Πριν από περίπου τέσσερα χρόνια, η Μαχμπούμπε Ταβακόλι ήρθε στην Ελλάδα ως πρόσφυγας από το Ιράν, μαζί με τον σύζυγό της Αχμέντ. Kοιμόντουσαν στους δρόμους και δεν γνώριζαν ούτε μια ελληνική λέξη…
Σήμερα, οι δυο τους δουλεύουν, νοικιάζουν ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της Αθήνας και κάνουν όνειρα για το μέλλον. Παρόλα αυτά, δεν ξεχνούν την περιπέτεια της ζωής τους και κάθε εβδομάδα, η 34χρονη Ιρανή μαγειρεύει και προσφέρει φαγητό στους αστέγους, με τους εθελοντές που την βοήθησαν όταν έφτασε στη χώρα.
Η ζωή στο Ιράν
Μιλώντας για τη ζωή στο Ιράν, η Μαχμπούμπε ανασύρει μόνο δυσάρεστες αναμνήσεις.
Η ζωή για μια γυναίκα στην Τεχεράνη, όπως περιγράφει, είναι μαρτυρική. Αρχικά, αναγκαζόταν διά νόμου να φορά τσαντόρ, (σσ. ο μανδύας που καλύπτει το κεφάλι και το σώμα τους) με τον νόμο να είναι ιδιαίτερα αυστηρός, καθώς δεν πρέπει να φαίνεται καθόλου δέρμα.
Την ίδια, την έχουν συλλάβει γιατί δεν είχε τοποθετήσει σωστά το ένδυμα, με αποτέλεσμα να είναι ορατές οι ρίζες των μαλλιών της. Όπως λέει η ίδια, γνωρίζει και γυναίκες που έχουν κακοποιηθεί από άνδρες ασφαλείας, μέσα στις αστυνομικές κλούβες.
Μάλιστα, μια μέρα που είχε βγει βόλτα με τον άντρα της, πριν παντρευτούν, είχαν περάσει από έλεγχο και είχαν κυρώσεις επειδή βρισκόντουσαν σε στενή επαφή.
Οι γυναίκες στο Ιράν, όπως λέει, θεωρούνται κατώτερα όντα από τους άνδρες και δεν έχουν δικαιώματα, όπως το να περπατάνε ελεύθερες, να οδηγούν και να διεκδικούν υψηλόβαθμες θέσεις.
Ο πατέρας της που συνεργάζεται με την κυβέρνηση, όταν πήρε την απόφαση να φύγει η κόρη του από την χώρα, δεν ήταν καθόλου θετικός με αυτό.
«Ελευθερία»
Παρά τις δυσκολίες, μια μέρα, πήρε την απόφαση να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον.
Αρχικά, όπως αναφέρει, πήγε στην Τουρκία και από εκεί με μια βάρκα, έφτασε στη Μυτιλήνη. Τής φέρθηκαν πολύ καλά, από όσο λέει, κάτι που δεν περίμενε, γιατί στη χώρα της ο τρόπος που συμπεριφέρονται στους πρόσφυγες δεν είναι αντίστοιχα καλός.
Έμεινε στον καταυλισμό προσφύγων του νησιού για περίπου μια εβδομάδα και από εκεί, την μετέφεραν στην Αθήνα.
«Την πρώτη εβδομάδα δεν είχα τίποτα. Ήμουν άστεγη, δεν είχα πού να πάω. Αναγκάστηκα να μείνω στους δρόμους, για μια εβδομάδα, στην πλατεία Βικτωρίας. Υπήρχε μια ομάδα εθελοντών από διάφορες εκκλησίες και οργανώσεις που βοηθούσαν τους αστέγους. Λόγω του μεγάλου αυτού ταξιδιού, είχα περπατήσει πολύ και είχα τραυματιστεί. Είχα πολλές πληγές. Τα άτομα αυτά με βοήθησαν να αναρρώσω, με βοήθησαν με το φαγητό, με τα πάντα… Έτσι, τους γνώρισα και ξεκίνησα να δουλεύω μαζί τους», περιγράφει η Μαχμπούμπε.
Η ίδια δουλεύει σήμερα σε ένα καταφύγιο με ασυνόδευτα προσφυγόπουλα ενώ παρακολουθεί δύο φορές την εβδομάδα μαθήματα ελληνικών και μία φορά αγγλικών στο δίκτυο Μεταναστριών «Μέλισσα», που βρίσκεται στην πλατεία Βικτώριας.
Ο άντρας της έχει βρει δουλειά σε ένα κομμωτήριο.
