test

Αντικαταθλιπτικά: Τι θα συμβεί εάν σταματήσουμε να τα παίρνουμε – Μελέτη εξηγεί τα συμπτώματα στέρησης

Πρέπει να διαβάσετε

Περίπου 1 στους 6 ανθρώπους που λαμβάνουν αντικαταθλιπτικά θα εμφανίσει συμπτώματα στέρησης αμέσως μετά τη διακοπή τους, υποστηρίζει νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο The Lancet Psychiatry. Ειδικότερα, σύμφωνα με την πρόσφατη συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση, περίπου το 15% των ανθρώπων θα παρουσιάσουν συμπτώματα όπως όπως ζάλη, πονοκέφαλο, ναυτία, αϋπνία και ευερεθιστότητα, ως άμεση αντίδραση της διακοπής των αντικαταθλιπτικών.

Στα ίδια ευρήματα δημοσιεύεται το συμπέρασμα ότι περίπου το 3% (1 στους 35) των ασθενών αυτών αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν σοβαρό στερητικό σύνδρομο, κάτι που, πολλές φορές, τους οδηγεί να ξαναρχίσουν τη λήψη αντικαταθλιπτικών.

Βασικά ευρήματα της μελέτης

Σκοπός της μελέτης ήταν να επανεξετάσει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για να προσδιορίσει τη συχνότητα εμφάνισης των συμπτωμάτων στέρησης που προκαλούνται από τη διακοπή της χρήσης αντικαταθλιπτικών, τη συχνότητα εμφάνισης σοβαρών συμπτωμάτων και τις διαφορές μεταξύ διαφόρων τύπων αντικαταθλιπτικών.

Η μελέτη, με επικεφαλής τον δρ. Jonathan Henssler από το Charité-Universitätsmedizin του Βερολίνου, ανέλυσε 79 έρευνες (τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες (RCT) και μελέτες παρατήρησης), που περιλάμβαναν δεδομένα από 21.002 ασθενείς, ηλικίας κατά μέσο όρο 45 ετών, εκ των οποίων το 72% ήταν γυναίκες.

Η ολοκληρωμένη ανάλυση αποκάλυψε ότι:

  • Το 31% των ατόμων που διέκοψαν τα αντικαταθλιπτικά παρουσίασε τουλάχιστον ένα σύμπτωμα στέρησης.
  • Το 3% παρουσίασε σοβαρά συμπτώματα, με αποτέλεσμα, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ασθενείς να οδηγούνται σε εκ νέου λήψη αντικαταθλιπτικών
  • Ο κίνδυνος εμφάνισης σοβαρών συμπτωμάτων ήταν υψηλότερος με συγκεκριμένα αντικαταθλιπτικά, όπως η ιμιπραμίνη, η παροξετίνη και η βενλαφαξίνη.

Το φαινόμενο Nocebo

Ένα ενδιαφέρον εύρημα ήταν ότι ένα 17% των ασθενών που σταμάτησαν να λαμβάνουν ένα εικονικό φάρμακο παρουσίασαν επίσης συμπτώματα που μοιάζουν με αυτά του στερητικού συνδρόμου, γεγονός που υποδηλώνει ότι σχεδόν τα μισά από τα συμπτώματα που παρατηρήθηκαν μπορεί να οφείλονται σε άλλες αιτίες, ανεξάρτητες από τη διακοπή των αντικαταθλιπτικών. Η ανάλυση δεν διαπίστωσε διαφορά μεταξύ σταδιακής και απότομης διακοπής των αντικαταθλιπτικών, με τους ειδικούς ωστόσο να διευκρινίζουν ότι η σταδιακή διακοπή της αγωγής μπορεί να είναι χρήσιμη για τη μείωση της σοβαρότητας και της συχνότητας εμφάνισης των συμπτωμάτων στέρησης.

«Τα αντικαταθλιπτικά μπορούν να είναι αποτελεσματικά για πολλούς ανθρώπους, είτε ως αποκλειστική θεραπεία, είτε σε συνδυασμό με άλλες, όπως η ψυχοθεραπεία. Ωστόσο, δεν λειτουργούν για όλους και ορισμένοι ασθενείς μπορεί να αντιμετωπίσουν παρενέργειες. Είναι, λοιπόν, σημαντικό τόσο οι γιατροί, όσο και οι ασθενείς να έχουν μια ακριβή εικόνα για το τι μπορεί να συμβεί όταν η λήψη των αντικαταθλιπτικών διακοπεί», σχολίασε σχετικά ο δρ. Henssler. «Η μελέτη μας επιβεβαιώνει ότι ένας αριθμός ασθενών θα εμφανίσει συμπτώματα στέρησης και, για λίγους, αυτά θα είναι σοβαρότερα. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι τα συμπτώματα στέρησης δεν οφείλονται στο ότι τα αντικαταθλιπτικά είναι εθιστικά. Είναι ζωτικής σημασίας για όλους τους ασθενείς να συμβουλεύονται, να παρακολουθούνται και να υποστηρίζονται από τους επαγγελματίες υγείας. Τα ευρήματά μας αναδεικνύουν ότι τα ποσοστά των ασθενών που εμφανίζουν συμπτώματα στέρησης δεν είναι τόσο υψηλά όσο έχουν υποδείξει προηγούμενες μελέτες και ανασκοπήσεις», πρόσθεσε.

«Ελπίζουμε ότι αυτή η μελέτη θα προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες στους επαγγελματίες υγείας και τους ασθενείς σχετικά με τον κίνδυνο εμφάνισης συμπτωμάτων στέρησης κατά τη διακοπή των αντικαταθλιπτικών. Όπως όλα τα φάρμακα, έτσι και τα αντικαταθλιπτικά παρουσιάζουν σημαντικά οφέλη, αλλά ενέχουν και κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των συμπτωμάτων στέρησης, τα οποία είναι κοινά σε μια ποικιλία φαρμάκων, όπως αυτά της υπέρτασης ή τα ήπια παυσίπονα. Είναι σημαντικό οι ασθενείς να έχουν πρόσβαση σε ακριβείς, τεκμηριωμένες πληροφορίες και να συζητούν με το γιατρό τους τα οφέλη και τους κινδύνους λήψης αντικαταθλιπτικών», σχολίασε, από την πλευρά του, ο Christopher Baethge από το Πανεπιστήμιο της Κολωνίας.

Σχολιάζοντας τα ευρήματα, οι Glyn Lewis και Gemma Lewis από το University College του Λονδίνου, ανέφεραν: «Μια πρόχειρη εκτίμηση του πραγματικού επιπολασμού των συμπτωμάτων στέρησης είναι περίπου 8-14% και των σοβαρών στερητικών συνδρόμων περίπου 2%. Η μελλοντική μελέτη θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι συγκρίσεις γίνονται με εικονικό φάρμακο». Κατανοώντας όλα τα ενδεχόμενα και τους κινδύνους, οι επαγγελματίες υγείας μπορούν να υποστηρίξουν καλύτερα τους ασθενείς στη διαχείριση της θεραπείας τους και να διασφαλίσουν μια ομαλότερη μετάβαση από τη λήψη στη διακοπή των αντικαταθλιπτικών.

Πηγήygeiamou.gr

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα