Για την στατικότητα της Αγιάς Σοφιάς μετά το «καμπανάκι» Τούρκου ιστορικού ότι «αν δεν κλείσει θα καταρρεύσει» μίλησε η καθηγήτρια ΕΜΠ, Τόνια Μοροπούλου.
Ως μέλος της ελληνικής ομάδας για την προστασία και συντήρηση του Βυζαντινού μνημείου στην Κωνσταντινούπολη εξέφρασε την άποψη ότι οι επεμβάσεις στον τρούλο της Αγιάς Σοφιάς ήταν απαιτούμενες εδώ και χρόνια και ότι κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η καταπόνηση από την αυξημένη επισκεψιμότητα την απειλεί.
Πώς έσωσε το μνημείο ο αντισεισμικός σχεδιασμός
Η κυρία Μοροπούλου αναφέρθηκε στην υπογραφή συμφωνίας παρέμβασης το 1994, μετά από δική της πρωτοβουλία, εξηγώντας ότι δεν μπορεί να ανασχεδιαστεί η αντισεισμική προστασία του μνημείου εάν δεν γνωρίζουμε τα υλικά κατασκευής του.
Όπως δήλωσε στην ΕΡΤ, βάσει της τότε ελληνοτουρκικής συμφωνίας, έγινε μελέτη με ακριβή αποτίμηση των υλικών και ακριβή αντισεισμικό επανασχεδιασμό με σένσορες που τοποθετήθηκαν σε όλα τα κρίσιμα σημεία του κτηρίου.
«Το έργο εκτελέστηκε από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Αγιάς Σοφιάς, σύμφωνα με τις προτάσεις μας και με τη συμβολή τοπικών συνεργείων και μηχανικών. Το έργο εκτελέστηκε τον Ιούνιο του ’99» ανέφερε.
Και όπως περιέγραψε, όταν άκουσε στις 17 Αυγούστου του ’99, μετά το μεγάλο σεισμό, ότι η Αγιά Σοφιά στάθηκε στη θέση της «χάρη στο Θεό των Ελλήνων και των Τούρκων που συνεργάστηκαν», όπως ανέφερε Τούρκος σχολιαστής, ένιωσε ιδιαίτερη ικανοποίηση για την επιτυχή παρέμβαση.
Τι ανησυχεί τους Τούρκους ειδικούς
Σχολιάζοντας τις ανησυχίες των Τούρκων ειδικών εξήγησε ότι έχει να κάνει με την μεγάλη επισκεψιμότητα της Αγιάς Σοφιάς.
«Είναι λογική ανησυχία ότι τα υψηλότερα και μηχανικά φορτία που φέρουν οι χιλιάδες κόσμου, καταπονούν το μνημείο».
«Κανείς, βέβαια, δεν μπορεί να πει ότι από μια τέτοια καταπόνηση, που εντάθηκε τα τελευταία χρόνια -μετά την αποκατάσταση της Αγιά Σοφιάς και την αντισεισμική προστασία της- ότι το μνημείο κινδυνεύει να πέσει», είπε.
Δεν παρέλειψε να τονίσει ότι κάποιες από τις ήδη προγραμματισμένες επεμβάσεις, όπως για παράδειγμα στον τρούλο, ήταν απαιτούμενες και από τότε.
Η παρακολούθηση σταμάτησε όταν λειτούργησε ως τέμενος
«Η παρακολούθηση που κάναμε θεσμικά ήταν στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής μορφωτικής και πολιτιστικής συνεργασίας που υπεγράφη σαν συνέχεια της συνεργασίας στην Αγιά Σοφιά. Συμφωνία που κυρώθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων και των Τούρκων το 2000 και διήρκησε μέχρι το 2020. Από την μονομερή ανακήρυξη της Αγιάς Σοφιάς σε τέμενος σταμάτησε η λειτουργία αυτή» αποκάλυψε η κυρία Μοροπούλου.
Δεν παρέλειψε να πει ότι εφόσον έχει πλέον αναθερμανθεί ο διάλογος ανάμεσα στις δύο χώρες, θα ήταν απαραίτητο να εκκινήσει και ο διάλογος για τα θέματα πολιτισμού. «Όπως εύστοχα είχε πει τότε ο καθηγητής Τσακμάκ, οι λαοί που έφτιαξαν και επαναχρησιμοποίησαν από το Βυζάντιο μέχρι σήμερα την Αγιά Σοφιά του Ιουστινιανού, θα πρέπει να συνεργαστούν ξανά για να την διατηρήσουν» σημείωσε η καθηγήτρια.
«Η Αγιά Σοφιά είναι ένα από τα μεγαλύτερα μνημεία του κόσμου. Πρακτικά το μεγαλύτερο. Είναι σίγουρο ότι από την αρχή της χρησιμοποιήθηκε από χιλιάδες κόσμο, ήδη από το Βυζάντιο. Τα μεγάλα μνημεία, και αυτά που έχουν μεγάλα φορτία, θα πρέπει να παρακολουθούνται και για τις μετατοπίσεις λόγω των σεισμών και για τα φορτία που φέρουν. Είναι σίγουρο ότι πρέπει να παρακολουθείται η Αγιά Σοφιά. Είναι σίγουρο ότι χρειάζεται μια επικαιροποίηση, με βάση τα νέα δεδομένα, τις χρήσεις της, το πρόγραμμα της συντήρησης και ενδεχομένως και της συμπληρωματικής αποκατάστασής της» υποστήριξε.
Η ίδια εστίασε στη βεβήλωση της μετά την μετατροπή της από τον Ταγίπ Ερντογάν σε τέμενος. «Το γεγονός ότι βεληλώθηκαν οι αξίες του μνημείου είναι πολύ σημαντικότερο από τα τεχνικά προβλήματα που δημιουργούνται» είπε. Επιπλέον τόνισε ότι δεν πρέπει να συνεχιστεί η μονομερής λειτουργία της ως τζαμί χαρακτηρίζοντάς το «ως αγκάθι στον Πολιτισμό».
Τι είπε για τα προβλήματα στη στατικότητα του στεγάστρου Καλατράβα στο ΟΑΚΑ
Ερωτηθείσα η καθηγήτρια του ΕΜΠ και για το ΟΑΚΑ και την επίμαχη στέγη Καλατράβα στην οποία διαπιστώθηκαν προβλήματα ως προς την στατική επάρκειά της, δήλωσε ότι με αφορμή τη μελέτη που έχει ξεκινήσει από το ΤΕΕ θα πρέπει όλες οι υποδομές της χώρας να παρακολουθούνται, να αποτιμώνται και να συντηρούνται προγραμματισμένα.
«Δεν μπορούμε να λέμε ότι καταρρέει το στέγαστρο Καλατράβα, γιατί έχει σχεδιαστεί λάθος, αν δεν πάμε να αποτιμήσουμε τη φθορά και την παθολογία των υλικών και της μεταλλικής αυτής κατασκευής επί τόπου, με μη καταστροφικές μεθόδους. Δεν μπορεί να πάμε μόνο μακροσκοπικά με τα κιάλια και να λέμε το μπουλόνι αυτό δεν είναι καλά βιδωμένο. Υπάρχουν πολύ πιο γρήγορες, υψηλές τεχνολογίες» τόνισε.
Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται υψηλές τεχνολογίες μη καταστροφικού ελέγχου και τεχνητής νοημοσύνης λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «είναι πολύ πιο φθηνός ο έλεγχος με υψηλή τεχνολογία».