Οι δύο τους νοικιάζουν ένα διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης, παλιό αλλά όμορφα στολισμένο. Αγαπούν πολύ τα πουλιά. Στο δωμάτιό τους έχουν πολλά καναρίνια, ενώ στο λαιμό της η Μαχμπούμπε φορούσε έναν κατάμαυρο κύκνο. «Τα πουλιά συμβολίζουν την ελευθερία» λέει το ζευγάρι.
Η Μαχμπούμπε πλέον δεν φορά μαντήλα. Δεν την αναγκάζει κανείς, ούτε ο άντρας της.
«Είμαι ελεύθερη εδώ», αναφέρει, χαμογελώντας πλατιά.
Οι άστεγοι
Κάποτε υπήρξε άστεγη και σήμερα βοηθάει τους αστέγους. Κάθε εβδομάδα, η 34χρονη Ιρανή μαγειρεύει σε μεγάλες κατσαρόλες περίπου 30 με 50 μερίδες φαγητό.
Όταν βρεθήκαμε στο σπίτι της, είχε ετοιμάσει κοτόπουλο με ρύζι και καραμελωμένα κράνμπερις, ενώ στην φτωχική της κουζίνα υπήρχε και ένα μεγάλο τελάρο με πορτοκάλια.
Ο Μοχάμεντ από το Ιράν, ο Έρβιν από το Αφγανιστάν και η Έλεν από τις Φιλιππίνες ήταν εκεί να την βοηθήσουν, να φτιάξουν τις μερίδες τις οποίες συνόδευαν με αραβική πίτα και να τις βάλουν σε μεγάλες τσάντες πριν ξεκινήσουν τη βόλτα τους.
Μια από τις συγκινητικές στιγμές που θυμάται στα χρόνια που ταΐζει τους αστέγους, όπως περιγράφει, είναι η μέρα που συνάντησαν μια Ελληνίδα, έγκυο που κοιμόταν στους δρόμους με τον Αφγανό σύντροφό της.
«Εκείνη τη στιγμή, είχε έρθει η ώρα να γεννήσει αλλά ήταν σε άσχημη κατάσταση. Χρειαζόταν βοήθεια. Έτσι, την πήγαμε στο νοσοκομείο. Είναι η καλύτερη ανάμνηση που έχω από όλα αυτά τα χρόνια που κάνω αυτό το πράγμα. Πιθανώς αυτό είναι κάτι που συμβαίνει καθημερινά σε πολλά άτομα και μπορεί να τους προσπερνούν και να μην τους δίνουν σημασία. Εμένα μου αρέσει που βλέπω βαθιά μέσα τους και προσπαθώ να τους βοηθήσω», περιγράφει.
Ερωτώμενη για το ποιος την βοηθάει οικονομικά στο μαγείρεμα αναφέρει: «Διάφορα άτομα, όχι από γραφεία ή οργανώσεις. Άνθρωποι από όλο τον κόσμο που έρχονται στην Ελλάδα και θέλουν να προσφέρουν».
Αφού λοιπόν έχουν φτιάξει όμορφα και περιποιημένα τις μερίδες, που φέρουν πάνω τους το αυτοκόλλητο με το «Μέλισσα», το κέντρο στο οποίο μαθαίνει τη γλώσσα, ξεκινούν με τα πόδια και τριγυρνούν στα στενά αναζητώντας αστέγους.
Άλλοι τους υποδέχονται με ένα χαμόγελο, άλλοι απλά κοιμούνται την ώρα που αφήνουν δίπλα τους το φαγητό ενώ κάποιοι προσπαθούν να μιλήσουν μαζί τους. Οι περισσότεροι όμως τους ευχαριστούν και τους δίνουν ευχές.
Το κλίμα, στις 9 το βράδυ στο κέντρο της Αθήνας δεν είναι εχθρικό. Πολλοί είναι αυτοί που ρωτούν ποια είναι τα άτομα αυτά που μοιράζουν φαγητό. Όταν ακούνε «πρόσφυγες και μετανάστες», εκπλήσσονται.
Πέρασε ακόμη μια μέρα που 20-30 άστεγοι είχαν ένα ζεστό πιάτο να φάνε. Την επόμενη εβδομάδα, η Μαχμούμπε θα μαγειρέψει κάτι διαφορετικό.
Της αρέσει, όμως, η ζωή της στην Ελλάδα ή θα προτιμούσε να επιστρέψει στο Ιράν, σε περίπτωση που τα πράγματα αλλάξουν;
«Αγαπώ την Ελλάδα. Θα ήθελα να μείνω εδώ. Άλλοι πιστεύουν πως εάν μείνεις στην Ελλάδα, δεν θα έχεις μέλλον, δεν θα έχεις βοήθεια. Δεν ελπίζουν. Για μένα ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Έχω ελπίδα και πιστεύω πως δεν θα απογοητευτώ», καταλήγει.
Πηγή: cnn.gr