Θα μπορούσαμε με τον μελωδικό αφορισμό «στο ίδιο έργο θεατές» να χαρακτηρίσουμε τη συζήτηση για την πρόταση μομφής ή δυσπιστίας που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση και συζητήθηκε το προηγούμενο τριήμερο στη Βουλή, αν δεν είχαν συμβεί μεταξύ άλλων τέσσερα γεγονότα που κηλιδώνουν την κοινοβουλευτική και πολιτική διαδικασία. Γεγονότα ενδεικτικά της πολιτικής κατάπτωσης στην οποία διατελεί η χώρα το τελευταίο διάστημα, και που κάποια στιγμή οφείλουμε να συζητήσουμε. Γιατί αν ευτελίζεται μια τόσο υψηλού συμβολισμού και ουσίας πολιτική διαδικασία, τότε το μέλλον για την πολιτική τάξη και κατάσταση στη χώρα δεν προβλέπεται ευοίωνο, αφού για μια ακόμη φορά ρίχνεται νερό στο μύλο των ακραίων και ιδιαίτερα των ακροδεξιών που η πολιτική τους παρουσία δεν έχει εξαλειφθεί.
Πρώτο συμβάν το επεισόδιο μεταξύ του υπουργού Ανάπτυξης κου Άδωνι Γεωργιάδη και του πρώην αναπληρωτή υπουργού Υγείας βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης κου Παύλου Πολάκη. Είναι τοις πάσι γνωστό ότι αυτοί οι δύο πολιτικοί επιδιώκουν τον «θόρυβο» και θρέφονται από την κόντρα, αφού έχει αποδειχθεί ότι έτσι βρίσκονται στο επίκεντρο της δημοοσιότητας διευρύνοντας την εκλογική και κομματική τους απήχηση. Ωστόσο, αυτά που συνέβησαν στο εντευκτήριο της Βουλής μεταξύ των δύο πολιτικών είναι πολιτικώς απαράδεκτα. Βαριές εκφράσεις που δεν συνάδουν με τα αξιώματα που έχουν υπηρετήσει και υπηρετούν και οι δύο, αλληλοκατηγορίες και απειλές για μηνύσεις με αφορμή συζήτηση που θα γίνει τις επόμενες ημέρες για τον αναπτυξιακό νόμο. Ευτυχώς που υπήρξε και εκείνος ο βουλευτής της ΝΔ, ονόματι Σπανάκης, που τους χώρισε και ο πρωθυπουργός τον «έχρισε» «φύλακα» του κυλικείου στη Βουλή…
Δεύτερο συμβάν, οι μη πειστικές απαντήσεις από μέλη της κυβέρνησης για τις τηλεφωνικές επαφές που είχαν με έναν κατ’ ευτελισμό για όλους εμάς «δημοσιογράφο», που φαίνεται ότι εκβιάζει τους πάντες και τα πάντα. Μπορεί η πρόταση να μην είχε αυτή ως βασική αιτιολογία, ωστόσο, όταν η χώρα δονείται από τη δημοσιοποίηση των επαφών και ο πρωθυπουργός από το βήμα της Βουλής μέμφεται επαγγελματίες δημοσιογράφους ως «υπόκοσμο», η σιωπή των μελών του υπουργικού συμβουλίου που εμπλέκονται στην περίπτωση «Φουρθιώτη», δυστυχώς, μόνον ως «ένοχη» μπορεί να χαρακτηριστεί. Ειδικά, δε όταν από κάποια στελέχη της κυβέρνησης, ας μην είναι και υπουργοί, χρησιμοποιούν «γλυκές αποκλήσεις», τότε το πράγμα γίνεται πιο σοβαρό. Ο υπεύθυνος πρωθυπουργός πρέπει να αποδώσει ευθύνες στα στελέχη της κυβέρνησής του, αλλιώς αργά ή γρήγορα θα το χρεωθεί πολιτικά κι ο ίδιος.
Τα άλλα δύο συμβάντα αφορούν στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. Το πρώτο σχετίζεται με την άρνηση του Προέδρου της Βουλής κου Κωνσταντίνου Τασούλα να παραχωρήσει αίθουσα του Κοινοβουλίου στο κόμμα της ελάσσονος αντιπολίτευσης να συνεδριάσει η κοινοβουλευτική του ομάδα την Κυριακή στις 12 το μεσημέρι, παρουσία του ευρωβουλευτή αρχηγού του. Το πρόσχημα ήταν ότι η συζήτηση για την πρόταση μομφής θα έμπαινε στην τελική ευθεία και δεν γινόταν να γίνει άλλη συνεδρίαση με βουλευτές εκείνη την ώρα. Δυστυχώς, ο πάντα χαριτολογών και επιδεικνύων τις γνώσεις πρόεδρος της Βουλής δεν έδειξε ευελιξία σε μια ιδιαίτερη κατάσταση που υπάρχει στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Και αυτό δεν φαίνεται να είναι θεσμική και προσωπικά ερμηνευμένη στάση του καθόλα αξιότιμου προέδρου, αλλά μάλλον αντανακλά την ενόχληση της κυβέρνησης για τον «επαναπατρισμό» στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ ψηφοφόρων που την είχαν ψηφίσει.
Τέλος, και σε συνέχεια των αμέσως παραπάνω, ήταν το λεκτικό ατόπημα του ίδιου του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη απέναντι στον βουλευτή Α’ Αθήνας του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, κ. Κώστα Σκανδαλίδη, όταν ο τελευταίος αντέδρασε στην κριτική του πρωθυπουργού στο κόμμα του, γιατί υπερψηφίζει την πρόταση δυσπιστίας προς την κυβέρνηση, με τον Πρόεδρο της Βουλής να του ζητά να σταματήσει. Τότε, λοιπόν, ο πρωθυπουργός παρενέβη, λέγοντας πως άκουσε τον Σκανδαλίδη να κλείνει την ομιλία του λέγοντας πως έρχεται το μέλλον. «Μέλλον δεν είστε εσείς πάντως κύριε Σκανδαλίδη». Ο ΠΘ, ως αξίωμα, θα έπρεπε να είναι πιο προσεκτικός απέναντι σε πολιτικούς όπως ο κ. Σκανδαλίδης, που έχει από τις μακρότερες κοινοβουλευτικές θητείες, έχει προσφέρει στην πρόοδο του τόπου και το πολιτικό σύστημα και επιπλέον αυτά τα λόγια εμπεριέχουν και ηλικιακό ρατσισμό, κάτι που ως βίωμα και λόγω οικογενειακής παράδοσης οφείλει να θυμάται ο Έλληνας πρωθυπουργός…