Υπάρχουν κάποιες κατακτήσεις που θα έπρεπε να είναι εμπεδωμένες, αδιαμφισβήτητες, αδιαπραγμάτευτες. Αλλά, δυστυχώς, δεν είναι. Κάποιες αξίες σχετικές με την ίδια την ουσία της δημοκρατίας, την ελευθερία του Τύπου, τα ανθρώπινα δικαιώματα, δοκιμάζονται από την αναβίωση του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, των εθνικισμών, ειδικά σε μία Ευρωπαϊκή Ένωση που πίστευε όχι μόνο πως είχε διδαχτεί από την ιστορία της, αλλά και ότι είχε ξεφύγει από όλα αυτά.
Είναι, πια, γεγονός: από την Ιταλία μέχρι τη Σουηδία, την Ουγγαρία και τη Γαλλία, η ακροδεξιά είναι και πάλι μία υπολογίσιμη δύναμη. Η εχθρότητά της απέναντι στους μετανάστες ενθαρρύνει τους ξενοφοβικούς παντού. Ο κοινωνικός συντηρητισμός της απειλεί τα σκληρά κερδισμένα δικαιώματα των κάθε λογής μειονοτήτων. Ο ευρωσκεπτικισμός της έχει ήδη διαταράξει τη δυναμική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο λαϊκισμός που προσπαθεί, όπως άλλοτε ο ναζισμός, να κερδίσει πολιτικά οφέλη από την ανεργία, την οικονομική καταβαράθρωση της μεσαίας τάξης, την ανασφάλεια, ανεβάζοντας ταυτοχρόνως τους εθνικιστικούς και τους αντιμεταναστευτικούς τόνους, πηγαίνει όλο και πιο δεξιά
Η ζημιά που μπορεί να προκαλέσει η ακροδεξιά στην εξουσία είναι οδυνηρά εμφανής στην περίπτωση της Ουγγαρίας. Ο πρωθυπουργός της, Βίκτορ Όρμπαν, και το κόμμα του Fidesz εμπόδισαν τη δράση της Ε.Ε. για την Ουκρανία και υπονόμευσαν τις δικαστικές, μειονοτικές και δημοσιογραφικές ελευθερίες.
Στη Γαλλία, η ακροδεξιά είναι η ηγετική δύναμη της αντιπολίτευσης με την Λεπέν να παίρνει τα μεγαλύτερα ποσοστά της. Στη Σουηδία, οι ακροδεξιοί «Σουηδοί Δημοκράτες» είναι η δεύτερη μεγαλύτερη παράταξη στο κοινοβούλιο. Στην Ιταλία τα «Αδέρφια της Ιταλίας» κυριάρχησαν, με την Μελόνι να γίνεται η πρώτη ακροδεξιά ηγέτις μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μάλιστα, η ακροδεξιά της Ιταλίας συμμερίζεται με τους άλλους Ευρωπαίους ακροδεξιούς την εχθρότητα προς τις «ελίτ», την περιφρόνηση για την πολυπολιτισμικότητα και τα δικαιώματα των φύλων, ενώ διαθέτει μία εμμονή με την εθνική ταυτότητα που υποστηρίζεται από τον ρατσισμό.
Όσο για τη Μεγάλη Βρετανία, το συντηρητικό της κόμμα αιχμαλωτίστηκε από τους ακροδεξιούς που το πολιορκούσαν. Ο Φάραζ του ξενοφοβικού και φανατικά αντι-ευρωπαϊκού UKIP, αν και δεν μπόρεσε ο ίδιος να εκλεγεί ποτέ βουλευτής, κατάφερε να επιβάλει την ατζέντα του, να τους παρασύρει στο μοιραίο δημοψήφισμα για το Brexit και να ανοίξει έτσι ο δρόμος για τους δημαγωγούς που πλέον οδηγούν το ιστορικό κόμμα στην γελοιοποίηση και την παρακμή.
Ενώ υπάρχουν πολλές αιτίες για την άνοδο της ακροδεξιάς σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, είναι δύσκολο να αποφανθεί κανείς ποια είναι η σημαντικότερη. Σίγουρα, η οικονομική κρίση που προκλήθηκε το 2008 και η επακόλουθη μονοσήμαντη επιδίωξη των αρχών της Ε.Ε. και των κρατών-μελών να εφαρμόσουν νεοφιλελεύθερα μέτρα ελέγχου του ελλείμματος και της λιτότητας, αποτέλεσαν έναν βασικό παράγοντα. Τέτοιες οικονομικές πολιτικές αύξησαν το χάσμα μεταξύ της προνομιούχας ελίτ και του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού και έτσι έδωσαν στην ακροδεξιά την ευκαιρία να αξιοποιήσει τη δυσαρέσκεια.
Η πίεση στην κοινωνία είναι τέτοια, που μοιάζει «λογικό» να ενδιαφέρεται για το ποιος θα φέρει φθηνό ψωμί στο τραπέζι, και όχι για την ποιότητα των θεσμών και της δημοκρατίας. Οι λαοί δεν εμπιστεύονται, πια, τις ελίτ και αναζητούν εύκολες λύσεις. Και δίνουν την ψήφο τους σε δημαγωγούς.
Η Ευρώπη κατάφερε θαυμάσια να αναγεννηθεί από τις στάχτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και να γίνει ένας μοναδικός συνδυασμός δικαιοσύνης, νόμου και ευμάρειας. Σήμερα πάλι δοκιμάζεται, οι δυσκολίες είναι πολλές. Η κρίση είναι πολυδιάστατη. Χρειάζεται επαγρύπνηση. Τίποτα δεν είναι αυτονόητο, τίποτα δεν είναι δεδομένο.