίνου. «Η στήριξη υπέρ της παραμονής στην Ένωση κυμαίνεται από 66% (Τσεχία) έως 89% (Ισπανία), γεγονός που καταδεικνύει ότι το αντι-ευρωπαϊκό συναίσθημα που καταγράφεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν εξαπλώνεται σε άλλες χώρες», προσθέτει.

Ωστόσο, ο καθηγητής Φιτζέραλντ σημειώνει πως εάν η Βρετανία κατορθώσει να κλείσει μια συμφωνία με την ΕΕ πριν το τέλος της χρονιάς, τότε το Ευρωπαϊκό Ζήτημα της Βρετανίας θα μπορούσε να επιλυθεί μια για πάντα.

«Μόνο σε χώρες εκτός του μπλοκ, όπως η Νορβηγία και η Ελβετία, βλέπουμε υψηλά επίπεδα αντιευρωπαϊκού αισθήματος παρά στη Βρετανία. Ωστόσο, αυτό δείχνει ότι μακροπρόθεσμα, όντας η Βρετανία εκτός Ένωσης, δεν αποκλείεται η στήριξη υπέρ της επανένταξης στην ΕΕ να καμφθεί»

Το εάν και κατά πόσον θα συμβεί κάτι τέτοιο, εξαρτάται κυρίως από το είδος την συμφωνίας – εάν αυτή υπάρξει – που θα καταφέρει να συνάψει ο Τζόνσον με τις Βρυξέλλες.

«Η πλέον βελούδινη συμφωνία που θέλει να πετύχει αυτή η κυβέρνηση είναι μακράν σκληρότερη σε σύγκριση με αυτή που θα ένιωθε άνετα η πλειονότητα των πολιτών αυτής της χώρας», αναφέρει ο Σάιμον Άσεργουντ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ.

«Όταν οι πολίτες αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τον αντίκτυπο αυτής της συμφωνίας στη χώρα και την οικονομία, ενδέχεται σύντομα να μάθουμε ότι το Ευρωπαϊκό Ζήτημα απέχει μακράν από το να διευθετηθεί, καθώς θα χαράσσονται νέες πολεμικές γραμμές», προσθέτει ο Άσεργουντ.

Οι διαπραγματεύσεις για το Brexit ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ηνωμένο Βασίλειο αναμένεται να συνεχιστούν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2020 μέσω τηλεδιασκέψεων λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού. Και οι δύο πλευρές είχαν δηλώσει παλαιότερα στο CNNi ότι η έλλειψη ανθρώπινης επαφής κατέστησε τις διαπραγματεύσεις πιο τεταμένες. Κι ενώ αμφότερα τα μέρη επιθυμούν να καταλήξουν σε συμφωνία, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική απόσταση ανάμεσά τους και ελάχιστος υπολειπόμενος χρόνος, εκτός κι αν το Λονδίνο ή οι Βρυξέλλες καταλήξουν σε μια μεγάλη παραχώρηση.

Πηγή: cnn.gr

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα