Μερικές στερεοτυπικές συμβουλές που δεχόμασταν ως παιδιά απ’ τους γονείς μας, μεγαλώνοντας καλό είναι ενίοτε να τις παραβιάζουμε. Όπως αυτό το «μη μιλάτε σε αγνώστους»· ορισμένες φορές, το να μιλήσεις σε αγνώστους δίχως λόγο προφανή και αναγκαίο -όπως π.χ. για να ζητήσεις μια πληροφορία- μπορεί να είναι από ευχάριστο ως και λυτρωτικό.
Όπως τις προάλλες, κατά τη διάρκεια μιας συναλλαγής μου σε ένα μηχάνημα αυτόματης ανάληψης στο κέντρο της πόλης. Καθώς τέλειωνα τη δουλειά μου, ήρθαν ταυτόχρονα δυο άντρες, ένας μεσήλικας κι ένας νεαρός, από αντίθετες κατευθύνσεις προκειμένου να πιάσουν σειρά. Στενό το πεζοδρόμιο μπροστά απ’ το μηχάνημα, στριμώχτηκαν πίσω απ’ την πλάτη μου και ξεκίνησαν την παρακάτω στιχομυθία:
–«Παρακαλώ, είστε εσείς πρώτος», είπε ο νεαρός.
–«Όχι, όχι, ήρθα δεύτερος», απάντησε ο μεσήλικας.
–«Προς Θεού, μη σας πάρω τη σειρά», ανταπάντησε ο νεαρός.
Έκπληκτος άκουγα τους δυο άντρες να λογοφέρνουν σχεδόν, όχι με αγένεια διεκδικώντας ο καθένας την προτεραιότητα για τον εαυτό του, αλλά γλυκομίλητοι και χαμογελαστοί, προσπαθώντας να μην αδικήσει ο ένας τον άλλον. Δεν αντιστάθηκα στον πειρασμό και στράφηκα προς το μέρος τους.
«Αυτό που κάνατε μόλις, είναι σπάνιο», τους είπα. Με κοίταξαν απορημένοι. «Δε συναντάς εύκολα τέτοια ευγένεια και σεβασμό προς τον συνάνθρωπο, ειδικά σε καταστάσεις όπως αυτή στην οποία βρεθήκατε εσείς», εξήγησα. «Στην καλύτερη περίπτωση, μια βουβή συνεννόηση με μια γκριμάτσα δυσαρέσκειας στο πρόσωπο εκείνου που θα υποχωρήσει», συνέχισα. Αφού μου χαμογέλασαν αμφότεροι, ξεκίνησαν να απαριθμούν περιστατικά στα οποία έγιναν δέκτες αδικαιολόγητης αγένειας και επιθετικότητας, σαν να περίμεναν από καιρό μια αφορμή για να τα βγάλουν από μέσα τους και ν’ ανακουφιστούν.
Τους αποχαιρέτισα ευχαριστώντας τους γι’ αυτό το απροσδόκητο στιγμιότυπο στην καρδιά της αφιλόξενης και πολύβουης πολιτείας. Καθώς απομακρυνόμουν, σκέφτηκα ότι μέσα στη χυδαιότητα και την ανθρωποφαγία μας, μέσα στα πάθη μας που εξαγριώνονται καθώς αλληλοσπαρασσόμαστε με αγνώστους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για ασήμαντη αφορμή, μέσα στην κοινωνική μας τύφλωση και τον πολιτιστικό μας αποπροσανατολισμό, μέσα στη δίνη των κατασκευασμένων αναγκών και της ατέρμονης κατανάλωσης, μέσα στην αποθέωση του ατομισμού και στην εξύψωση της λογιστικής αξίας σε βάρος όλων των υπολοίπων, μέσα στην οικονομική μας δυσπραγία και στο ψυχολογικό αδιέξοδο, διατηρούμε ακόμη αντανακλαστικά ανθρωπιάς, ευγένειας και σεβασμού. Ας τα καλλιεργήσουμε κι ας τα επιβραβεύσουμε όπου τα συναντάμε.
Ευτυχώς, έμελλε τελικά εκτός από τα μετρητά, να κάνω και μια ανάληψη αισιοδοξίας σ’ εκείνο το μηχάνημα.
Από το αρχείο του Λευτέρη Κουγιουμουτζή στην «Εφημερίδα των Συντακτών»