Περίπου ένα προς τρία είναι η αναλογία ασφάλειας μεταξύ παλαιών και νέων κατασκευών σε περίπτωση σεισμού. Αυτό δήλωσε στην εκπομπή ΣΚΑΪ Τώρα και τη Φαίη Σφακιωτάκη, ο Πολιτικός Μηχανικός κι Αντιπρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, Αριστόδημος Χατζηδάκης, στον απόηχο του ισχυρού φονικού σεισμού στην Τουρκία. Παράλληλα τόνισε πως δε συγκρίνονται τα μεγέθη των σεισμών που έχουν εκδηλωθεί στον ελλαδικό χώρο τα τελευταία χρόνια, με αυτόν που συνέβη στην στη γειτονική χώρα την περασμένη εβδομάδα. «Η πραγματικότητα είναι ότι είχαμε δυνάμεις πολύ μεγαλύτερες από αυτές που όφειλαν να έχουν υπολογίσει και με κατακόρυφη διεύθυνση. Επειδή ακριβώς συνέβη στα πόδια τους από κάτω, είδαμε πολλά πράγματα, από τα οποία θα αντλήσουμε κι εμείς διδάγματα.»
«Με φρίκη σκέφτομαι τι θα μπορούσε να συμβεί στην Κωνσταντινούπολη»
Εντούτοις, πρόσθεσε πως σε αντίστοιχο σεισμό στην Ελλάδα, η συμπεριφορά των δικών μας κτιρίων θα ήταν καλύτερη. «Το αποτέλεσμα που βλέπουμε στα κτίρια είναι συνάρτηση ενός ολόκληρου οικοδομικού πολιτισμού. Καταλαβαίνετε ότι από την ποιότητα του τεχνίτη, μέχρι την ποιότητα των υλικών και μέχρι αν θέλετε το σχεδιασμό που κάνει ο μηχανικός, έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα σύστημα ολόκληρο, το οποίο οδηγεί σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Δηλαδή ένα κτίριο καλά σχεδιασμένο αλλά με ανεπαρκή ποιοτικό έλεγχο, δε θα είναι ασφαλές. Στην Ελλάδα έχουμε ένα καλύτερο κατασκευαστικό πολιτισμό και το λέω αυτό, μετά από 45 χρόνια που κάνω αυτήν τη δουλειά. Είδα και στην Τουρκία τι συμβαίνει. Ήμουν το 2009 καλεσμένος του Επιμελητηρίου των Τούρκων μηχανικών. Με φρίκη σκέφτομαι τι θα μπορούσε να συμβεί αν αυτός ο σεισμός γινόταν στην Κωνσταντινούπολη. Σε μια πόλη που αναπτύχθηκε με ασύλληπτους ρυθμούς τα τελευταία είκοσι χρόνια. Μιλάμε για μια πόλη 25 εκατομμυρίων ανθρώπων, με κατασκευές που έγιναν με ταχύτατες διαδικασίες. Και βεβαίως, με ένα προσωπικό ελάχιστα ειδικευμένο, όταν είναι τέτοιος ο όγκος των κατασκευών. Άρα, μπορεί να δούμε κι εκεί πράγματα που θα μας εκπλήξουν. Πάντως αυτό δε συνέβη στην Ελλάδα. Οι ρυθμοί της οικοδόμησης δεν ήταν τέτοιοι και αν θέλετε κι ο τεχνικός πολιτισμός πιστεύω ότι είναι πολύ υψηλότερος από αυτόν στην Τουρκία. Άλλωστε γίνονται έλεγχοι τήρησης των κανονισμών κατά τη διάρκεια της ανέγερσης των κτιρίων, ενώ παράλληλα κι οι ίδιοι οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι σε αυτό το σκέλος δεν μπορούν να γίνουν εκπτώσεις.»
Ο άγνωστος Χ των παλαιών κτιρίων
Επειδή όμως πολλά παλαιά κτίρια στην Ελλάδα εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται και μάλιστα να στεγάζουν κι υπηρεσίες, ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε την ανάγκη ελέγχου των κτιρίων αυτών. «Η έδρα της Περιφέρειας Κρήτης στο Ηράκλειο, για παράδειγμα, στεγάζεται στους παλιούς ενετικούς στρατώνες. Έχουμε ένα κτίριο για το οποίο πραγματικά δεν ξέρουμε σε ποιες φάσεις υπέστη αλλαγές και δεν έχει καταγραφεί ακριβώς το δομικό του σύστημα. Δε λέω ότι είναι ανασφαλές, οφείλουμε όμως να το ελέγξουμε.»
«Ποιοτικό άλμα στις κατασκευές στην Ελλάδα από το ’86 και μετά»
Όπως ανέλυσε ο κ. Χατζηδάκης, το 1959 υιοθετήθηκε στην Ελλάδα ο πρώτος αντισεισμικός κανονισμός. «Ωστόσο με συνυπολογισμό και της οικονομικής κατάστασης της χώρας τότε, οι σεισμικοί συντελεστές που τέθηκαν στον πρώτο αντισεισμικό κανονισμό, εν γνώσει αν θέλετε και της τότε επιστημονικής κοινότητας, ήταν χαμηλότεροι από αυτά που μπορούν να συμβούν στον ελληνικό χώρο. Η ουσιαστική αναθεώρηση έγινε το 1995, οπότε και υιοθετήσαμε καινούριους κανονισμούς. Εντωμεταξύ, το 1986 είχαν βελτιώσει αισθητά τον κανονισμό του 1959, χωρίς όμως να πειράξουμε πολλά πράγματα. Κυρίως βελτιώσαμε τις λεπτομέρειες όπλισης και προφανώς από το ‘86 και μετά θα έλεγα ότι υπάρχει ένα ποιοτικό άλμα στις κατασκευές στην Ελλάδα.»
Ο ρόλος της συντήρησης των κτιρίων
Ο Αντιπρόεδρος του ΟΑΣΠ κατέστησε όμως παράλληλα σαφές πως το ένα βασικό στοιχείο για την ασφάλεια των κτιρίων είναι η ανέγερσή τους βάσει της πιστής τήρησης των κανονισμών. Το δεύτερο εξίσου βασικό είναι η συντήρησή του από τη στιγμή της παράδοσής του και μετά. «Εμείς σχεδιάζουμε ένα κτίριο για να μπορεί να αντέξει στο σεισμό, με ένα χρόνο ζωής 50 ετών. Ότι δηλαδή μέσα σε ένα διάστημα 50 χρόνων συμβατικής ζωής, θα μπορεί να αντέξει ένα σεισμό μεγέθους επανόδου κάθε 475 χρόνων. Να μπορεί να αντέξει με πιθανότητα ακόμη και 10% να εκδηλωθεί τέτοιος σεισμός. Ένας σεισμός 475 χρόνων είναι ένας μεγάλος σεισμός. Εμείς λοιπόν σχεδιάζουμε με συμβατικό χρόνο ζωής τα 50 χρόνια, αλλά αυτό αφορά τις παραδοχές μας σε σχέση με τις πιθανές καταστάσεις. Δε σημαίνει όμως ότι ένα κτίριο δε θα ζήσει παραπάνω εφόσον συντηρείται σωστά.»