Όπως ανέφερε ο ποινικολόγος: «Μου λείπει η παρουσία της. Η παρουσία της Ζωής. 41 χρόνια ήμασταν μαζί, πολλά τα χρόνια. Περάσαμε και φουρτούνες και μπουνάτσες, στιγμές αξέχαστες, αλησμόνητες, δύσκολες. Πολλά. Η παρουσία της όμως, με κεφαλαίο Π, ήταν μοναδική. Και πολύ δυνατή. Έστω και σιωπηλή πολλές φορές. Συνεπώς αυτό δεν γεμίζει, δεν αντικαθίσταται, δεν αναπληρώνεται. Παραμένει το κενό. Απλώς συμφιλιώνεται κανείς με τον χρόνο με αυτό το κενό».

Για το πώς κατάφερε να σταθεί στα πόδια του μετά τη μεγάλη απώλεια, δήλωσε: «Δεν νομίζω πως υπάρχουν κανόνες γι’ αυτό το πράγμα ούτε μπορώ να αναλύσω πως κατάφερα ή δεν κατάφερα. Στη δουλειά το έριχνα πάντοτε, εξάλλου της Ζωής της άρεσε αυτό και ήταν κάτι που την ικανοποιούσε και το ήθελε πολύ. Ποτέ δεν μου είπε πως αφιερώνω περισσότερο χρόνο στη δουλειά και ήμουν όσο μπορούσα παράλληλα».
Στη συνέχεια τόνισε το πόσο σημαντική ήταν για εκείνον: «Ήταν ο πυρήνας της ζωής μου, ο άξονας αναμφισβήτητα, η Ζωή. Τώρα πώς τα κατάφερα και πώς το προσπέρασα, είναι θέμα της εποχής εκείνης. Δεν μπορώ να κάνω μια καταγραφή ή να κάνω μια αναδρομή και να πω πως έτσι λειτούργησα εσωτερικά. Είναι ένα σύνθετο πρόβλημα, το οποίο το αντιμετώπισα και , όπως σας είπα, η παρουσία παραμένει και έχω συμφιλιωθεί με αυτό το κενό, το οποίο δεν γεμίζει με τίποτα».

Το ζευγάρι είχε παντρευτεί στο Μετόχι του Παναγίου Τάφου, χωρίς φωτογράφους και δημοσιογράφους. Παρόντες ήταν μόνο ο αδερφός και η μητέρα του Λυκουρέζου και από την πλευρά της Ζωής μόνο η κόρη της, Μάρθα. Ήταν επιλογή τους να μη φωτογραφήσουν τίποτα από εκείνη τη μέρα.